Αναδημοσίευση από http://autonomosteki.espivblogs.net/
Πως ξεκίνησε
Την Κυριακή 15-5 είχε καλεστεί πορεία από την πλατφόρμα «Πραγματική Δημοκρατία Τώρα» στην οποία υπήρχε μεγάλη συμμετοχή του κόσμου (10.000-15.000;). Στο τέλος της πορείας ένα κομμάτι του κόσμου έκλεισε δύο κεντρικούς δρόμους της πόλης και με αφορμή αυτό έγιναν και κάποια ελάχιστα επεισόδια (κάηκαν λίγοι κάδοι και πετάχτηκαν κάποια κουτάκια μπύρας και ελάχιστες πέτρες)-σε ένα ποσοστό τους από ασφαλίτες, όπως φάνηκε από τις συλλήψεις που ακολουθήσανε. Συνελήφθησαν 24 άτομα, τα οποία αφέθηκαν ελεύθερα με ελαφρές κατηγορίες (διατάραξη κοινής ειρήνης).
Την Δευτέρα στις 20.00 είχε καλεστεί ανοιχτή συνέλευση-συγκέντρωση στην πλατεία sol (η κεντρική πλατεία της πόλης) στην οποία συμμετείχε πάρα πολύς κόσμος (15.000;) και η οποία κατέληξε (χωρίς προφανώς να προηγηθεί συζήτηση) στο να παραμείνει ο κόσμος στην πλατεία μέχρι την Κυριακή 22-5 (ημέρα τοπικών εκλογών). Το επόμενο πρωί στις 5 η αστυνομία διέλυσε τον κόσμο που παρέμενε και αντανακλαστικά καλέστηκε νέα συνέλευση για το ίδιο απόγευμα όπου με ακόμα περισσότερο κόσμο ξαναστήθηκαν σκηνές. Η αστυνομία απαγόρευσε τη συγκέντρωση (στην Ισπανία οποιαδήποτε συνάθροιση κόσμου χρειάζεται την άδεια της αστυνομίας) ενώ την επόμενη μέρα η εκλογική επιτροπή της Μαδρίτης την έβγαλε παράνομη. Ωστόσο η αστυνομία -αν και παρούσα με μεγάλο αριθμό ΜΑΤ- κρατάει πολύ διακριτική στάση και λόγο του αριθμού του κόσμου και του πολιτικού κλίματος θεωρώ απίθανο να κάνει οποιαδήποτε κίνηση. Μέχρι και αυτή τη στιγμή συνεχίζεται η κατάληψη της πλατείας με όλο και περισσότερο κόσμο να συμμετέχει (από τις συνελεύσεις μέχρι τη μπυροποσία).
Η δομή και η λειτουργία
Θεωρητικά (αυτήν την ώρα στην πλατεία βρίσκεται περισσότερο από 20.000 κόσμου και προφανώς η ντουντούκα δεν ακούγεται) κάθε μέρα στις 20.00 γίνεται συνέλευση στην οποία αποφασίζονται ψηφίζοντας δια της οχλοβοής κάποιες βασικές αποφάσεις που έχουν προκύψει από τις ομάδες εργασίας. Κάθε μεσημέρι επίσης υπάρχει γενική συνέλευση όπου οι συνθήκες επιτρέπουν τη συζήτηση. Από σήμερα αποφασίστηκε ο διάλογος να γίνεται πάνω σε θεματικές και κάθε συνέλευση να είναι καταληκτική για την κάθε θεματική. (Πως αποφασίζονται οι θεματικές: υπάρχει ένα κουτί παράπονων στο οποίο ο κόσμος ρίχνει χαρτάκια με παράπονα/ιδέες. Σύμφωνα με αυτό και τις ιδέες/προτεραιότητες του κόσμου της συνέλευσης αποφασίζονται οι θεματικές.) Παράλληλα συγκροτούνται ομάδες εργασίας οι οποίες συγκεκριμενοποιούν τις αποφάσεις της συνέλευσης, παίρνουν αποφάσεις και παρουσιάζουν θέσεις στη συνέλευση. Στην ουσία, οι ομάδες εργασίας έχουν χαρακτήρα μικρής αυτόνομης συνέλευσης
Και τι στο καλό κουβεντιάζεται; Και πολιτικά πώς χαρακτηρίζεται αυτό το πράγμα;
Κάποια βασικά χαρακτηριστικά που για μένα καθορίζουν το χαρακτήρα της κίνησης αυτής:
1. Είμαστε όλοι μαζί. Προφανώς και στρεφόμαστε απέναντι στους πολιτικούς, τραπεζίτες και λιγότερο στα ΜΜΕ αλλά εμείς δεν είμαστε ούτε αριστεροί, ούτε δεξιοί, κυρίως αυτοχαρακτηριζόμαστε ως πολίτες, ανεξάρτητοι, δεν έχουμε καμιά σημαία (χαρακτηριστικά, χτες που σε κάποια στιγμή ανέβηκε μια ισπανική σημαία γιουχαΐστηκε με το «δεν θέλουμε καμία σημαία». Επίσης, σε όλη την πλατεία με χιλιάδες κόσμου, δεν υπάρχει σχεδόν κανένα σύμβολο ταυτότητος).
2. Απέναντι στη βία. Από την πρώτη στιγμή ξεκαθαρίστηκε. Ότι γίνεται είναι ειρηνικό, δεν αποδεχόμαστε καμιά βίαιη ενέργεια. Χωρίς προφανώς να είναι διακηρυγμένη θέση της συνέλευσης, ο περισσότερος κόσμος θεωρεί τους μπάτσους παραστρατημένα αδέλφια μας (αν και τους γιουχάρει όταν φεύγουν), ονομάζει την κίνηση των ημερών ειρηνική επανάσταση και την θεωρεί σαν αδελφή κίνηση της ισλανδικής, βρετανικής και της τυνήσιας. (Προφανώς και ακούγεται και το παράδειγμα της Ελλάδας ή της Αργεντινής αλλά το σημείο αναφοράς είναι η Ισλανδία, η Βρετανία και η Τυνησία.)
3. Είμαστε απέναντι στο σύστημα ή θέλουμε να βελτιώσουμε της συνθήκες; Και τα δυο (μαζί, την ίδια στιγμή και από τους ίδιους ανθρώπους). Διαβάζοντας και ακούγοντας τα συνθήματα καταλαβαίνει κάνεις τις αντιθετικότητες. Εναντία στη δικτατορία των τραπεζών, αλλαγή του εκλογικού νόμου, το λένε δημοκρατία αλλά δεν είναι, δεν θέλουμε διεφθαρμένους πολιτικούς, βία είναι τα 600 ευρώ το μήνα, ελευθερία έκφρασης, ενάντια στον δικομματισμό είναι μερικά από τα συνθήματα που ακούγονται. Το ενδιαφέρον είναι ότι ακούγονται όλα από όλους.
Κράτος, κόμματα, εκλογές. Ο "χώρος"
Το πολιτικό background των ημερών είναι το εξής. Σε λιγότερο από μια εβδομάδα τοπικές εκλογές με ιδιαίτερο πολιτικό ειδικό βάρος (λόγω κρίσης) όπου αναμένεται σαρωτική νίκη του Partido Popular (δεξιά προς τα πολύ δεξιά). Τις πρώτες ημέρες το κράτος προσπάθησε να το χτυπήσει. Προβοκάτσιες, συλλήψεις, απαγορεύσεις πορειών, αδιαφορία από τα ΜΜΕ. Δεν το κατάφεραν και τώρα έχουμε την κυβέρνηση (σοσιαλδημοκράτες) να προσπαθούν να «ακούσουν τη νεολαία» και να «προβληματίζονται από τις ανησυχίες των νέων». Η αντιπολίτευση στάση αναμονής. Τα ΜΜΕ να το αποδέχονται (αποκρύβοντας τα όποια ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά έχει) και να το χρησιμοποιούν ως μέσο πίεσης προς διάφορες κατευθύνσεις. Η ενωμένη αριστερά (το μόνο κοινοβουλευτικό αριστερό κόμμα -στα δεξιά του ελληνικού συνασπισμού η προσωπική μου άποψη) να το στηρίζει (σαν μάνα ουρανού τους έκατσε εν όψη εκλογών).
Όσον αφορά το «χώρο». Από την πρώτη πορεία της Κυριακής κράτησε μια κριτική επαφή με αυτό που συμβαίνει. Ένα κομμάτι του (το μικρότερο) απέχει ονομάζοντάς το στην ολότητα του ρεφορμιστικό, ένα κομμάτι του το στηρίζει πολιτικά χωρίς να συμμετέχει ιδιαιτέρως και άλλο ένα κομμάτι συμμετέχει ενεργά. Το τελευταίο είναι και αυτό που μέσα κυρίως από τις ομάδες εργασίας δίνει (ή προσπαθεί να δώσει) κάποια σχετικώς πιο ριζοσπαστικά πολιτικά χαρακτηριστικά και κάποια σχετική εμπειρία οργανωτικού τύπου
Και κλείνοντας
Αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην Μαδρίτη (και στην υπόλοιπη Ισπανία) είναι καταρχάς κάτι πρωτόγνωρο. Στους ανθρώπους της πλατείας βλέπω αυτό που ένιωθα και εγώ το Δεκέμβρη του 08. Ότι γίνεται κάτι κοσμοϊστορικό. Η ρουτίνα και η ροή της πραγματικότητας στην πλατεία (και μόνο εκεί γιατί στην υπόλοιπη πόλη η ζωή συνεχίζεται κανονικά) έχει σπάσει, ο κόσμος κοινωνικοποιείται διαφορετικά και διαφορετικά χαρακτηριστικά (συντροφικότητα, συμμετοχή, αλληλεγγύη κ.τ.λ.) αναδύονται. Ιστορικά η πόλη της Μαδρίτης είχε πάρα πάρα πολλά χρόνια να βγάλει κάτι αντίστοιχο.
Οι κοινωνικές δομές;
Η πλατφόρμα «πραγματική δημοκρατία τώρα» που είναι και βασική συνιστώσα και από αυτήν άρχισε, είναι ένα συνονθύλευμα ατόμων, NGOs, blogs, σελίδων του facebook, οργανώσεων και συλλογικοτήτων καλλιτεχνικού/ανθρωπιστικού/πολιτικού χαρακτήρα. Στην κατάληψη δεν συμμετέχει καμιά οργανωμένη συλλογικότητα και ούτε κάτι τέτοιο είναι αποδεκτό. Από τα βασικά χαρακτηριστικά είναι η ανυπαρξία σχέσεων αλληλοτροφοδότησης με τους κοινωνικούς χώρους. Με τη μοναδική εξαίρεση της σχολής φιλοσοφίας που είναι σε κατάληψη, σε κανένα σχολείο, σε καμιά σχολή, σε κανένα εργοστάσιο, σε καμία γειτονιά, σε κανένα νοσοκομείο δεν έχουν γίνει συνελεύσεις/κινήσεις/καταλήψεις. Αντίστοιχα, αν και υπάρχει ομάδα εργασίας σχετικά με αυτό, πουθενά στην πόλη δεν υπάρχουν αφίσες/συνθήματα/πανό. Ωστόσο στους χώρους δουλειάς και στο δρόμο είναι από τα βασικά θέματα συζήτησης. Διαφορετική είναι η κατάσταση στο internet μέσω του οποίου γίνεται η διάχυση της πληροφορίας και ο όποιος με τα όποια χαρακτηριστικά πολιτικός διάλογος. Τα κύρια μέσα που χρησιμοποιούνται είναι το twitter, το facebook και διάφορα blogs ενώ τα κινηματικά μέσα (indymedia, nodo50, kaosenlared κ.τ.λ.) δεν έχουν κάποιο σημαντικό ρόλο.
Η εξέλιξη του;
Αν και ήδη έχουν φανεί τα κυρίαρχα πολιτικά χαρακτηριστικά, ακόμα βρίσκεται σε μια φάση ρευστότητας η οποία μαζί με τη μαζικότητα και τα οργανωτικά χαρακτηριστικά αυτοοργάνωσης και αμεσοδημοκρατίας δεν μπορούν να αποκλείσουν καμία πιθανή εξέλιξη στις επόμενες ημέρες. Από τη ριζοσπαστικοποίησή του έως τη μετατροπή του στο μεγαλύτερο botellón (γιορτή με πολύ αλκοόλ σε πλατεία) που γνώρισε η ανθρωπότητα. Σήμερα για παράδειγμα, την ίδια στιγμή που στη μεσημεριανή συνέλευση το πρώτο θέμα (και αίτημα) ήταν η αλλαγή του εκλογικού νόμου, από την άλλη φάνηκαν τα πρώτα δείγματα απαγκίστρωσης από τις εκλογές αφού ακούστηκαν απόψεις να συνεχιστεί η κατάληψη και μετά τις εκλογές.
* Προσθήκη: Στις αυτοδιοικητικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή 22-5 στην Ισπανία, οι Σοσιαλιστές απέσπασαν ποσοστό 27,8% ενώ το αντιπολιτευόμενο συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα αναδείχθηκε πρώτο με 10 μονάδες διαφορά (37,6%). Στις προηγούμενες περιφερειακές εκλογές (2007), το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSOE) είχε και πάλι χάσει από το PP με μικρή όμως διαφορά, 34,9% έναντι 35,6%.
Οι διαδηλωτές αποφάσισαν να παραμείνουν στις πλατείες για μία εβδομάδα ακόμη.
Το μανιφέστο των Ισπανών διαδηλωτών
Είμαστε απλοί άνθρωποι. Είμαστε σαν εσάς: τους ανθρώπους, που ξυπνούν κάθε πρωί για να σπουδάσουν, να εργαστούν ή να βρουν δουλειά, άνθρωποι που έχουν οικογένεια και φίλους. Οι άνθρωποι, που δουλεύουν σκληρά κάθε ημέρα για να προσφέρουν ένα καλύτερο μέλλον για τους γύρω τους.
Μερικοί από μας θεωρούνται προοδευτικοί, άλλοι συντηρητικοί. Μερικοί από εμάς πιστεύουν στο Θεό, μερικοί όχι. Μερικοί από εμάς έχουν σαφώς καθορισμένες ιδεολογίες, άλλοι είναι απολιτίκ, αλλά είμαστε όλοι ανήσυχοι και εξοργισμένοι για τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές προοπτικές που βλέπουμε γύρω μας: τη διαφθορά ανάμεσα σε πολιτικούς, επιχειρηματίες, τραπεζίτες, αφήνοντας μας αβοήθητους, χωρίς φωνή.
Αυτή η κατάσταση έχει γίνει κανονικά, μια καθημερινή ταλαιπωρία, χωρίς ελπίδα. Αλλά αν ενώσουμε τις δυνάμεις μας, μπορούμε να την αλλάξουμε. Ήρθε η ώρα να αλλάξουμε τα πράγματα, ήρθε η ώρα να οικοδομήσουμε μια καλύτερη κοινωνία μαζί. Ως εκ τούτου, υποστηρίζουμε ότι:
Οι προτεραιότητες για κάθε προηγμένη κοινωνία πρέπει να είναι η ισότητα, η πρόοδος, η αλληλεγγύη, η ελευθερία του πολιτισμού, η βιωσιμότητα και η ανάπτυξη, η ευημερία και η ευτυχία των ανθρώπων.
Αυτά είναι αναφαίρετες αξίες που πρέπει να ισχύουν στην κοινωνία μας: το δικαίωμα στη στέγαση, την απασχόληση, τον πολιτισμό, την υγεία, την εκπαίδευση, την πολιτική συμμετοχή, την ελεύθερη προσωπική ανάπτυξη, καθώς και τα δικαιώματα των καταναλωτών για μια υγιή και ευτυχισμένη ζωή.
Η τρέχουσα κατάσταση της κυβέρνησης και του οικονομικού μας συστήματος, δεν φροντίζουν αυτά τα δικαιώματα, και με πολλούς τρόπους αποτελούν εμπόδιο για την πρόοδο της ανθρωπότητας.
Η δημοκρατία ανήκει στο λαό το οποίο σημαίνει ότι η κυβέρνηση αποτελείται από κάθε έναν από εμάς. Ωστόσο, στην Ισπανία, τα περισσότερα μέλη της πολιτικής τάξης δεν μας λαμβάνουν καν υπόψη. Οι πολιτικοί θα πρέπει να μεταφέρουν τη φωνή μας στα θεσμικά όργανα, διευκολύνοντας την πολιτική συμμετοχή των πολιτών μέσω άμεσων καναλιών, κάτι που θα προσφέρει το μεγαλύτερο όφελος για την ευρύτερη κοινωνία. Ο ρόλος τους είναι να πλουτίσουν και να ευημερούν εις βάρος μας, που είμαστε απλοί θεατές της δικτατορίας των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων που έχουν στην κατοχή τους στην εξουσία μέσω του δικομματισμού των PP & PSOE.
Η επιθυμία για εξουσία και η συσσώρευση της σε λίγους δημιουργεί ανισότητα, ένταση και αδικία, η οποία οδηγεί στη βία, την οποία εμείς απορρίπτουμε. Το πεπαλαιωμένο και αφύσικο οικονομικό μοντέλο ωθεί την μηχανή της κοινωνίας σε έναν συνεχόμενο κύκλο όπου οι λίγοι πλουτίζουν και οι πολλοί γίνονται φτωχότεροι. Μέχρι την κατάρρευση.
Η θέληση και ο σκοπός του ισχύοντος συστήματος είναι η συσσώρευση του χρήματος, όχι όσον αφορά την απόδοση και την ευημερία της κοινωνίας. Σπαταλώντας πόρους, μολύνοντας τον πλανήτη, δημιουργώντας ανεργία και δυσαρεστημένους πολίτες.
Οι πολίτες είναι τα γρανάζια μιας μηχανής σχεδιασμένης για να εμπλουτίσει μια μειοψηφία η οποία δεν αφορά τις ανάγκες μας. Είμαστε ανώνυμοι, αλλά χωρίς εμάς τίποτε από αυτά δεν θα υπήρχε, γιατί εμείς κινούμε τον κόσμο.
Αν ως κοινωνία δεν μάθουμε να εμπιστευόμαστε το μέλλον μας, ζώντας σε μια ανεξέλεγκτη οικονομία η οποία δεν επιστρέφει ποτέ τον παραγόμενο πλούτο στους περισσότερους, δεν θα μπορέσουμε να εξαλείψουμε τις αδικία απ’ την οποία υποφέρουμε.
Χρειαζόμαστε μία ηθική επανάσταση. Αντί να τοποθετούμε τα χρήματα πάνω τους ανθρώπους, ας τα φέρουμε στην υπηρεσία των ανθρώπων. Είμαστε άνθρωποι, όχι προϊόντα. Δεν είμαι ένα προϊόν αυτού που αγοράζω, του λόγου για τον οποίο το αγοράζω, ούτε αυτού από τον οποίο το αγοράζω.
Για όλα τα παραπάνω, είμαι εξοργισμένος.
Νομίζω ότι μπορώ να τα αλλάξω.
Νομίζω ότι μπορώ να βοηθήσω.
Γνωρίζω ότι μαζί μπορούμε. Γνωρίζω ότι μπορώ να βοηθήσω.
Ξέρω ότι μαζί μπορούμε.
Οπαδοί της αποανάπτυξης, ακόμη μια προσπάθεια…!
Του Anselm Jappe
Ο λόγος περί «αποανάπτυξης»[1] είναι μία από τις σπάνιες σχετικά νέες θεωρητικές προτάσεις που εμφανίστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες. Το τμήμα του κοινού που είναι σήμερα δεκτικό στο λόγο περί «αποανάπτυξης» είναι ακόμη αρκετά περιορισμένο. Ωστόσο, είναι αναμφίβολα αναπτυσσόμενο. Αυτό οφείλεται σε μια συνειδητοποίηση μπροστά στην ολοφάνερη πραγματικότητα ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού μάς οδηγεί σε μια οικολογική καταστροφή, και δεν θα λύσουν το πρόβλημα λίγα παραπάνω φίλτρα ή λίγο λιγότερο ρυπογόνα αυτοκίνητα. Διαχέεται μια δυσπιστία απέναντι στην ίδια την ιδέα ότι μια διαρκής οικονομική μεγέθυνση είναι πάντοτε επιθυμητή. Ταυτόχρονα, αυξάνεται η δυσαρέσκεια σε σχέση με μια κριτική στον καπιταλισμό η οποία ουσιαστικά τον κατηγορεί για την άδικη κατανομή των προϊόντων του ή μόνο για τις «καταχρήσεις» του, όπως οι πόλεμοι και οι παραβιάσεις των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Το ενδιαφέρον για την έννοια της «αποανάπτυξης» εκφράζει την ολοένα και εντονότερη εντύπωση ότι το λάθος βρίσκεται στην ίδια την κατεύθυνση του ταξιδιού που έχει αναλάβει η κοινωνία μας, τουλάχιστον εδώ και μερικές δεκαετίες, και ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια «πολιτισμική κρίση» η οποία αφορά όλες τις αξίες της, ακόμη και στο επίπεδο της καθημερινής ζωής (λατρεία της κατανάλωσης, της ταχύτητας, της τεχνολογίας, κ.ά.). Έχουμε εισέλθει σε μια κρίση που είναι οικονομική, οικολογική και ενεργειακή ταυτόχρονα, και η «αποανάπτυξη» λαμβάνει υπόψη της όλους αυτούς τους παράγοντες και την αλληλεπίδρασή τους, αντί να επιδιώκει να «αναθερμάνει την ανάπτυξη» με τις «πράσινες τεχνολογίες», όπως κάνει ένα μέρος του οικολογισμού, ή να προτείνει απλά μια διαφορετική διαχείριση της βιομηχανικής κοινωνίας, όπως κάνει ένα μέρος της κριτικής που προέρχεται από το μαρξισμό.
Η «αποανάπτυξη» είναι επίσης αρεστή επειδή προτείνει ατομικά πρότυπα συμπεριφοράς τα οποία μπορούμε να αρχίσουμε να εφαρμόζουμε εδώ και τώρα, και επειδή ανακαλύπτει εκ νέου ουσιαστικές αρετές, όπως η αρμονική συμβίωση, η γενναιοδωρία, η εκούσια απλότητα και η δωρεά. Ωστόσο, προσελκύει το ενδιαφέρον και λόγω του ευγενούς ύφους της το οποίο μας επιτρέπει να πιστεύουμε ότι μπορούμε να πραγματοποιήσουμε μια ριζοσπαστική αλλαγή με μια γενική συναίνεση χωρίς να περάσουμε μέσα από ανταγωνισμούς και έντονες συγκρούσεις. Πρόκειται για ένα ρεφορμισμό που εμφανίζεται ως ριζοσπαστικός.
Η ιδέα της «αποανάπτυξης» έχει αναμφίβολα την αξία ότι θέλει πραγματικά να έρθει σε ρήξη με τον παραγωγισμό και τον οικονομισμό οι οποίοι για μεγάλο διάστημα αποτέλεσαν το κοινό υπόβαθρο της αστικής κοινωνίας και της μαρξιστικής κριτικής της. Μια βαθιά κριτική του καπιταλιστικού τρόπου ζωής είναι, κατ’ αρχήν, περισσότερο εμφανής στους οπαδούς της αποανάπτυξης παρά, για παράδειγμα, στους οπαδούς του νεο-εργατισμού οι οποίοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων (ιδιαίτερα η ανάπτυξη της πληροφορικής) θα οδηγήσει στην κοινωνική απελευθέρωση. Οι οπαδοί της αποανάπτυξης επιχειρούν επίσης να ανακαλύψουν στοιχεία μιας καλύτερης κοινωνίας στη σημερινή ζωή, τα οποία έχουν συχνά αφήσει ως κληρονομιά οι προκαπιταλιστικές κοινωνίες, όπως η διάθεση για δωρεά. Κατά συνέπεια, δεν διακινδυνεύουν να βασίσουν τις ελπίδες τους –όπως κάνουν κάποιοι άλλοι– στη συνέχιση της αποσύνθεσης όλων των παραδοσιακών μορφών ζωής και στη βαρβαρότητα, οι οποίες υποτίθεται ότι προετοιμάζουν μια θαυμαστή αναγέννηση.
Το πρόβλημα είναι ότι οι θεωρητικοί της αποανάπτυξης παραμένουν αρκετά αόριστοι όσον αφορά τα αίτια του ανταγωνισμού για την οικονομική μεγέθυνση. Ο Μαρξ, στην κριτική της πολιτικής οικονομίας, απέδειξε ότι η αντικατάσταση της ανθρώπινης εργατικής δύναμης με τη χρήση της τεχνολογίας μειώνει την «αξία» που αντιπροσωπεύει κάθε προϊόν, πράγμα που ωθεί τον καπιταλισμό στη διαρκή αύξηση της παραγωγής. Σ’ αυτόν το μηχανισμό βρίσκουμε τη διττή φύση του «παλαιού εχθρού» μας, του εμπορεύματος: την αξία και την αξία χρήσης, οι οποίες παράγονται από την αφηρημένη και τη συγκεκριμένη πλευρά της εργασίας αντίστοιχα. Αυτές οι δύο πλευρές δεν συνυπάρχουν ειρηνικά, αλλά διαπερνώνται από μια βίαιη αντίφαση. Ας πάρουμε (όπως κάνει και ο ίδιος ο Μαρξ) το παράδειγμα ενός ράφτη πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση. Για να φτιάξει ένα πουκάμισο, και για την παραγωγή των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί, χρειαζόταν περίπου μία ώρα. Επομένως, η «αξία» αυτού του πουκάμισου ήταν η αξία μίας ώρας. Όταν για την παραγωγή του υφάσματος και το ράψιμο εισήχθησαν οι μηχανές, αντί για ένα πουκάμισο, μπορούσε κανείς να φτιάξει δέκα σε μία ώρα. Αυτός που κατέχει αυτές τις μηχανές, οι οποίες λειτουργούν με απλούς εργάτες, θα προωθήσει στην αγορά τα πουκάμισα που παράγονται μ’ αυτόν τον τρόπο με μια τιμή πολύ χαμηλότερη από αυτή που μπορεί ο ράφτης. Στην πραγματικότητα, από τη στιγμή που μια μηχανή επιτρέπει την κατασκευή δέκα πουκάμισων σε μία ώρα, κάθε πουκάμισο δεν αντιπροσωπεύει παρά το ένα δέκατο της μίας ώρας εργασίας, δηλαδή έξι λεπτά. Η αξία του, και τελικά η χρηματική αποτίμησή του, μειώνονται σε τεράστιο βαθμό. Ο ιδιοκτήτης του κεφαλαίου έχει κάθε συμφέρον ο εργάτης να παράγει όσο το δυνατόν περισσότερο στην ώρα εργασίας για την οποία πληρώνεται. Αν τον υποχρεώσει να εργάζεται με μια μηχανή, όπως στο παραπάνω παράδειγμα, ο εργάτης κατασκευάζει πολύ περισσότερα πουκάμισα και επομένως αποφέρει πολύ υψηλότερο κέρδος στο αφεντικό του. Ολόκληρος ο καπιταλισμός υπήρξε μια διαρκής επινόηση νέων τεχνολογιών των οποίων ο στόχος ήταν να εξοικονομήσουν εργατική δύναμη, δηλαδή να παράγουν περισσότερα προϊόντα με λιγότερη εργατική δύναμη. Όμως, σε ένα καθεστώς όπου η αξία δίνεται από την εργασία, από τη «δαπάνη μυών, νεύρων και εγκεφάλου» (Μαρξ), εμπεριέχεται ένα πρόβλημα: η αξία κάθε προϊόντος μειώνεται και, κατά συνέπεια, μειώνονται επίσης η υπεραξία και τελικά το κέρδος που μπορεί να αποδώσει το εν λόγω προϊόν. Είναι μια κεντρική αντίφαση που συνόδευσε τον καπιταλισμό από τις απαρχές του και η οποία δεν επιλύθηκε ποτέ. Ο καπιταλισμός δεν είναι μια οργανωμένη κοινωνία, αλλά βασίζεται σ’ ένα διαρκή ανταγωνισμό, όπου κάθε οικονομικός φορέας δεν ενεργεί παρά για λογαριασμό του. Κάθε ιδιοκτήτης κεφαλαίου που εισάγει μια καινούρια μηχανή πραγματοποιεί ένα κέρδος πολύ μεγαλύτερο από τους ανταγωνιστές του, εξασφαλίζοντας περισσότερα προϊόντα από τους εργάτες του. Είναι επομένως αναπόφευκτο κάθε νέα εφεύρεση που εξοικονομεί εργασία να εφαρμόζεται στην πράξη. Ο ιδιοκτήτης κεφαλαίου που το κάνει αυτό, πραγματοποιεί σε μια πρώτη φάση ένα επιπλέον κέρδος. Σύντομα ωστόσο, οι άλλοι καπιταλιστές τον μιμούνται, και ένα νέο, πιο υψηλό, επίπεδο παραγωγικότητας καθιερώνεται. Έτσι, το επιπλέον κέρδος εξαφανίζεται μέχρι την επόμενη εφεύρεση. Αυτό σημαίνει ότι αν ένα πουκάμισο δεν «εμπεριέχει» πια μία ώρα εργασίας, αλλά μόνο έξι λεπτά, το κέρδος που αποφέρει αυτό το πουκάμισο μειώνεται επίσης. Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένα ποσοστό υπερεργασίας, και άρα κέρδους, 10%[2]. Ένα πουκάμισο, για την παραγωγή του οποίου χρειάζεται μία ώρα, εμπεριέχει έξι λεπτά υπερεργασίας και ένα αντίστοιχο κέρδος με χρηματικούς όρους. Όμως, αν μόνο έξι λεπτά είναι απαραίτητα για να παραχθεί ένα πουκάμισο, αυτό δεν εμπεριέχει παρά 36 δευτερόλεπτα υπερεργασίας, που είναι η πηγή του κέρδους. Ο καπιταλιστής που εισάγει μια τεχνολογία η οποία αντικαθιστά τη ζωντανή εργασία πραγματοποιεί άμεσα ένα κέρδος για τον εαυτό του, αλλά συμβάλλει επίσης αθέλητα στη μείωση του ποσοστού του γενικού κέρδους. Κατά συνέπεια, η ίδια η καπιταλιστική λογική που ωθεί στη χρήση των τεχνολογιών καταλήγει να πριονίζει το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται ολόκληρο το σύστημα.
Αν δεν υπήρχαν άλλοι εμπλεκόμενοι παράγοντες, ο τρόπος καπιταλιστικής παραγωγής δεν θα διαρκούσε για μεγάλο διάστημα. Ωστόσο, υπάρχουν αντισταθμιστικοί μηχανισμοί. Ο πιο σημαντικός ανάμεσά τους είναι η διαρκής αύξηση της παραγωγής. Αν, στο συγκεκριμένο παράδειγμα, κάθε ξεχωριστό πουκάμισο εμπεριέχει το ένα δέκατο του κέρδους που εξασφάλιζε στο παρελθόν το πουκάμισο που κατασκεύαζε ο ράφτης, τότε αρκεί να παραχθούν όχι δέκα, αλλά δώδεκα πουκάμισα, αντί για ένα, προκειμένου να αντισταθμιστεί, ή ακόμη και να υπερ-αντισταθμιστεί, η μείωση του κέρδους. Σε ολόκληρη την ιστορία του καπιταλισμού υπήρχε μια διαρκής αύξηση της παραγωγής προϊόντων, έτσι ώστε η μείωση του παραγόμενου κέρδους σε κάθε μεμονωμένο προϊόν να αντισταθμίζεται και με το παραπάνω από τη συνολική αύξηση της μάζας των προϊόντων. Έτσι, δώδεκα πουκάμισα, από τα οποία το καθένα εμπεριέχει ένα ελάχιστο μέρος του κέρδους, αποφέρουν τελικά μεγαλύτερα κέρδη από ένα πουκάμισο με μεγάλο κέρδος. Αυτό εξηγεί επίσης την ατέρμονη αναζήτηση όλο και πιο νέων τομέων αξιοποίησης. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της αυτοκινητοβιομηχανίας: ένα προϊόν που, αρχικά, ήταν προϊόν πολυτελείας, έγινε κοινής χρήσης μετά το Βʹ Παγκόσμιο Πόλεμο, ανοίγοντας ένα τεράστιο πεδίο νέων κερδών. Ωστόσο, όλα αυτά μόλις που κατάφερναν να αντισταθμίζουν την ενδημική τάση της παραγωγής όχι μόνο για τη μείωση του ποσοστού κέρδους (μόνο με αυτόν τον περιορισμένο τρόπο συζητήθηκε το πρόβλημα από τους παραδοσιακούς μαρξιστές), αλλά και της μάζας της αξίας ως τέτοιας.
Σ’ αυτή τη λογική βρίσκεται η βαθιά αιτία της οικολογικής κρίσης. Ο οικολογικός λόγος εξηγεί συχνά αυτή την κρίση ως συνέπεια μιας λανθασμένης ανθρώπινης συμπεριφοράς απέναντι στη φύση, ένα είδος απληστίας ή αρπακτικότητας του ανθρώπινου όντος ως τέτοιου. Ή ακόμη, η οικολογία παρουσιάζεται ως ένα πρόβλημα που μπορεί να λυθεί στο εσωτερικό του καπιταλισμού, με τον «πράσινο καπιταλισμό». Έτσι, γίνεται λόγος για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον οικολογικό τομέα, για μια πιο καθαρή βιομηχανία, για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για φίλτρα, για πιστώσεις διοξειδίου του άνθρακα… Στην πραγματικότητα, πολύ σπάνια σημειώνεται ότι η ίδια η οικολογική κρίση συνδέεται βαθιά με την ίδια τη λογική του καπιταλισμού. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, αναφέρουμε παραπάνω: αν δέκα πουκάμισα που παράγονται από τη βιομηχανία εμπεριέχουν το ίδιο κέρδος με ένα χειροποίητο πουκάμισο, τότε πρέπει να παραχθούν (τουλάχιστον) δέκα. Τα δέκα βιομηχανικά πουκάμισα αντιπροσωπεύουν πολύ περισσότερες πρώτες ύλες, αλλά όλα μαζί έχουν την ίδια ακριβώς αξία με ένα χειροποίητο πουκάμισο –στην πραγματικότητα, απαιτείται πάντοτε μία ώρα για να παραχθούν. Σ’ ένα καπιταλιστικό καθεστώς, είναι απαραίτητο να παραχθούν και στη συνέχεια να πουληθούν δέκα πουκάμισα –και άρα να καταναλωθούν δεκαπλάσιοι πόροι για να εξασφαλιστεί τελικά η ίδια ποσότητα αξίας, επομένως και χρημάτων.
Εδώ και δέκα χρόνια, ο καπιταλισμός αποφεύγει το τέλος του τρέχοντας διαρκώς λίγο ταχύτερα από την τάση του να καταρρεύσει, χάρη σε μια διαρκή αύξηση της παραγωγής. Όμως, αν και η αξία δεν αυξάνεται, για την ακρίβεια μειώνεται, αντίθετα, αυτό που αυξάνεται, είναι η κατανάλωση πόρων, η μόλυνση και η καταστροφή. Ο καπιταλισμός είναι σαν ένα μάγο που αναγκάζεται να ρίχνει όλον τον υλικό κόσμο στο μεγάλο καζάνι της παγκοσμιοποίησης, για να αποφύγει το σταμάτημα των πάντων. Η οικολογική κρίση δεν μπορεί να βρει τη λύση της στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος, το οποίο έχει την ανάγκη να μεγεθύνεται διαρκώς, να καταναλώνει όλο και περισσότερες πρώτες ύλες, μόνο και μόνο για να αντισταθμίσει τη μείωση της μάζας της αξίας του. Γι’ αυτό το λόγο, οι προτάσεις για «βιώσιμη ανάπτυξη» ή για «πράσινο καπιταλισμό» δεν μπορούν να οδηγήσουν πουθενά: προϋποθέτουν ότι το καπιταλιστικό κτήνος μπορεί να εξημερωθεί, δηλαδή ότι ο καπιταλισμός έχει την επιλογή να σταματήσει την ανάπτυξή του και να παραμείνει στάσιμος, περιορίζοντας έτσι τις ζημίες που παράγει. Όμως, αυτή η ελπίδα είναι μάταιη: όσο συνεχίζεται η αντικατάσταση της εργατικής δύναμης από τις τεχνολογίες, ενώ η αξία ενός προϊόντος έγκειται στην εργασία που αντιπροσωπεύει, θα υπάρχει πάντοτε ανάγκη να αναπτύσσεται η παραγωγή με υλικούς όρους, και άρα να χρησιμοποιούνται περισσότεροι πόροι και να αυξάνεται η μόλυνση σε μεγαλύτερη κλίμακα. Μπορούμε να επιθυμούμε μια άλλη μορφή κοινωνίας –αλλά όχι ένα είδος καπιταλισμού διαφορετικού από τον «πραγματικά υπαρκτό καπιταλισμό».
Είναι οι βασικές κατηγορίες του καπιταλισμού –η αφηρημένη εργασία, η αξία, το εμπόρευμα, το χρήμα, που δεν ανήκουν σε καμία περίπτωση σε κάθε τρόπο παραγωγής, αλλά μόνο στον καπιταλιστικό– αυτές οι οποίες προκαλούν τον τυφλό δυναμισμό του. Εκτός από το εξωτερικό όριο, που συνίστατο στην εξάντληση των πόρων, το καπιταλιστικό σύστημα εμπεριείχε εξαρχής ένα εσωτερικό όριο: την υποχρέωση να μειώνει –λόγω του ανταγωνισμού– τη ζωντανή εργασία η οποία αποτελεί ταυτόχρονα τη μοναδική πηγή αξίας. Εδώ και μερικές δεκαετίες, αυτό το όριο μοιάζει να έχει ξεπεραστεί, και η παραγωγή της «πραγματικής» αξίας έχει σε μεγάλο βαθμό αντικατασταθεί από την προσομοίωσή της στη χρηματοπιστωτική σφαίρα. Εξάλλου, το εξωτερικό και το εσωτερικό όριο άρχισαν να αποκαλύπτονται πλήρως την ίδια στιγμή: περίπου το 1970. Αν ο καπιταλισμός δεν μπορεί να υπάρχει παρά ως φυγή προς τα εμπρός και ως διαρκής υλική μεγέθυνση για να αντισταθμίζει τη μείωση της αξίας, μια πραγματική «αποανάπτυξη» δεν θα είναι εφικτή παρά μόνο με το τίμημα μιας συνολικής ρήξης με την παραγωγή εμπορευμάτων και χρήματος.
Οι «οπαδοί της αποανάπτυξης» σε γενικές γραμμές οπισθοχωρούν μπροστά σ’ αυτή τη συνέπεια, που μπορεί να τους φαίνεται υπερβολικά «ουτοπική». Ορισμένοι συντάσσονται με το σύνθημα «Να βγούμε από την οικονομία». Όμως, οι περισσότεροι παραμένουν στο πλαίσιο μιας «εναλλακτικής οικονομικής επιστήμης» και μοιάζουν να πιστεύουν ότι η τυραννία της ανάπτυξης δεν είναι παρά ένα είδος παρεξήγησης την οποία θα μπορούσαμε να καταπολεμήσουμε δραστικά με τη βοήθεια επιστημονικών συνεδρίων που συζητούν για τον καλύτερο τρόπο υπολογισμού του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Πολλοί οπαδοί της αποανάπτυξης πέφτουν στην παγίδα της παραδοσιακής πολιτικής, θέλουν να συμμετέχουν στις εκλογές ή να υποχρεώσουν τους βουλευτές να υπογράψουν καταστατικούς χάρτες. Μερικές φορές, η αποανάπτυξη γίνεται μάλιστα ένας λόγος λίγο σνομπ, με τον οποίο οι αστοί καταπραΰνουν το ενοχικό τους αίσθημα τους μαζεύοντας επιδεικτικά τα πεταμένα λαχανικά στο τέλος της αγοράς. Και πρέπει επίσης να αναρωτηθούμε για το λόγο που έχει δείξει ενδιαφέρον για την αποανάπτυξη μια ορισμένη «νέα δεξιά», καθώς και για τον κίνδυνο να υποπέσουμε σε ένα μονόπλευρο εγκώμιο των «παραδοσιακών» κοινωνιών στον παγκόσμιο Νότο.
Είναι κάπως ανόητο να πιστεύουμε ότι η αποανάπτυξη, ή κάτι παρόμοιο, θα μπορούσε να καταστεί η επίσημη πολιτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ο «αποαναπτυσσόμενος καπιταλισμός» είναι σχήμα οξύμωρο, το ίδιο ανέφικτος με τον «οικολογικό καπιταλισμό». Αν η αποανάπτυξη δεν θέλει να περιοριστεί στο να συνοδεύει και να δικαιολογεί την «αναπτυσσόμενη» πτώχευση της κοινωνίας –και αυτός ο κίνδυνος είναι πραγματικός: μια ρητορική της λιτότητας θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμεύσει για να χρυσώσει το χάπι των νεόπτωχων και να μετατρέψει αυτό που είναι εξαναγκασμός σε φαινομενική επιλογή, για παράδειγμα το να ψάχνει κανείς μέσα στα σκουπίδια–, πρέπει να προετοιμαστεί για συγκρούσεις και ανταγωνισμούς. Όμως, αυτοί οι ανταγωνισμοί δεν θα συμπίπτουν πλέον με τις παλαιές γραμμές διαχωρισμού που όριζε η «πάλη των τάξεων». Η απαραίτητη υπέρβαση του παραδείγματος του παραγωγισμού –και των τρόπων ζωής που το συνοδεύουν– θα συναντήσει αντιστάσεις σε όλους τους κοινωνικούς τομείς. Ένα μέρος των σημερινών «κοινωνικών αγώνων» σ’ ολόκληρο τον κόσμο είναι ουσιαστικά αγώνας για την πρόσβαση στον καπιταλιστικό πλούτο, ο οποίος δεν αμφισβητεί το χαρακτήρα αυτού του υποτιθέμενου πλούτου. Ένας κινέζος ή ένας ινδός εργάτης έχει σοβαρούς λόγους να ζητάει έναν καλύτερο μισθό, αλλά, αν τον εξασφαλίσει, είναι πιθανό να αγοράσει ένα αυτοκίνητο και να συμβάλει έτσι στην «ανάπτυξη» και στις ολέθριες συνέπειές της στο οικολογικό και κοινωνικό πεδίο. Πρέπει να ελπίζουμε ότι θα υπάρξει μια προσέγγιση ανάμεσα στους αγώνες που διεξάγονται για να βελτιωθεί η θέση των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων και τις προσπάθειες που καταβάλλονται για να ξεπεραστεί ένα κοινωνικό μοντέλο που βασίζεται στην υπερβολική ατομική κατανάλωση. Πιθανόν ορισμένα κινήματα αγροτών του παγκόσμιου Νότου να κινούνται ήδη προς αυτή την κατεύθυνση, κυρίως ανακτώντας κάποια στοιχεία των παραδοσιακών κοινωνιών, όπως η συλλογική κατοχή της γης ή η ύπαρξη μορφών αναγνώρισης του ατόμου οι οποίες δεν συνδέονται με την επίδοσή του στην αγορά.
1. Σ.τ.Μ.: Στην ελληνική γλώσσα συχνά συγχέεται η οικονομική μεγέθυνση [croissance (fr), growth (en)] και η ανάπτυξη [développement (fr), development (en)]. Στο κείμενο, ο όρος αποανάπτυξη αναφέρεται στη décroissance, δηλαδή στη μείωση της οικονομικής μεγέθυνσης (ποσοτικό χαρακτηριστικό, ενώ η ανάπτυξη αναφέρεται σε περισσότερο ποιοτικά χαρακτηριστικά).
2. Σ’ αυτό το παράδειγμα, δε λαμβάνουμε υπόψη τη διαφορά μεταξύ υπεραξίας και κέρδους.
Το κείμενο είναι προδημοσίευση από το βιβλίο Σημειώσεις της Στέπας που θα κυκλοφορήσει σύντομα από τις Εκδόσεις των Ξένων
http://www.disobey.net/hotel/
Ο λόγος περί «αποανάπτυξης»[1] είναι μία από τις σπάνιες σχετικά νέες θεωρητικές προτάσεις που εμφανίστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες. Το τμήμα του κοινού που είναι σήμερα δεκτικό στο λόγο περί «αποανάπτυξης» είναι ακόμη αρκετά περιορισμένο. Ωστόσο, είναι αναμφίβολα αναπτυσσόμενο. Αυτό οφείλεται σε μια συνειδητοποίηση μπροστά στην ολοφάνερη πραγματικότητα ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού μάς οδηγεί σε μια οικολογική καταστροφή, και δεν θα λύσουν το πρόβλημα λίγα παραπάνω φίλτρα ή λίγο λιγότερο ρυπογόνα αυτοκίνητα. Διαχέεται μια δυσπιστία απέναντι στην ίδια την ιδέα ότι μια διαρκής οικονομική μεγέθυνση είναι πάντοτε επιθυμητή. Ταυτόχρονα, αυξάνεται η δυσαρέσκεια σε σχέση με μια κριτική στον καπιταλισμό η οποία ουσιαστικά τον κατηγορεί για την άδικη κατανομή των προϊόντων του ή μόνο για τις «καταχρήσεις» του, όπως οι πόλεμοι και οι παραβιάσεις των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Το ενδιαφέρον για την έννοια της «αποανάπτυξης» εκφράζει την ολοένα και εντονότερη εντύπωση ότι το λάθος βρίσκεται στην ίδια την κατεύθυνση του ταξιδιού που έχει αναλάβει η κοινωνία μας, τουλάχιστον εδώ και μερικές δεκαετίες, και ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια «πολιτισμική κρίση» η οποία αφορά όλες τις αξίες της, ακόμη και στο επίπεδο της καθημερινής ζωής (λατρεία της κατανάλωσης, της ταχύτητας, της τεχνολογίας, κ.ά.). Έχουμε εισέλθει σε μια κρίση που είναι οικονομική, οικολογική και ενεργειακή ταυτόχρονα, και η «αποανάπτυξη» λαμβάνει υπόψη της όλους αυτούς τους παράγοντες και την αλληλεπίδρασή τους, αντί να επιδιώκει να «αναθερμάνει την ανάπτυξη» με τις «πράσινες τεχνολογίες», όπως κάνει ένα μέρος του οικολογισμού, ή να προτείνει απλά μια διαφορετική διαχείριση της βιομηχανικής κοινωνίας, όπως κάνει ένα μέρος της κριτικής που προέρχεται από το μαρξισμό.
Η «αποανάπτυξη» είναι επίσης αρεστή επειδή προτείνει ατομικά πρότυπα συμπεριφοράς τα οποία μπορούμε να αρχίσουμε να εφαρμόζουμε εδώ και τώρα, και επειδή ανακαλύπτει εκ νέου ουσιαστικές αρετές, όπως η αρμονική συμβίωση, η γενναιοδωρία, η εκούσια απλότητα και η δωρεά. Ωστόσο, προσελκύει το ενδιαφέρον και λόγω του ευγενούς ύφους της το οποίο μας επιτρέπει να πιστεύουμε ότι μπορούμε να πραγματοποιήσουμε μια ριζοσπαστική αλλαγή με μια γενική συναίνεση χωρίς να περάσουμε μέσα από ανταγωνισμούς και έντονες συγκρούσεις. Πρόκειται για ένα ρεφορμισμό που εμφανίζεται ως ριζοσπαστικός.
Η ιδέα της «αποανάπτυξης» έχει αναμφίβολα την αξία ότι θέλει πραγματικά να έρθει σε ρήξη με τον παραγωγισμό και τον οικονομισμό οι οποίοι για μεγάλο διάστημα αποτέλεσαν το κοινό υπόβαθρο της αστικής κοινωνίας και της μαρξιστικής κριτικής της. Μια βαθιά κριτική του καπιταλιστικού τρόπου ζωής είναι, κατ’ αρχήν, περισσότερο εμφανής στους οπαδούς της αποανάπτυξης παρά, για παράδειγμα, στους οπαδούς του νεο-εργατισμού οι οποίοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων (ιδιαίτερα η ανάπτυξη της πληροφορικής) θα οδηγήσει στην κοινωνική απελευθέρωση. Οι οπαδοί της αποανάπτυξης επιχειρούν επίσης να ανακαλύψουν στοιχεία μιας καλύτερης κοινωνίας στη σημερινή ζωή, τα οποία έχουν συχνά αφήσει ως κληρονομιά οι προκαπιταλιστικές κοινωνίες, όπως η διάθεση για δωρεά. Κατά συνέπεια, δεν διακινδυνεύουν να βασίσουν τις ελπίδες τους –όπως κάνουν κάποιοι άλλοι– στη συνέχιση της αποσύνθεσης όλων των παραδοσιακών μορφών ζωής και στη βαρβαρότητα, οι οποίες υποτίθεται ότι προετοιμάζουν μια θαυμαστή αναγέννηση.
Το πρόβλημα είναι ότι οι θεωρητικοί της αποανάπτυξης παραμένουν αρκετά αόριστοι όσον αφορά τα αίτια του ανταγωνισμού για την οικονομική μεγέθυνση. Ο Μαρξ, στην κριτική της πολιτικής οικονομίας, απέδειξε ότι η αντικατάσταση της ανθρώπινης εργατικής δύναμης με τη χρήση της τεχνολογίας μειώνει την «αξία» που αντιπροσωπεύει κάθε προϊόν, πράγμα που ωθεί τον καπιταλισμό στη διαρκή αύξηση της παραγωγής. Σ’ αυτόν το μηχανισμό βρίσκουμε τη διττή φύση του «παλαιού εχθρού» μας, του εμπορεύματος: την αξία και την αξία χρήσης, οι οποίες παράγονται από την αφηρημένη και τη συγκεκριμένη πλευρά της εργασίας αντίστοιχα. Αυτές οι δύο πλευρές δεν συνυπάρχουν ειρηνικά, αλλά διαπερνώνται από μια βίαιη αντίφαση. Ας πάρουμε (όπως κάνει και ο ίδιος ο Μαρξ) το παράδειγμα ενός ράφτη πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση. Για να φτιάξει ένα πουκάμισο, και για την παραγωγή των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί, χρειαζόταν περίπου μία ώρα. Επομένως, η «αξία» αυτού του πουκάμισου ήταν η αξία μίας ώρας. Όταν για την παραγωγή του υφάσματος και το ράψιμο εισήχθησαν οι μηχανές, αντί για ένα πουκάμισο, μπορούσε κανείς να φτιάξει δέκα σε μία ώρα. Αυτός που κατέχει αυτές τις μηχανές, οι οποίες λειτουργούν με απλούς εργάτες, θα προωθήσει στην αγορά τα πουκάμισα που παράγονται μ’ αυτόν τον τρόπο με μια τιμή πολύ χαμηλότερη από αυτή που μπορεί ο ράφτης. Στην πραγματικότητα, από τη στιγμή που μια μηχανή επιτρέπει την κατασκευή δέκα πουκάμισων σε μία ώρα, κάθε πουκάμισο δεν αντιπροσωπεύει παρά το ένα δέκατο της μίας ώρας εργασίας, δηλαδή έξι λεπτά. Η αξία του, και τελικά η χρηματική αποτίμησή του, μειώνονται σε τεράστιο βαθμό. Ο ιδιοκτήτης του κεφαλαίου έχει κάθε συμφέρον ο εργάτης να παράγει όσο το δυνατόν περισσότερο στην ώρα εργασίας για την οποία πληρώνεται. Αν τον υποχρεώσει να εργάζεται με μια μηχανή, όπως στο παραπάνω παράδειγμα, ο εργάτης κατασκευάζει πολύ περισσότερα πουκάμισα και επομένως αποφέρει πολύ υψηλότερο κέρδος στο αφεντικό του. Ολόκληρος ο καπιταλισμός υπήρξε μια διαρκής επινόηση νέων τεχνολογιών των οποίων ο στόχος ήταν να εξοικονομήσουν εργατική δύναμη, δηλαδή να παράγουν περισσότερα προϊόντα με λιγότερη εργατική δύναμη. Όμως, σε ένα καθεστώς όπου η αξία δίνεται από την εργασία, από τη «δαπάνη μυών, νεύρων και εγκεφάλου» (Μαρξ), εμπεριέχεται ένα πρόβλημα: η αξία κάθε προϊόντος μειώνεται και, κατά συνέπεια, μειώνονται επίσης η υπεραξία και τελικά το κέρδος που μπορεί να αποδώσει το εν λόγω προϊόν. Είναι μια κεντρική αντίφαση που συνόδευσε τον καπιταλισμό από τις απαρχές του και η οποία δεν επιλύθηκε ποτέ. Ο καπιταλισμός δεν είναι μια οργανωμένη κοινωνία, αλλά βασίζεται σ’ ένα διαρκή ανταγωνισμό, όπου κάθε οικονομικός φορέας δεν ενεργεί παρά για λογαριασμό του. Κάθε ιδιοκτήτης κεφαλαίου που εισάγει μια καινούρια μηχανή πραγματοποιεί ένα κέρδος πολύ μεγαλύτερο από τους ανταγωνιστές του, εξασφαλίζοντας περισσότερα προϊόντα από τους εργάτες του. Είναι επομένως αναπόφευκτο κάθε νέα εφεύρεση που εξοικονομεί εργασία να εφαρμόζεται στην πράξη. Ο ιδιοκτήτης κεφαλαίου που το κάνει αυτό, πραγματοποιεί σε μια πρώτη φάση ένα επιπλέον κέρδος. Σύντομα ωστόσο, οι άλλοι καπιταλιστές τον μιμούνται, και ένα νέο, πιο υψηλό, επίπεδο παραγωγικότητας καθιερώνεται. Έτσι, το επιπλέον κέρδος εξαφανίζεται μέχρι την επόμενη εφεύρεση. Αυτό σημαίνει ότι αν ένα πουκάμισο δεν «εμπεριέχει» πια μία ώρα εργασίας, αλλά μόνο έξι λεπτά, το κέρδος που αποφέρει αυτό το πουκάμισο μειώνεται επίσης. Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένα ποσοστό υπερεργασίας, και άρα κέρδους, 10%[2]. Ένα πουκάμισο, για την παραγωγή του οποίου χρειάζεται μία ώρα, εμπεριέχει έξι λεπτά υπερεργασίας και ένα αντίστοιχο κέρδος με χρηματικούς όρους. Όμως, αν μόνο έξι λεπτά είναι απαραίτητα για να παραχθεί ένα πουκάμισο, αυτό δεν εμπεριέχει παρά 36 δευτερόλεπτα υπερεργασίας, που είναι η πηγή του κέρδους. Ο καπιταλιστής που εισάγει μια τεχνολογία η οποία αντικαθιστά τη ζωντανή εργασία πραγματοποιεί άμεσα ένα κέρδος για τον εαυτό του, αλλά συμβάλλει επίσης αθέλητα στη μείωση του ποσοστού του γενικού κέρδους. Κατά συνέπεια, η ίδια η καπιταλιστική λογική που ωθεί στη χρήση των τεχνολογιών καταλήγει να πριονίζει το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται ολόκληρο το σύστημα.
Αν δεν υπήρχαν άλλοι εμπλεκόμενοι παράγοντες, ο τρόπος καπιταλιστικής παραγωγής δεν θα διαρκούσε για μεγάλο διάστημα. Ωστόσο, υπάρχουν αντισταθμιστικοί μηχανισμοί. Ο πιο σημαντικός ανάμεσά τους είναι η διαρκής αύξηση της παραγωγής. Αν, στο συγκεκριμένο παράδειγμα, κάθε ξεχωριστό πουκάμισο εμπεριέχει το ένα δέκατο του κέρδους που εξασφάλιζε στο παρελθόν το πουκάμισο που κατασκεύαζε ο ράφτης, τότε αρκεί να παραχθούν όχι δέκα, αλλά δώδεκα πουκάμισα, αντί για ένα, προκειμένου να αντισταθμιστεί, ή ακόμη και να υπερ-αντισταθμιστεί, η μείωση του κέρδους. Σε ολόκληρη την ιστορία του καπιταλισμού υπήρχε μια διαρκής αύξηση της παραγωγής προϊόντων, έτσι ώστε η μείωση του παραγόμενου κέρδους σε κάθε μεμονωμένο προϊόν να αντισταθμίζεται και με το παραπάνω από τη συνολική αύξηση της μάζας των προϊόντων. Έτσι, δώδεκα πουκάμισα, από τα οποία το καθένα εμπεριέχει ένα ελάχιστο μέρος του κέρδους, αποφέρουν τελικά μεγαλύτερα κέρδη από ένα πουκάμισο με μεγάλο κέρδος. Αυτό εξηγεί επίσης την ατέρμονη αναζήτηση όλο και πιο νέων τομέων αξιοποίησης. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της αυτοκινητοβιομηχανίας: ένα προϊόν που, αρχικά, ήταν προϊόν πολυτελείας, έγινε κοινής χρήσης μετά το Βʹ Παγκόσμιο Πόλεμο, ανοίγοντας ένα τεράστιο πεδίο νέων κερδών. Ωστόσο, όλα αυτά μόλις που κατάφερναν να αντισταθμίζουν την ενδημική τάση της παραγωγής όχι μόνο για τη μείωση του ποσοστού κέρδους (μόνο με αυτόν τον περιορισμένο τρόπο συζητήθηκε το πρόβλημα από τους παραδοσιακούς μαρξιστές), αλλά και της μάζας της αξίας ως τέτοιας.
Σ’ αυτή τη λογική βρίσκεται η βαθιά αιτία της οικολογικής κρίσης. Ο οικολογικός λόγος εξηγεί συχνά αυτή την κρίση ως συνέπεια μιας λανθασμένης ανθρώπινης συμπεριφοράς απέναντι στη φύση, ένα είδος απληστίας ή αρπακτικότητας του ανθρώπινου όντος ως τέτοιου. Ή ακόμη, η οικολογία παρουσιάζεται ως ένα πρόβλημα που μπορεί να λυθεί στο εσωτερικό του καπιταλισμού, με τον «πράσινο καπιταλισμό». Έτσι, γίνεται λόγος για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον οικολογικό τομέα, για μια πιο καθαρή βιομηχανία, για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για φίλτρα, για πιστώσεις διοξειδίου του άνθρακα… Στην πραγματικότητα, πολύ σπάνια σημειώνεται ότι η ίδια η οικολογική κρίση συνδέεται βαθιά με την ίδια τη λογική του καπιταλισμού. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, αναφέρουμε παραπάνω: αν δέκα πουκάμισα που παράγονται από τη βιομηχανία εμπεριέχουν το ίδιο κέρδος με ένα χειροποίητο πουκάμισο, τότε πρέπει να παραχθούν (τουλάχιστον) δέκα. Τα δέκα βιομηχανικά πουκάμισα αντιπροσωπεύουν πολύ περισσότερες πρώτες ύλες, αλλά όλα μαζί έχουν την ίδια ακριβώς αξία με ένα χειροποίητο πουκάμισο –στην πραγματικότητα, απαιτείται πάντοτε μία ώρα για να παραχθούν. Σ’ ένα καπιταλιστικό καθεστώς, είναι απαραίτητο να παραχθούν και στη συνέχεια να πουληθούν δέκα πουκάμισα –και άρα να καταναλωθούν δεκαπλάσιοι πόροι για να εξασφαλιστεί τελικά η ίδια ποσότητα αξίας, επομένως και χρημάτων.
Εδώ και δέκα χρόνια, ο καπιταλισμός αποφεύγει το τέλος του τρέχοντας διαρκώς λίγο ταχύτερα από την τάση του να καταρρεύσει, χάρη σε μια διαρκή αύξηση της παραγωγής. Όμως, αν και η αξία δεν αυξάνεται, για την ακρίβεια μειώνεται, αντίθετα, αυτό που αυξάνεται, είναι η κατανάλωση πόρων, η μόλυνση και η καταστροφή. Ο καπιταλισμός είναι σαν ένα μάγο που αναγκάζεται να ρίχνει όλον τον υλικό κόσμο στο μεγάλο καζάνι της παγκοσμιοποίησης, για να αποφύγει το σταμάτημα των πάντων. Η οικολογική κρίση δεν μπορεί να βρει τη λύση της στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος, το οποίο έχει την ανάγκη να μεγεθύνεται διαρκώς, να καταναλώνει όλο και περισσότερες πρώτες ύλες, μόνο και μόνο για να αντισταθμίσει τη μείωση της μάζας της αξίας του. Γι’ αυτό το λόγο, οι προτάσεις για «βιώσιμη ανάπτυξη» ή για «πράσινο καπιταλισμό» δεν μπορούν να οδηγήσουν πουθενά: προϋποθέτουν ότι το καπιταλιστικό κτήνος μπορεί να εξημερωθεί, δηλαδή ότι ο καπιταλισμός έχει την επιλογή να σταματήσει την ανάπτυξή του και να παραμείνει στάσιμος, περιορίζοντας έτσι τις ζημίες που παράγει. Όμως, αυτή η ελπίδα είναι μάταιη: όσο συνεχίζεται η αντικατάσταση της εργατικής δύναμης από τις τεχνολογίες, ενώ η αξία ενός προϊόντος έγκειται στην εργασία που αντιπροσωπεύει, θα υπάρχει πάντοτε ανάγκη να αναπτύσσεται η παραγωγή με υλικούς όρους, και άρα να χρησιμοποιούνται περισσότεροι πόροι και να αυξάνεται η μόλυνση σε μεγαλύτερη κλίμακα. Μπορούμε να επιθυμούμε μια άλλη μορφή κοινωνίας –αλλά όχι ένα είδος καπιταλισμού διαφορετικού από τον «πραγματικά υπαρκτό καπιταλισμό».
Είναι οι βασικές κατηγορίες του καπιταλισμού –η αφηρημένη εργασία, η αξία, το εμπόρευμα, το χρήμα, που δεν ανήκουν σε καμία περίπτωση σε κάθε τρόπο παραγωγής, αλλά μόνο στον καπιταλιστικό– αυτές οι οποίες προκαλούν τον τυφλό δυναμισμό του. Εκτός από το εξωτερικό όριο, που συνίστατο στην εξάντληση των πόρων, το καπιταλιστικό σύστημα εμπεριείχε εξαρχής ένα εσωτερικό όριο: την υποχρέωση να μειώνει –λόγω του ανταγωνισμού– τη ζωντανή εργασία η οποία αποτελεί ταυτόχρονα τη μοναδική πηγή αξίας. Εδώ και μερικές δεκαετίες, αυτό το όριο μοιάζει να έχει ξεπεραστεί, και η παραγωγή της «πραγματικής» αξίας έχει σε μεγάλο βαθμό αντικατασταθεί από την προσομοίωσή της στη χρηματοπιστωτική σφαίρα. Εξάλλου, το εξωτερικό και το εσωτερικό όριο άρχισαν να αποκαλύπτονται πλήρως την ίδια στιγμή: περίπου το 1970. Αν ο καπιταλισμός δεν μπορεί να υπάρχει παρά ως φυγή προς τα εμπρός και ως διαρκής υλική μεγέθυνση για να αντισταθμίζει τη μείωση της αξίας, μια πραγματική «αποανάπτυξη» δεν θα είναι εφικτή παρά μόνο με το τίμημα μιας συνολικής ρήξης με την παραγωγή εμπορευμάτων και χρήματος.
Οι «οπαδοί της αποανάπτυξης» σε γενικές γραμμές οπισθοχωρούν μπροστά σ’ αυτή τη συνέπεια, που μπορεί να τους φαίνεται υπερβολικά «ουτοπική». Ορισμένοι συντάσσονται με το σύνθημα «Να βγούμε από την οικονομία». Όμως, οι περισσότεροι παραμένουν στο πλαίσιο μιας «εναλλακτικής οικονομικής επιστήμης» και μοιάζουν να πιστεύουν ότι η τυραννία της ανάπτυξης δεν είναι παρά ένα είδος παρεξήγησης την οποία θα μπορούσαμε να καταπολεμήσουμε δραστικά με τη βοήθεια επιστημονικών συνεδρίων που συζητούν για τον καλύτερο τρόπο υπολογισμού του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Πολλοί οπαδοί της αποανάπτυξης πέφτουν στην παγίδα της παραδοσιακής πολιτικής, θέλουν να συμμετέχουν στις εκλογές ή να υποχρεώσουν τους βουλευτές να υπογράψουν καταστατικούς χάρτες. Μερικές φορές, η αποανάπτυξη γίνεται μάλιστα ένας λόγος λίγο σνομπ, με τον οποίο οι αστοί καταπραΰνουν το ενοχικό τους αίσθημα τους μαζεύοντας επιδεικτικά τα πεταμένα λαχανικά στο τέλος της αγοράς. Και πρέπει επίσης να αναρωτηθούμε για το λόγο που έχει δείξει ενδιαφέρον για την αποανάπτυξη μια ορισμένη «νέα δεξιά», καθώς και για τον κίνδυνο να υποπέσουμε σε ένα μονόπλευρο εγκώμιο των «παραδοσιακών» κοινωνιών στον παγκόσμιο Νότο.
Είναι κάπως ανόητο να πιστεύουμε ότι η αποανάπτυξη, ή κάτι παρόμοιο, θα μπορούσε να καταστεί η επίσημη πολιτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ο «αποαναπτυσσόμενος καπιταλισμός» είναι σχήμα οξύμωρο, το ίδιο ανέφικτος με τον «οικολογικό καπιταλισμό». Αν η αποανάπτυξη δεν θέλει να περιοριστεί στο να συνοδεύει και να δικαιολογεί την «αναπτυσσόμενη» πτώχευση της κοινωνίας –και αυτός ο κίνδυνος είναι πραγματικός: μια ρητορική της λιτότητας θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμεύσει για να χρυσώσει το χάπι των νεόπτωχων και να μετατρέψει αυτό που είναι εξαναγκασμός σε φαινομενική επιλογή, για παράδειγμα το να ψάχνει κανείς μέσα στα σκουπίδια–, πρέπει να προετοιμαστεί για συγκρούσεις και ανταγωνισμούς. Όμως, αυτοί οι ανταγωνισμοί δεν θα συμπίπτουν πλέον με τις παλαιές γραμμές διαχωρισμού που όριζε η «πάλη των τάξεων». Η απαραίτητη υπέρβαση του παραδείγματος του παραγωγισμού –και των τρόπων ζωής που το συνοδεύουν– θα συναντήσει αντιστάσεις σε όλους τους κοινωνικούς τομείς. Ένα μέρος των σημερινών «κοινωνικών αγώνων» σ’ ολόκληρο τον κόσμο είναι ουσιαστικά αγώνας για την πρόσβαση στον καπιταλιστικό πλούτο, ο οποίος δεν αμφισβητεί το χαρακτήρα αυτού του υποτιθέμενου πλούτου. Ένας κινέζος ή ένας ινδός εργάτης έχει σοβαρούς λόγους να ζητάει έναν καλύτερο μισθό, αλλά, αν τον εξασφαλίσει, είναι πιθανό να αγοράσει ένα αυτοκίνητο και να συμβάλει έτσι στην «ανάπτυξη» και στις ολέθριες συνέπειές της στο οικολογικό και κοινωνικό πεδίο. Πρέπει να ελπίζουμε ότι θα υπάρξει μια προσέγγιση ανάμεσα στους αγώνες που διεξάγονται για να βελτιωθεί η θέση των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων και τις προσπάθειες που καταβάλλονται για να ξεπεραστεί ένα κοινωνικό μοντέλο που βασίζεται στην υπερβολική ατομική κατανάλωση. Πιθανόν ορισμένα κινήματα αγροτών του παγκόσμιου Νότου να κινούνται ήδη προς αυτή την κατεύθυνση, κυρίως ανακτώντας κάποια στοιχεία των παραδοσιακών κοινωνιών, όπως η συλλογική κατοχή της γης ή η ύπαρξη μορφών αναγνώρισης του ατόμου οι οποίες δεν συνδέονται με την επίδοσή του στην αγορά.
1. Σ.τ.Μ.: Στην ελληνική γλώσσα συχνά συγχέεται η οικονομική μεγέθυνση [croissance (fr), growth (en)] και η ανάπτυξη [développement (fr), development (en)]. Στο κείμενο, ο όρος αποανάπτυξη αναφέρεται στη décroissance, δηλαδή στη μείωση της οικονομικής μεγέθυνσης (ποσοτικό χαρακτηριστικό, ενώ η ανάπτυξη αναφέρεται σε περισσότερο ποιοτικά χαρακτηριστικά).
2. Σ’ αυτό το παράδειγμα, δε λαμβάνουμε υπόψη τη διαφορά μεταξύ υπεραξίας και κέρδους.
Το κείμενο είναι προδημοσίευση από το βιβλίο Σημειώσεις της Στέπας που θα κυκλοφορήσει σύντομα από τις Εκδόσεις των Ξένων
http://www.disobey.net/hotel/
Labels:
Άνσελμ Γιάπε,
αποανάπτυξη,
Εργασία,
Κρίση,
Τεχνολογία,
Gruppe Krisis
Οι πυροβολισμοί των ρολογιών από τους εργάτες στο Παρίσι το 1830 και η κατάληψη του San Cristóbal de las Casas από τους Ζαπατίστας το 1994
Μερικές σημειώσεις σχετικά με την ασυνέχεια
Του Sergio Tischler
1
Ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα που έχουν αναδείξει τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα είναι το ζήτημα του χρόνου. Την 1η Ιανουαρίου του 1994, οι Ζαπατίστας μας δίδαξαν ότι το να ονειρευτούμε έναν διαφορετικό κόσμο δεν είναι μόνο εφικτό αλλά ότι αυτό είναι το ζωντανό όνειρο της αξιοπρέπειας και της πάλης. Δεν πυροβόλησαν με τα όπλα τους τα ρολόγια, όπως έκαναν το 1830 οι εξεγερμένοι εργάτες στο Παρίσι για να ανατρέψουν συμβολικά το χρόνο της καπιταλιστικής εργασίας, τον ορθολογιστικό μηχανισμό που οργανώνει τη ζωή προκειμένου να εξυπηρετήσει την αστική εξουσία. Το έκαναν με διαφορετικό τρόπο. Οι ιθαγενείς αντάρτες κατέλαβαν τα χωριά San Cristóbal de las Casa, Altamirano, Las Margaritas, Ocosigno, Oxchuc, Huixtán και Chanal. Η Παράνομη Επαναστατική Ιθαγενική Επιτροπή-Γενική Διοίκηση (CCRI-CG) του EZLN δημοσιοποίησε την 1η Διακήρυξη της Ζούγκλας Lacandona, με την οποία κήρυξε τον πόλεμο στην κυβέρνηση του Carlos Salinas de Cortari με σκοπό την αντίσταση στο σχέδιο θανάτου ενάντια στον ιθαγενικό πληθυσμό σύμφωνα με τη Συνθήκη για το Ελεύθερο Εμπόριο ανάμεσα στο Μεξικό και τις ΗΠΑ και ανακοίνωσε τον αγώνα της για τη δημοκρατία, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη για όλους τους μεξικανούς. Αυτή τη φορά ήταν οι ιθαγενείς από τις κοινότητες της Τσιάπας, αλλά ο εχθρός δεν ήταν πολύ διαφορετικός: ήταν αντιμέτωποι με τον χρόνο της καπιταλιστικής εργασίας του νεοφιλελεύθερου εκσυγχρονιστικού σχεδίου.
2
Εμπνεόμενοι από τον Walter Benjamin μπορούμε να ρωτήσουμε: Ποιος μυστικός σύνδεσμος υφίσταται ανάμεσα στους παρισινούς εργάτες του 1830 και τους Ζαπατίστας; Η ερώτηση μπορεί να επεκταθεί: Ποιος μυστικός σύνδεσμος υπάρχει ανάμεσα στις γενιές του 1848, του 1830, του 1871, του 1968, του 1910 και του 1917 και στις γενιές που τώρα αγωνίζονται; Η απάντηση δεν είναι απλή, επειδή δεν επιλύεται γραμμικά ούτε μηχανιστικά μέσω μιας συλλογιστικής αιτίας-αποτελέσματος. Ο σύνδεσμος δεν είναι η συνέχεια αλλά η ρήξη, η ρήξη με τον συνεχή χρόνο της ηγεμονίας. Και η διάρρηξη του συνεχούς χρόνου εκφράζεται με τη μορφή του αστερισμού. Εκείνοι οι αστερισμοί αποτέλεσαν ρωγμές στην ηγεμονία και στιγμές πραγματικής και συμβολικής κατάργησης του χρόνου ως εξωτερική και αποξενωμένη μορφή, δηλαδή στιγμές κατάργησης της Ιστορίας ως Γενικής Ιστορίας σύμφωνα με την γραμμική αστική ιδέα της εξέλιξης. Καθένα από αυτά τα συμβάντα προσλαμβάνει τη δραματική διάσταση της κατάργησης του χρόνου ως μορφή αναπαραγωγής μιας ζωής που κυριαρχείται από εξουσίες και θεσμούς που γεννιούνται από την αδικία και την παρατείνουν. Έτσι, μπορεί να κατανοηθεί γιατί υπάρχει μεγαλύτερη εγγύτητα, συμφωνία και κατανόηση ανάμεσα σε έναν εργάτη του Παρισιού το 1830 και τους Ζαπατίστας απ’ ό,τι ανάμεσα σε ένα Συμβούλιο Καλής Διακυβέρνησης του Oventik και στον Felipe Calderón. Ο παρισινός εργάτης που πυροβόλησε τα ρολόγια το 1830, όπως και ο ιθαγενής ζαπατίστα που κατέλαβε με επίθεση την πόλη του San Cristóbal τα ξημερώματα της πρωτοχρονιάς του 1994, ανήκουν στο μέλλον, είναι το νέο που ακόμη δεν έχει εντελώς φανεί και που αναγγέλλει την κατάργηση-υπέρβαση του χρόνου και της Καθολικής Ιστορίας ως μορφών που καταπιέζουν την ύπαρξη. Αποτελούν μια προκαταβολική μορφή ενός μέλλοντος που αποτελεί κομμάτι του εδώ και τώρα της επαναστατικής δράσης των Ζαπατίστας με στόχο τον μετασχηματισμό του παρόντος.
3
Αλλά παραμένει η ερώτηση: Αυτή η μορφή χρονικότητας που δεν έχει πραγματωθεί, δεν θα είναι σχεδόν η επιβεβαίωση μιας αποτυχίας, η απόδειξη μια ανορθολογικής ουτοπίας χωρίς ιστορική βάση, ο τρόπος να επινοήσουμε ένα νόημα ως απάντηση στην οδύνη ενός κόσμου που είναι άβυσσος; Αν επικεντρωθούμε στην καθαρά αντικειμενική πτυχή, του κόσμου που υπάρχει και έχει υπάρξει, τότε μας μένει η εντύπωση πως οι επαναστάσεις έχουν αποτύχει και αυτό που μας άφησαν είναι η πικρή γεύση της ήττας και της απογοήτευσης. Υπ’ αυτή την έννοια, καμία επανάσταση δεν κατάφερε να μας βγάλει από την άβυσσο, μάλλον υπήρξε κομμάτι αυτής της περιοχής. Αλλά αν καταφέρουμε να δούμε λίγο πιο μακριά, την ανάποδη πλευρά του εμπράγματου κελύφους των επαναστάσεων, δηλαδή να πάμε πέρα από την υποβάθμισή τους σε απλή στρατηγική και φόρμουλα εξουσίας, τότε μπορούμε να δούμε πως όλες αυτές ωθούνταν από το όνειρο της πραγμάτωσης ενός κόσμου όπου το πάνω και το κάτω θα έχουν καταργηθεί. Αυτή είναι η παιγνιώδης και καρναβαλική πλευρά των επαναστάσεων, η πιο ριζικά απελευθερωτική όψη τους. Ωστόσο, η ιλιγγιώδης κίνηση των επαναστάσεων που θριαμβεύουν μέσα από τη μορφή Κράτος δεν μπορεί παρά να πυρπολήσει αυτή την δύναμη. Σ’ αυτό ταυτίζονται το 1789 και το 1917. Μια επανάσταση που καταλήγει στην θεσμοποίηση του χρόνου είναι άρνηση της επανάστασης, καθώς επιμηκύνει την, κενή και αφηρημένη, χρονικότητα της εξουσίας, με τη μορφή του ιστορικού συνεχούς. Η θεσμοποίηση του επαναστατικού χρόνου στη μορφή Κράτος είναι ένας τρόπος οργάνωσης του χρόνου ως πράξη άρνησης της αυτοχειραφετικής κίνησης.
4
Βλέποντας έτσι τα πράγματα, η ιστορία και ο κόσμος μοιάζουν με θέαμα όπου η πανουργία του χρόνου ως εξουσία και μορφή ύπαρξης που καθυποτάσσει τους ανθρώπους κοροϊδεύει όλες τις μορφές που επεδίωξαν να την υπερβούν. Οι επαναστάσεις που διακήρυξαν ότι θα αντικαταστήσουν την εργαλειακή μορφή της εξουσίας με την φαντασία και την ποίηση, όπως ο Μάης του ’68 στο Παρίσι, εξανεμίστηκαν γρήγορα. Ο χρόνος τους ήταν το εφήμερο. Όσες διακήρυξαν την αναγκαιότητα της εργαλειακής μορφής της εξουσίας ως μέσο για να υπερβούν την αστική μορφή των κοινωνικών σχέσεων κατέληξαν εκεί που όλοι ξέρουμε. Τουλάχιστον, έγινε ξεκάθαρο ότι ο χρόνος της μορφής Κράτος δεν είναι κάτι ανταγωνιστικό προς τον χρόνο του κεφαλαίου. Στον πυρήνα του υπάρχει η αφηρημένη μορφή της εργασίας και του χρόνου. Μοιάζει, λοιπόν, να είμαστε παγιδευμένοι σε μια φαύλη διαλεκτική όπου το εφήμερο του «πλήρους χρόνου» επιβεβαιώνει την υπεροχή του κενού και συνεχούς χρόνου ως πραγμοποιημένη μορφή του εξορθολογισμού του κόσμου.
5
Μπορούν τα κοινωνικά κινήματα να συνεισφέρουν στην έξοδο από αυτό το τραγικό δίλημμα; Όχι χωρίς αντιφάσεις. Ένα μεγάλο μέρος των κοινωνικών κινημάτων δεν αμφισβητούν τη χρονική λογική του συστήματος, αλλά υπάρχουν ορισμένα που την ξεπερνούν συνειδητά. Υπ’ αυτή την έννοια, ανάμεσα σε άλλες εκδηλώσεις, όπως αυτές του κινήματος για έναν εναλλακτικό κόσμο, ορισμένες μορφές των piqueteros και της αυτόνομης αριστεράς στην Αργεντινή και του κινήματος Χωρίς Γη, η πολιτική μορφή-ζαπατίστα είναι θεμελιώδης. Ασκεί ανοιχτή κριτική στη μορφή Κράτος ως έκφραση μιας χρονικότητας της εξουσίας την οποία πρέπει να ξεπεράσουμε με το «Κυβερνάμε υπακούοντας» και παρουσιάζει μια οριζόντια οδό προς την ανάδειξη της χρονικότητας του αυτοκαθορισμού με το «Προχωράμε ρωτώντας». Αυτή η νέα χρονικότητα δεν είναι μια πυκνή έκρηξη που συγκρατείται στο εφήμερο, παρόλο που μπορούν να προκύψουν από αυτή άλλες διαδικασίες (όπως στον γαλλικό ’68), ούτε ο ομογενής χρόνος, συμπαγής και διαχειρίσιμος από ένα πολιτικό κόμμα. Αφορά την ενδιάμεση μορφή ενός νέου χρόνου που δεν πρέπει να συγχέεται με την τυχαία μεταμοντέρνα καθιέρωση της μικροπολιτικής. Αυτή η μορφή αποσκοπεί σε έναν χρόνο κοινό αλλά ετερογενή. Έναν χρόνο όπου η ιδιαιτερότητα δεν εξαλείφεται αλλά μπορεί να αποκαλυφθεί ως κριτική δύναμη, έναν χρόνο που μπορεί να γίνει αντιληπτός ως πάλη ή ως αστερισμός. Η πολιτική μορφή-ζαπατίστα επιτρέπει να σκεφτούμε-επιθυμήσουμε μια χρονικότητα με τα παρακάτω χαρακτηριστικά: α) πάλη ενάντια στον ομογενή χρόνο του κεφαλαίου και της μορφής Κράτος, β) ανάδειξη μιας νέας χρονικότητας που δεν είναι συνεχές, που δεν αποτελεί συνέχεια αλλά δημιουργία του καινούργιου με αφετηρία τα κατώφλια ενός ετερογενούς χρόνου, γ) ο ορίζοντας της ασυνέχειας ως μορφή που πηγαίνει πέρα από τη μορφή κεφάλαιο και τη μορφή Κράτος.
6
Με τις αντιφάσεις και τα υποτιθέμενα «λάθη τακτικής», για τους γνωστούς λόγους, ο ζαπατισμός είναι μία από τις εξέχουσες εκφράσεις ενός νέου αστερισμού της πάλης των τάξεων στον κόσμο. Το ζαπατιστικό λεξιλόγιο είναι μέρος της μορφής του.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Άτομο και χρόνος
Το άτομο αναπαριστώμενο ως κατηγορία αυτο-επαρκή αποτελεί την κατάργηση του συλλογικού χρόνου και την καθυπόταξή του στην αφαίρεση του γραμμικού χρόνου. Το άτομο, με τη συγκεκριμένη αστική έννοια, υπονοεί μια κοινωνική σχέση που βασίζεται στην πραγματική αφαίρεση και στη βία αυτής της αφαίρεσης. Ο πραγματικός δεσμός ανάμεσα στο άτομο και στο συλλογικό είναι η ρωγμή της υπέρβασης αυτής αφαίρεσης. Το συλλογικό σώμα είναι μια χρονικότητα πλήρης (πόνου και ελπίδας).
Πρωτότυπο κείμενο: Sergio Tischler, “Los disparos de los obreros de París contra los relojes en 1830 y la toma de San Cristóbal de las Casas por indígenas zapatistas en 1994. Agunas notas sobre la discontinuidad”, (2008), Bajo el Volcán, 13, Puebla: Instituto de Ciencias Sociales y Humanidades, pp. 155-159.
Μετάφραση: ratnet 2011
http://ratnet-blog.blogspot.com/
Του Sergio Tischler
1
Ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα που έχουν αναδείξει τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα είναι το ζήτημα του χρόνου. Την 1η Ιανουαρίου του 1994, οι Ζαπατίστας μας δίδαξαν ότι το να ονειρευτούμε έναν διαφορετικό κόσμο δεν είναι μόνο εφικτό αλλά ότι αυτό είναι το ζωντανό όνειρο της αξιοπρέπειας και της πάλης. Δεν πυροβόλησαν με τα όπλα τους τα ρολόγια, όπως έκαναν το 1830 οι εξεγερμένοι εργάτες στο Παρίσι για να ανατρέψουν συμβολικά το χρόνο της καπιταλιστικής εργασίας, τον ορθολογιστικό μηχανισμό που οργανώνει τη ζωή προκειμένου να εξυπηρετήσει την αστική εξουσία. Το έκαναν με διαφορετικό τρόπο. Οι ιθαγενείς αντάρτες κατέλαβαν τα χωριά San Cristóbal de las Casa, Altamirano, Las Margaritas, Ocosigno, Oxchuc, Huixtán και Chanal. Η Παράνομη Επαναστατική Ιθαγενική Επιτροπή-Γενική Διοίκηση (CCRI-CG) του EZLN δημοσιοποίησε την 1η Διακήρυξη της Ζούγκλας Lacandona, με την οποία κήρυξε τον πόλεμο στην κυβέρνηση του Carlos Salinas de Cortari με σκοπό την αντίσταση στο σχέδιο θανάτου ενάντια στον ιθαγενικό πληθυσμό σύμφωνα με τη Συνθήκη για το Ελεύθερο Εμπόριο ανάμεσα στο Μεξικό και τις ΗΠΑ και ανακοίνωσε τον αγώνα της για τη δημοκρατία, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη για όλους τους μεξικανούς. Αυτή τη φορά ήταν οι ιθαγενείς από τις κοινότητες της Τσιάπας, αλλά ο εχθρός δεν ήταν πολύ διαφορετικός: ήταν αντιμέτωποι με τον χρόνο της καπιταλιστικής εργασίας του νεοφιλελεύθερου εκσυγχρονιστικού σχεδίου.
2
Εμπνεόμενοι από τον Walter Benjamin μπορούμε να ρωτήσουμε: Ποιος μυστικός σύνδεσμος υφίσταται ανάμεσα στους παρισινούς εργάτες του 1830 και τους Ζαπατίστας; Η ερώτηση μπορεί να επεκταθεί: Ποιος μυστικός σύνδεσμος υπάρχει ανάμεσα στις γενιές του 1848, του 1830, του 1871, του 1968, του 1910 και του 1917 και στις γενιές που τώρα αγωνίζονται; Η απάντηση δεν είναι απλή, επειδή δεν επιλύεται γραμμικά ούτε μηχανιστικά μέσω μιας συλλογιστικής αιτίας-αποτελέσματος. Ο σύνδεσμος δεν είναι η συνέχεια αλλά η ρήξη, η ρήξη με τον συνεχή χρόνο της ηγεμονίας. Και η διάρρηξη του συνεχούς χρόνου εκφράζεται με τη μορφή του αστερισμού. Εκείνοι οι αστερισμοί αποτέλεσαν ρωγμές στην ηγεμονία και στιγμές πραγματικής και συμβολικής κατάργησης του χρόνου ως εξωτερική και αποξενωμένη μορφή, δηλαδή στιγμές κατάργησης της Ιστορίας ως Γενικής Ιστορίας σύμφωνα με την γραμμική αστική ιδέα της εξέλιξης. Καθένα από αυτά τα συμβάντα προσλαμβάνει τη δραματική διάσταση της κατάργησης του χρόνου ως μορφή αναπαραγωγής μιας ζωής που κυριαρχείται από εξουσίες και θεσμούς που γεννιούνται από την αδικία και την παρατείνουν. Έτσι, μπορεί να κατανοηθεί γιατί υπάρχει μεγαλύτερη εγγύτητα, συμφωνία και κατανόηση ανάμεσα σε έναν εργάτη του Παρισιού το 1830 και τους Ζαπατίστας απ’ ό,τι ανάμεσα σε ένα Συμβούλιο Καλής Διακυβέρνησης του Oventik και στον Felipe Calderón. Ο παρισινός εργάτης που πυροβόλησε τα ρολόγια το 1830, όπως και ο ιθαγενής ζαπατίστα που κατέλαβε με επίθεση την πόλη του San Cristóbal τα ξημερώματα της πρωτοχρονιάς του 1994, ανήκουν στο μέλλον, είναι το νέο που ακόμη δεν έχει εντελώς φανεί και που αναγγέλλει την κατάργηση-υπέρβαση του χρόνου και της Καθολικής Ιστορίας ως μορφών που καταπιέζουν την ύπαρξη. Αποτελούν μια προκαταβολική μορφή ενός μέλλοντος που αποτελεί κομμάτι του εδώ και τώρα της επαναστατικής δράσης των Ζαπατίστας με στόχο τον μετασχηματισμό του παρόντος.
3
Αλλά παραμένει η ερώτηση: Αυτή η μορφή χρονικότητας που δεν έχει πραγματωθεί, δεν θα είναι σχεδόν η επιβεβαίωση μιας αποτυχίας, η απόδειξη μια ανορθολογικής ουτοπίας χωρίς ιστορική βάση, ο τρόπος να επινοήσουμε ένα νόημα ως απάντηση στην οδύνη ενός κόσμου που είναι άβυσσος; Αν επικεντρωθούμε στην καθαρά αντικειμενική πτυχή, του κόσμου που υπάρχει και έχει υπάρξει, τότε μας μένει η εντύπωση πως οι επαναστάσεις έχουν αποτύχει και αυτό που μας άφησαν είναι η πικρή γεύση της ήττας και της απογοήτευσης. Υπ’ αυτή την έννοια, καμία επανάσταση δεν κατάφερε να μας βγάλει από την άβυσσο, μάλλον υπήρξε κομμάτι αυτής της περιοχής. Αλλά αν καταφέρουμε να δούμε λίγο πιο μακριά, την ανάποδη πλευρά του εμπράγματου κελύφους των επαναστάσεων, δηλαδή να πάμε πέρα από την υποβάθμισή τους σε απλή στρατηγική και φόρμουλα εξουσίας, τότε μπορούμε να δούμε πως όλες αυτές ωθούνταν από το όνειρο της πραγμάτωσης ενός κόσμου όπου το πάνω και το κάτω θα έχουν καταργηθεί. Αυτή είναι η παιγνιώδης και καρναβαλική πλευρά των επαναστάσεων, η πιο ριζικά απελευθερωτική όψη τους. Ωστόσο, η ιλιγγιώδης κίνηση των επαναστάσεων που θριαμβεύουν μέσα από τη μορφή Κράτος δεν μπορεί παρά να πυρπολήσει αυτή την δύναμη. Σ’ αυτό ταυτίζονται το 1789 και το 1917. Μια επανάσταση που καταλήγει στην θεσμοποίηση του χρόνου είναι άρνηση της επανάστασης, καθώς επιμηκύνει την, κενή και αφηρημένη, χρονικότητα της εξουσίας, με τη μορφή του ιστορικού συνεχούς. Η θεσμοποίηση του επαναστατικού χρόνου στη μορφή Κράτος είναι ένας τρόπος οργάνωσης του χρόνου ως πράξη άρνησης της αυτοχειραφετικής κίνησης.
4
Βλέποντας έτσι τα πράγματα, η ιστορία και ο κόσμος μοιάζουν με θέαμα όπου η πανουργία του χρόνου ως εξουσία και μορφή ύπαρξης που καθυποτάσσει τους ανθρώπους κοροϊδεύει όλες τις μορφές που επεδίωξαν να την υπερβούν. Οι επαναστάσεις που διακήρυξαν ότι θα αντικαταστήσουν την εργαλειακή μορφή της εξουσίας με την φαντασία και την ποίηση, όπως ο Μάης του ’68 στο Παρίσι, εξανεμίστηκαν γρήγορα. Ο χρόνος τους ήταν το εφήμερο. Όσες διακήρυξαν την αναγκαιότητα της εργαλειακής μορφής της εξουσίας ως μέσο για να υπερβούν την αστική μορφή των κοινωνικών σχέσεων κατέληξαν εκεί που όλοι ξέρουμε. Τουλάχιστον, έγινε ξεκάθαρο ότι ο χρόνος της μορφής Κράτος δεν είναι κάτι ανταγωνιστικό προς τον χρόνο του κεφαλαίου. Στον πυρήνα του υπάρχει η αφηρημένη μορφή της εργασίας και του χρόνου. Μοιάζει, λοιπόν, να είμαστε παγιδευμένοι σε μια φαύλη διαλεκτική όπου το εφήμερο του «πλήρους χρόνου» επιβεβαιώνει την υπεροχή του κενού και συνεχούς χρόνου ως πραγμοποιημένη μορφή του εξορθολογισμού του κόσμου.
5
Μπορούν τα κοινωνικά κινήματα να συνεισφέρουν στην έξοδο από αυτό το τραγικό δίλημμα; Όχι χωρίς αντιφάσεις. Ένα μεγάλο μέρος των κοινωνικών κινημάτων δεν αμφισβητούν τη χρονική λογική του συστήματος, αλλά υπάρχουν ορισμένα που την ξεπερνούν συνειδητά. Υπ’ αυτή την έννοια, ανάμεσα σε άλλες εκδηλώσεις, όπως αυτές του κινήματος για έναν εναλλακτικό κόσμο, ορισμένες μορφές των piqueteros και της αυτόνομης αριστεράς στην Αργεντινή και του κινήματος Χωρίς Γη, η πολιτική μορφή-ζαπατίστα είναι θεμελιώδης. Ασκεί ανοιχτή κριτική στη μορφή Κράτος ως έκφραση μιας χρονικότητας της εξουσίας την οποία πρέπει να ξεπεράσουμε με το «Κυβερνάμε υπακούοντας» και παρουσιάζει μια οριζόντια οδό προς την ανάδειξη της χρονικότητας του αυτοκαθορισμού με το «Προχωράμε ρωτώντας». Αυτή η νέα χρονικότητα δεν είναι μια πυκνή έκρηξη που συγκρατείται στο εφήμερο, παρόλο που μπορούν να προκύψουν από αυτή άλλες διαδικασίες (όπως στον γαλλικό ’68), ούτε ο ομογενής χρόνος, συμπαγής και διαχειρίσιμος από ένα πολιτικό κόμμα. Αφορά την ενδιάμεση μορφή ενός νέου χρόνου που δεν πρέπει να συγχέεται με την τυχαία μεταμοντέρνα καθιέρωση της μικροπολιτικής. Αυτή η μορφή αποσκοπεί σε έναν χρόνο κοινό αλλά ετερογενή. Έναν χρόνο όπου η ιδιαιτερότητα δεν εξαλείφεται αλλά μπορεί να αποκαλυφθεί ως κριτική δύναμη, έναν χρόνο που μπορεί να γίνει αντιληπτός ως πάλη ή ως αστερισμός. Η πολιτική μορφή-ζαπατίστα επιτρέπει να σκεφτούμε-επιθυμήσουμε μια χρονικότητα με τα παρακάτω χαρακτηριστικά: α) πάλη ενάντια στον ομογενή χρόνο του κεφαλαίου και της μορφής Κράτος, β) ανάδειξη μιας νέας χρονικότητας που δεν είναι συνεχές, που δεν αποτελεί συνέχεια αλλά δημιουργία του καινούργιου με αφετηρία τα κατώφλια ενός ετερογενούς χρόνου, γ) ο ορίζοντας της ασυνέχειας ως μορφή που πηγαίνει πέρα από τη μορφή κεφάλαιο και τη μορφή Κράτος.
6
Με τις αντιφάσεις και τα υποτιθέμενα «λάθη τακτικής», για τους γνωστούς λόγους, ο ζαπατισμός είναι μία από τις εξέχουσες εκφράσεις ενός νέου αστερισμού της πάλης των τάξεων στον κόσμο. Το ζαπατιστικό λεξιλόγιο είναι μέρος της μορφής του.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Άτομο και χρόνος
Το άτομο αναπαριστώμενο ως κατηγορία αυτο-επαρκή αποτελεί την κατάργηση του συλλογικού χρόνου και την καθυπόταξή του στην αφαίρεση του γραμμικού χρόνου. Το άτομο, με τη συγκεκριμένη αστική έννοια, υπονοεί μια κοινωνική σχέση που βασίζεται στην πραγματική αφαίρεση και στη βία αυτής της αφαίρεσης. Ο πραγματικός δεσμός ανάμεσα στο άτομο και στο συλλογικό είναι η ρωγμή της υπέρβασης αυτής αφαίρεσης. Το συλλογικό σώμα είναι μια χρονικότητα πλήρης (πόνου και ελπίδας).
Πρωτότυπο κείμενο: Sergio Tischler, “Los disparos de los obreros de París contra los relojes en 1830 y la toma de San Cristóbal de las Casas por indígenas zapatistas en 1994. Agunas notas sobre la discontinuidad”, (2008), Bajo el Volcán, 13, Puebla: Instituto de Ciencias Sociales y Humanidades, pp. 155-159.
Μετάφραση: ratnet 2011
http://ratnet-blog.blogspot.com/
Labels:
Ζαπατίστας,
Πολιτική,
Sergio Tischler
Ένα μικρό σημείωμα για το πάρκο της Ναυαρίνου
Του Αχιλλέα Μπουκουβάλα
Με έκπληξη παρακολούθησα κατά τη διάλεξη του Σλαβόι Ζίζεκ στην Αθήνα να χρησιμοποιεί ειρωνικές εκφράσεις αναφερόμενος στο πάρκο της Ναυαρίνου. Η έκπληξη μου δεν προήλθε από τις ειρωνικές εκφράσεις καθ’ εαυτές, πράγμα συνηθισμένο στον χειμαρώδη λόγο του Σλοβένου φιλόσοφου, αλλά το ότι χρησιμοποίησε το παράδειγμα του πάρκου για να αναδείξει μία κριτική τόσο στον Χóλογουεη αλλά και στο «φίλο» του Μπαντιού.
Κατά τον Ζίζεκ ο τόπος που ο Χóλογουεη συναντά φιλοσοφικά τον Μπαντιού -σε μια εκ πρώτης όψεως αταίριαστη όσο και αναπάντεχη συνάντηση- είναι το πάρκο της Ναυαρίνου. Η «ρωγμή» συνευρίσκεται με την «απόσταση από την κατάσταση πραγμάτων». Πού είναι λοιπόν το πρόβλημα με αυτήν την φιλοσοφική συνάντηση; Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ζίζεκ οι χώροι στους οποίους λαμβάνει χώρα ένα είδος απόσυρσης από την καπιταλιστική κανονικότητα, είναι αρεστοί ή θα έπρεπε να είναι αρεστοί στους έχοντες την εξουσία, εφόσον αυτοί οι χώροι λειτουργούν ως χώροι αναψυχής, που δίνουν στους συμμετέχοντες μεγαλύτερη ζωτικότητα όταν επιστρέφουν στην δουλειά. Και ακόμη περισσότερο αυτές οι «ζώνες απόσυρσης» δεν αντιπροσωπεύουν κάποιου είδους απειλή για την κρατική εξουσία. Κατέληξε δε, λέγοντας ότι εάν ο ίδιος ήταν φιλελεύθερος καπιταλιστής θα επιδοτούσε αυτό το χώρο.
Θα σημείωνα πρώτα απ’ όλα, παρουσιάζοντας κάποιες αντιρρήσεις στη θέση αυτή του Ζίζεκ, ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε φιλελεύθερους καπιταλιστές. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός των συχνών εισβολών στο χώρο του πάρκου των ειδικών δυνάμεων καταστολής, οι οποίοι δεν αρκούνται σε συλλήψεις και ξυλοδαρμούς των ανθρώπων που τυχαίνει να βρίσκονται στο πάρκο τη στιγμή της εισβολής, αλλά με τις μηχανές τους τσαλαπατούν ακόμη και τα φυτεμένα δέντρα και λαχανικά με ιδιαίτερη μανία. Σύμπτωμα πρωτότυπης επιδότησης.
Κατά την γνώμη μου κάθε «ζώνη απόσυρσης» αποτελεί μία ιδιαίτερη κατάσταση και δεν μπορούμε να μιλάμε γενικά ή να εντοπίζουμε αφαιρετικά κάποια στοιχεία κατά το δοκούν. Συγκεκριμένα, αυτό που στοιχειώνει το πάρκο της Ναυαρίνου -για να εξηγηθεί και το παραπάνω σύμπτωμα της κρατικής βίας- είναι το συμβάν του Δεκέμβρη. Με μία έννοια αποτελεί ένα πρώτο ορατό ίχνος του συμβάντος. Η διεκδίκηση του συγκεκριμένου κοινοτικού χώρου απο το Κράτος, δεν υπήρξε σαν διεκδίκηση, υφιστάμενη δι’ εαυτής, αλλά εκπηγάζουσα από αυτό που περιγράφει ο Μπαντιού στο Δεύτερο Μανιφέστο για τη Φιλοσοφία σαν πρώτο είδος υποκειμενοποίησης, την πιστότητα δηλαδή του υποκειμένου στο συμβάν. Και η διαδικασία αλήθειας, κατά τον Μπαντιού εκκινεί από αυτό ακριβώς. Εξάλλου η σχέση αυτή του πάρκου με το Δεκέμβρη αναγνωρίζεται ακόμη και από μαρξιστές (Μηλιός). Έτσι η διαχείριση της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί στο πάρκο από πλευράς Κράτους δεν είναι καθόλου τόσο απλή, όσο την παρουσιάζει ο Ζίζεκ. Ούτως ή άλλως ο χώρος πέρα από την εκρηκτική συμβαντική εκκίνηση έχει αποκτήσει μία δυναμική, μία μετασχηματιστική λειτουργία, ακολουθεί το δρόμο του άσχετα με τις προθέσεις του Κράτους, και πολύ απέχει από το να θεωρηθεί ως ζώνη αναψυχής.
Με την ίδια λογική του Ζίζεκ, και η συμμετοχή σε αριστερές και αντικαπιταλιστικές συλλογικότητες ενέχει το στοιχείο της αναψυχής, καθόσον την επόμενη μέρα μιας θυελλώδους συζήτησης για την π.χ. πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους οι αντικαπιταλιστές εργαζόμενοι θα προσέλθουν στην εργασία τους με περισσή ζωτικότητα. Ακόμη και μια εκπληκτική ερωτική συνεύρεση μπορεί την επόμενη μέρα να οδηγήσει σε αύξηση της διάθεσης για εργασία. Αυτή η λογική δεν οδηγεί πουθενά, ή καταδεικνύει ως ένα βαθμό μια αυτοπαγίδευση του Ζίζεκ στην κομμουνιστική εμμονή του 20ου αιώνα για κατάληψη του Κράτους.
Κλείνω αυτό το μικρό σημείωμα για το πάρκο και την αναπάντεχη φιλοσοφική συνάντηση των Μπαντιού-Χóλογουεη, ελπίζοντας να δούμε στο πάρκο μετά τον Χóλογουεη (που μας επισκέπτεται συχνά) και τον Μπαντιού, ή ακόμη καλύτερα και τους δύο μαζί για να δικαιωθεί και ο ...κακόπιστος Ζίζεκ.
Προδημοσίευση από το περιοδικό σπείρα, τ. 6, απρίλιος 2011
Με έκπληξη παρακολούθησα κατά τη διάλεξη του Σλαβόι Ζίζεκ στην Αθήνα να χρησιμοποιεί ειρωνικές εκφράσεις αναφερόμενος στο πάρκο της Ναυαρίνου. Η έκπληξη μου δεν προήλθε από τις ειρωνικές εκφράσεις καθ’ εαυτές, πράγμα συνηθισμένο στον χειμαρώδη λόγο του Σλοβένου φιλόσοφου, αλλά το ότι χρησιμοποίησε το παράδειγμα του πάρκου για να αναδείξει μία κριτική τόσο στον Χóλογουεη αλλά και στο «φίλο» του Μπαντιού.
Κατά τον Ζίζεκ ο τόπος που ο Χóλογουεη συναντά φιλοσοφικά τον Μπαντιού -σε μια εκ πρώτης όψεως αταίριαστη όσο και αναπάντεχη συνάντηση- είναι το πάρκο της Ναυαρίνου. Η «ρωγμή» συνευρίσκεται με την «απόσταση από την κατάσταση πραγμάτων». Πού είναι λοιπόν το πρόβλημα με αυτήν την φιλοσοφική συνάντηση; Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ζίζεκ οι χώροι στους οποίους λαμβάνει χώρα ένα είδος απόσυρσης από την καπιταλιστική κανονικότητα, είναι αρεστοί ή θα έπρεπε να είναι αρεστοί στους έχοντες την εξουσία, εφόσον αυτοί οι χώροι λειτουργούν ως χώροι αναψυχής, που δίνουν στους συμμετέχοντες μεγαλύτερη ζωτικότητα όταν επιστρέφουν στην δουλειά. Και ακόμη περισσότερο αυτές οι «ζώνες απόσυρσης» δεν αντιπροσωπεύουν κάποιου είδους απειλή για την κρατική εξουσία. Κατέληξε δε, λέγοντας ότι εάν ο ίδιος ήταν φιλελεύθερος καπιταλιστής θα επιδοτούσε αυτό το χώρο.
Θα σημείωνα πρώτα απ’ όλα, παρουσιάζοντας κάποιες αντιρρήσεις στη θέση αυτή του Ζίζεκ, ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε φιλελεύθερους καπιταλιστές. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός των συχνών εισβολών στο χώρο του πάρκου των ειδικών δυνάμεων καταστολής, οι οποίοι δεν αρκούνται σε συλλήψεις και ξυλοδαρμούς των ανθρώπων που τυχαίνει να βρίσκονται στο πάρκο τη στιγμή της εισβολής, αλλά με τις μηχανές τους τσαλαπατούν ακόμη και τα φυτεμένα δέντρα και λαχανικά με ιδιαίτερη μανία. Σύμπτωμα πρωτότυπης επιδότησης.
Κατά την γνώμη μου κάθε «ζώνη απόσυρσης» αποτελεί μία ιδιαίτερη κατάσταση και δεν μπορούμε να μιλάμε γενικά ή να εντοπίζουμε αφαιρετικά κάποια στοιχεία κατά το δοκούν. Συγκεκριμένα, αυτό που στοιχειώνει το πάρκο της Ναυαρίνου -για να εξηγηθεί και το παραπάνω σύμπτωμα της κρατικής βίας- είναι το συμβάν του Δεκέμβρη. Με μία έννοια αποτελεί ένα πρώτο ορατό ίχνος του συμβάντος. Η διεκδίκηση του συγκεκριμένου κοινοτικού χώρου απο το Κράτος, δεν υπήρξε σαν διεκδίκηση, υφιστάμενη δι’ εαυτής, αλλά εκπηγάζουσα από αυτό που περιγράφει ο Μπαντιού στο Δεύτερο Μανιφέστο για τη Φιλοσοφία σαν πρώτο είδος υποκειμενοποίησης, την πιστότητα δηλαδή του υποκειμένου στο συμβάν. Και η διαδικασία αλήθειας, κατά τον Μπαντιού εκκινεί από αυτό ακριβώς. Εξάλλου η σχέση αυτή του πάρκου με το Δεκέμβρη αναγνωρίζεται ακόμη και από μαρξιστές (Μηλιός). Έτσι η διαχείριση της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί στο πάρκο από πλευράς Κράτους δεν είναι καθόλου τόσο απλή, όσο την παρουσιάζει ο Ζίζεκ. Ούτως ή άλλως ο χώρος πέρα από την εκρηκτική συμβαντική εκκίνηση έχει αποκτήσει μία δυναμική, μία μετασχηματιστική λειτουργία, ακολουθεί το δρόμο του άσχετα με τις προθέσεις του Κράτους, και πολύ απέχει από το να θεωρηθεί ως ζώνη αναψυχής.
Με την ίδια λογική του Ζίζεκ, και η συμμετοχή σε αριστερές και αντικαπιταλιστικές συλλογικότητες ενέχει το στοιχείο της αναψυχής, καθόσον την επόμενη μέρα μιας θυελλώδους συζήτησης για την π.χ. πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους οι αντικαπιταλιστές εργαζόμενοι θα προσέλθουν στην εργασία τους με περισσή ζωτικότητα. Ακόμη και μια εκπληκτική ερωτική συνεύρεση μπορεί την επόμενη μέρα να οδηγήσει σε αύξηση της διάθεσης για εργασία. Αυτή η λογική δεν οδηγεί πουθενά, ή καταδεικνύει ως ένα βαθμό μια αυτοπαγίδευση του Ζίζεκ στην κομμουνιστική εμμονή του 20ου αιώνα για κατάληψη του Κράτους.
Κλείνω αυτό το μικρό σημείωμα για το πάρκο και την αναπάντεχη φιλοσοφική συνάντηση των Μπαντιού-Χóλογουεη, ελπίζοντας να δούμε στο πάρκο μετά τον Χóλογουεη (που μας επισκέπτεται συχνά) και τον Μπαντιού, ή ακόμη καλύτερα και τους δύο μαζί για να δικαιωθεί και ο ...κακόπιστος Ζίζεκ.
Προδημοσίευση από το περιοδικό σπείρα, τ. 6, απρίλιος 2011
Labels:
Πάρκο Ναυαρίνου,
Alain Badiou,
John Holloway
Το Ντουλάπι - Δίκτυο για την Τροφοσυλλογική Δράση
Του Δικτύου για την Τροφοσυλλογική Δράση
Πολλά είναι αυτά που καταρρέουν στις μέρες μας. Χρηματιστήρια, χρηματοπιστωτικά συστήματα, μεταφυσικές δοξασίες εσαεί κερδοφόρου ανάπτυξης, πυρηνικοί αντιδραστήρες στην καρδιά του τεχνοκρατικού θαύματος, μικροαστικές ονειρώξεις -αξιολύπητου- μεγαλείου. Γοητευτικός και συνάμα, θανάσιμα επικίνδυνος τόπος τα συντρίμμια. Πεδίο ονειρέματος και αρρώστιας, γεμάτα σκοτεινές γωνίες, του είδους που δίνουν τροφή σε νέες αλλόκοτες δοξασίες. Και αν μας κάνει κάτι να προτιμούμε να κινούμαστε στις παρυφές τους και όχι στις εναπομείνασες απαστράπτουσες κατασκευές του κόσμου τούτου, αυτό δεν είναι τόσο μια ιδιότυπη ressentiment, μια μνησικακία για την οποία τόσο έχει κατηγορηθεί η ριζοσπαστική σκέψη, αλλά ένα σύνολο αχνών, έστω, υποσχέσεων που γεννά αυτόματα η αποκαθήλωση θεσμών και ιδεολογημάτων.
Αυτό που καταρρέει ξανά και ξανά, τόσο στις -προσεχώς φωσφορίζουσες- ιαπωνικές ερήμους, όσο και στις ανά τον κόσμο χρηματοπιστωτικές, είναι το κυρίαρχο ιδεολόγημα της εξατομίκευσης, της εξύψωσης του ατόμου και των συμφερόντων του στο προσκήνιο της Ιστορίας. Ακριβώς όπως και το κατεξοχήν σύμβολό της, το ΙΧ, που αντί για την υποσχόμενη προσωπική ελευθερία απεριόριστης μετακίνησης, παρήγαγε την ακινησία, καθώς ο άνθρωπος ανακάλυψη μια ολοκαίνουργια φρίκη, αυτή του μποτιλιαρίσματος, έτσι και το εξυψωμένο άτομο της νεωτερικότητας συνειδητοποίησε έντρομο ότι δε βρίσκεται στη σκηνή ως αντικείμενο θαυμασμού, αλλά ως μελλοντικό σφάγιο. Η ατομική ελευθερία, μεταφράστηκε σε μοναξιά, στο να ’σαι γυμνός και αβοήθητος απέναντι στις αδηφάγες ορέξεις της αγοράς.
Τα ερείπια που αφήνει πίσω της αυτή η αποκαθήλωση, βρίθουν απελπισίας, μιζέριας, ψυχωτικών επεισοδίων, αντικαταθλιπτικών και έντοκων απαιτήσεων. Αλλά και γεννήσεων νέων παραδειγμάτων, ή επανακάλυψης παλαιοτέρων, όπου ο χομπσιανός πόλεμος όλων εναντίον όλων δεν είναι ο κανόνας, όπου η αλληλοβοήθεια και η αλληλεγγύη παράγουν καλύτερα αποτελέσματα για όλους, όπου το εμείς αποδεικνύεται παντοδύναμο έναντι του αποξενωμένου εγώ, όπου η συλλογική δράση απαντά στο εδώ και τώρα.
Αναζητώντας τη διερεύνηση και τη δημιουργία νέων πεδίων συλλογικού, αποφασίζουμε να ασχοληθούμε με το θέμα της τροφής. Όχι μόνο γιατί πρόκειται για ένα πεδίο καθημερινότητας που μας αφορά όλες και όπου το συν-τροφικό αποτελούσε ανέκαθεν ένα πανίσχυρο παράδειγμα, αλλά και επειδή η διατροφική κρίση και ο έλεγχος της τροφής βρίσκουμε ότι αποτελούν δομικούς άξονες της παρούσας μορφής της κυριαρχίας.
Με αυτά κατά νου, ξεκινάμε ένα δίκτυο μοιράσματος τροφής και γνώσεων και δεξιοτήτων που την αφορούν. Ερχόμαστε σε επαφή με παραγωγούς, συλλέγουμε βότανα και φρούτα, καλλιεργούμε στους κήπους και τα μπαλκόνια μας, απαλλοτριώνουμε από τα σούπερ μάρκετ. Κοντολογίς, συγκεντρώνουμε τροφή και τη μοιραζόμαστε μεταξύ μας, χωρίς αντίτιμο, με ελεύθερη οικονομική συνεισφορά, χωρίς μεσάζοντες. Έτσι αποκτούμε πρόσβαση σε φτηνή και καλής ποιότητας τροφή, στηρίζουμε μικρούς παραγωγούς αλλά και αποκτάμε γνώση και δυνατότητα ελέγχου πάνω στην τροφή μας. Σε μια χρονική συγκυρία όπου ο έλεγχος της τροφής αγγίζει οργουελικά όρια, με νέες νομοθεσίες (βλ. codex allimentaris) που επιβάλλουν την παρουσία των πολυεθνικών και των μηχανισμών ελέγχου σε κάθε στάδιο της διατροφής, εμείς προτείνουμε την αυτομόρφωση, την ελεύθερη συλλογή τροφής και το μοίρασμά της.
Η ζωή είναι πολύ μικρή για να τη χαραμίσουμε με απληστία και εξατομίκευση. Ας τη μοιραστούμε.
Το διακύβευμα
Πρόσβαση σε καλής ποιότητας και φτηνή τροφή, συνειδητοποίηση σχετικά με τη διατροφή μας, επαφή με μικρούς παραγωγούς χωρίς μεσάζοντες, μοίρασμα γνώσεων, τεχνικών, τροφής.
Ποιοι
Όσες συμμετέχουν. Κάποιοι από εμάς, εμπλεκόμαστε με εγχειρήματα συλλογικών κουζινών, κάποιοι άλλοι ενδιαφερόμαστε για μοίρασμα γνώσεων ή πρόσβαση σε φθηνή τροφή.
Κάποιοι έχουν τους δικούς τους λόγους.
Πώς
Ερχόμαστε σε επαφή με μικρούς παραγωγούς (με γνώμονα τόσο την καλή ποιότητα των προϊόντων, όσο και τις συνθήκες παραγωγής τους -τόσο στο εργασιακό τομέα, όσο και στη μέθοδο παραγωγής). Συλλέγουμε βότανα, φρούτα, καρπούς. Καλλιεργούμε σε μπαλκόνια, χωράφια και κήπους. Δημιουργούμε μπαξέδες σε πάρκα και κατειλημμένους χώρους. Μοιραζόμαστε γνώσεις και τεχνικές (μας ενδιαφέρουν εξίσου μαθήματα αυτομόρφωσης για την παρασκευή τουρσιού π.χ. ή καλλιέργειας μανιταριών, όσο και ενημέρωση για το πατεντάρισμα σπόρων ή το νομικό πλαίσιο σ’ ότι αφορά τη διακίνηση βοτάνων).
Ενημερωνόμαστε μέσω της λίστας για νέες αφίξεις προϊόντων και για τις επόμενες εκδηλώσεις και δράσεις και κάθε τρίτη από τις 6 ως τις 11 ανοίγουμε το ντουλάπι στο ευρύ κοινό.
Και το κόστος;
Δε θέλουμε να κάνουμε ένα μαγαζάκι, οπότε επιλέγουμε την ελεύθερη συνεισφορά ως μέσο κάλυψης του κόστους που προκύπτει. Η κάθε μια παίρνει ελεύθερα και είτε αφήνει άλλα προϊόντα (λεμόνια από τον κήπο του, ελιές από το θείο από την άμφισσα, πατέ τρούφας από ντελικατέσεν) ή ό,τι χρήματα μπορεί ή και τίποτε (πιστεύουμε ωστόσο ότι εν γένει, τα σάβανα δεν έχουν τσέπες).
Ναι αλλά θα είναι βιολογικά τα προϊόντα;
Όχι. Η καλλιέργεια δεσμών εμπιστοσύνης με τους παραγωγούς μας φαίνεται απείρως πιο σημαντική απο τον πράσινο μανδύα της ανάπτυξης μέσω των βιολογικών πιστοποιήσεων. Ούτως ή άλλως μέρος της τροφής θα προέρχεται τροφοσυλλογή και ευτυχώς τα όρη και τα λαγκάδια δεν έχουν (ακόμη) πάρει πιστοποίηση.
Και πώς συμμετέχει κανείς;
Δίνει το μέηλ του για να συμμετάσχει στη λίστα. Έχει μάτια και αυτιά ανοιχτά για καλά προϊόντα, διαβάζει, ενημερώνεται, προτείνει, συλλέγει, καλλιεργεί. Μοιράζεται.
Η θειά μου έχει ένα χωραφάκι παρατημένο, μας ενδιαφέρει;
Ναι αμέ.
Πού;
Το τροφοσυλλογικό ντουλάπι ανοίγει κάθε τρίτη, 6 με 11, στο Αυτόνομο Στέκι, Ζ. Πηγής και Ισαύρων, Εξάρχεια.
Να έχω μαζί μου και καμιά τσάντα;
Οπωσδήποτε. Αποφεύγουμε εν γένει τα συσκευασμένα προϊόντα.
Ναι, αλλά με τους ατενίστας που μας βρωμίζουν την πόλη τι θα κάνουμε;
Θα τα πούμε από κοντά.
Το Ντουλάπι ανοίγει την Τρίτη 19 Απριλίου, στις 18.00, στο Αυτόνομο Στέκι, Ζωοδόχου Πηγής 95-97 & Ισαύρων.
http://tontoulapi.espivblogs.net/
Πολλά είναι αυτά που καταρρέουν στις μέρες μας. Χρηματιστήρια, χρηματοπιστωτικά συστήματα, μεταφυσικές δοξασίες εσαεί κερδοφόρου ανάπτυξης, πυρηνικοί αντιδραστήρες στην καρδιά του τεχνοκρατικού θαύματος, μικροαστικές ονειρώξεις -αξιολύπητου- μεγαλείου. Γοητευτικός και συνάμα, θανάσιμα επικίνδυνος τόπος τα συντρίμμια. Πεδίο ονειρέματος και αρρώστιας, γεμάτα σκοτεινές γωνίες, του είδους που δίνουν τροφή σε νέες αλλόκοτες δοξασίες. Και αν μας κάνει κάτι να προτιμούμε να κινούμαστε στις παρυφές τους και όχι στις εναπομείνασες απαστράπτουσες κατασκευές του κόσμου τούτου, αυτό δεν είναι τόσο μια ιδιότυπη ressentiment, μια μνησικακία για την οποία τόσο έχει κατηγορηθεί η ριζοσπαστική σκέψη, αλλά ένα σύνολο αχνών, έστω, υποσχέσεων που γεννά αυτόματα η αποκαθήλωση θεσμών και ιδεολογημάτων.
Αυτό που καταρρέει ξανά και ξανά, τόσο στις -προσεχώς φωσφορίζουσες- ιαπωνικές ερήμους, όσο και στις ανά τον κόσμο χρηματοπιστωτικές, είναι το κυρίαρχο ιδεολόγημα της εξατομίκευσης, της εξύψωσης του ατόμου και των συμφερόντων του στο προσκήνιο της Ιστορίας. Ακριβώς όπως και το κατεξοχήν σύμβολό της, το ΙΧ, που αντί για την υποσχόμενη προσωπική ελευθερία απεριόριστης μετακίνησης, παρήγαγε την ακινησία, καθώς ο άνθρωπος ανακάλυψη μια ολοκαίνουργια φρίκη, αυτή του μποτιλιαρίσματος, έτσι και το εξυψωμένο άτομο της νεωτερικότητας συνειδητοποίησε έντρομο ότι δε βρίσκεται στη σκηνή ως αντικείμενο θαυμασμού, αλλά ως μελλοντικό σφάγιο. Η ατομική ελευθερία, μεταφράστηκε σε μοναξιά, στο να ’σαι γυμνός και αβοήθητος απέναντι στις αδηφάγες ορέξεις της αγοράς.
Τα ερείπια που αφήνει πίσω της αυτή η αποκαθήλωση, βρίθουν απελπισίας, μιζέριας, ψυχωτικών επεισοδίων, αντικαταθλιπτικών και έντοκων απαιτήσεων. Αλλά και γεννήσεων νέων παραδειγμάτων, ή επανακάλυψης παλαιοτέρων, όπου ο χομπσιανός πόλεμος όλων εναντίον όλων δεν είναι ο κανόνας, όπου η αλληλοβοήθεια και η αλληλεγγύη παράγουν καλύτερα αποτελέσματα για όλους, όπου το εμείς αποδεικνύεται παντοδύναμο έναντι του αποξενωμένου εγώ, όπου η συλλογική δράση απαντά στο εδώ και τώρα.
Αναζητώντας τη διερεύνηση και τη δημιουργία νέων πεδίων συλλογικού, αποφασίζουμε να ασχοληθούμε με το θέμα της τροφής. Όχι μόνο γιατί πρόκειται για ένα πεδίο καθημερινότητας που μας αφορά όλες και όπου το συν-τροφικό αποτελούσε ανέκαθεν ένα πανίσχυρο παράδειγμα, αλλά και επειδή η διατροφική κρίση και ο έλεγχος της τροφής βρίσκουμε ότι αποτελούν δομικούς άξονες της παρούσας μορφής της κυριαρχίας.
Με αυτά κατά νου, ξεκινάμε ένα δίκτυο μοιράσματος τροφής και γνώσεων και δεξιοτήτων που την αφορούν. Ερχόμαστε σε επαφή με παραγωγούς, συλλέγουμε βότανα και φρούτα, καλλιεργούμε στους κήπους και τα μπαλκόνια μας, απαλλοτριώνουμε από τα σούπερ μάρκετ. Κοντολογίς, συγκεντρώνουμε τροφή και τη μοιραζόμαστε μεταξύ μας, χωρίς αντίτιμο, με ελεύθερη οικονομική συνεισφορά, χωρίς μεσάζοντες. Έτσι αποκτούμε πρόσβαση σε φτηνή και καλής ποιότητας τροφή, στηρίζουμε μικρούς παραγωγούς αλλά και αποκτάμε γνώση και δυνατότητα ελέγχου πάνω στην τροφή μας. Σε μια χρονική συγκυρία όπου ο έλεγχος της τροφής αγγίζει οργουελικά όρια, με νέες νομοθεσίες (βλ. codex allimentaris) που επιβάλλουν την παρουσία των πολυεθνικών και των μηχανισμών ελέγχου σε κάθε στάδιο της διατροφής, εμείς προτείνουμε την αυτομόρφωση, την ελεύθερη συλλογή τροφής και το μοίρασμά της.
Η ζωή είναι πολύ μικρή για να τη χαραμίσουμε με απληστία και εξατομίκευση. Ας τη μοιραστούμε.
Το διακύβευμα
Πρόσβαση σε καλής ποιότητας και φτηνή τροφή, συνειδητοποίηση σχετικά με τη διατροφή μας, επαφή με μικρούς παραγωγούς χωρίς μεσάζοντες, μοίρασμα γνώσεων, τεχνικών, τροφής.
Ποιοι
Όσες συμμετέχουν. Κάποιοι από εμάς, εμπλεκόμαστε με εγχειρήματα συλλογικών κουζινών, κάποιοι άλλοι ενδιαφερόμαστε για μοίρασμα γνώσεων ή πρόσβαση σε φθηνή τροφή.
Κάποιοι έχουν τους δικούς τους λόγους.
Πώς
Ερχόμαστε σε επαφή με μικρούς παραγωγούς (με γνώμονα τόσο την καλή ποιότητα των προϊόντων, όσο και τις συνθήκες παραγωγής τους -τόσο στο εργασιακό τομέα, όσο και στη μέθοδο παραγωγής). Συλλέγουμε βότανα, φρούτα, καρπούς. Καλλιεργούμε σε μπαλκόνια, χωράφια και κήπους. Δημιουργούμε μπαξέδες σε πάρκα και κατειλημμένους χώρους. Μοιραζόμαστε γνώσεις και τεχνικές (μας ενδιαφέρουν εξίσου μαθήματα αυτομόρφωσης για την παρασκευή τουρσιού π.χ. ή καλλιέργειας μανιταριών, όσο και ενημέρωση για το πατεντάρισμα σπόρων ή το νομικό πλαίσιο σ’ ότι αφορά τη διακίνηση βοτάνων).
Ενημερωνόμαστε μέσω της λίστας για νέες αφίξεις προϊόντων και για τις επόμενες εκδηλώσεις και δράσεις και κάθε τρίτη από τις 6 ως τις 11 ανοίγουμε το ντουλάπι στο ευρύ κοινό.
Και το κόστος;
Δε θέλουμε να κάνουμε ένα μαγαζάκι, οπότε επιλέγουμε την ελεύθερη συνεισφορά ως μέσο κάλυψης του κόστους που προκύπτει. Η κάθε μια παίρνει ελεύθερα και είτε αφήνει άλλα προϊόντα (λεμόνια από τον κήπο του, ελιές από το θείο από την άμφισσα, πατέ τρούφας από ντελικατέσεν) ή ό,τι χρήματα μπορεί ή και τίποτε (πιστεύουμε ωστόσο ότι εν γένει, τα σάβανα δεν έχουν τσέπες).
Ναι αλλά θα είναι βιολογικά τα προϊόντα;
Όχι. Η καλλιέργεια δεσμών εμπιστοσύνης με τους παραγωγούς μας φαίνεται απείρως πιο σημαντική απο τον πράσινο μανδύα της ανάπτυξης μέσω των βιολογικών πιστοποιήσεων. Ούτως ή άλλως μέρος της τροφής θα προέρχεται τροφοσυλλογή και ευτυχώς τα όρη και τα λαγκάδια δεν έχουν (ακόμη) πάρει πιστοποίηση.
Και πώς συμμετέχει κανείς;
Δίνει το μέηλ του για να συμμετάσχει στη λίστα. Έχει μάτια και αυτιά ανοιχτά για καλά προϊόντα, διαβάζει, ενημερώνεται, προτείνει, συλλέγει, καλλιεργεί. Μοιράζεται.
Η θειά μου έχει ένα χωραφάκι παρατημένο, μας ενδιαφέρει;
Ναι αμέ.
Πού;
Το τροφοσυλλογικό ντουλάπι ανοίγει κάθε τρίτη, 6 με 11, στο Αυτόνομο Στέκι, Ζ. Πηγής και Ισαύρων, Εξάρχεια.
Να έχω μαζί μου και καμιά τσάντα;
Οπωσδήποτε. Αποφεύγουμε εν γένει τα συσκευασμένα προϊόντα.
Ναι, αλλά με τους ατενίστας που μας βρωμίζουν την πόλη τι θα κάνουμε;
Θα τα πούμε από κοντά.
Το Ντουλάπι ανοίγει την Τρίτη 19 Απριλίου, στις 18.00, στο Αυτόνομο Στέκι, Ζωοδόχου Πηγής 95-97 & Ισαύρων.
http://tontoulapi.espivblogs.net/
Labels:
αυτομόρφωση,
αυτοοργάνωση,
μοίρασμα,
Τροφοσυλλογή
1o FEST COMMUNISMOS. Φεστιβάλ-Συνέδριο για την έξοδο από τον καπιταλισμό
Κάλεσμα για συμμετοχή
στο σημερινό περιβάλλον της κρίσης παίρνουμε θέσεις μάχης
Η κρίση είναι η προβολή των ταξικών σχέσεων και συγκρούσεων.
Η κρίση συγκροτεί το έδαφος που εντείνεται η εκμετάλλευση, η προσταγή, η βιοεξουσία. Συγκροτεί το έδαφος που η εργασιακή και υπαρξιακή επισφάλεια αποκτά όλο και πιο ηγεμονική μορφή. Η κρίση είναι η διαδικασία που εντείνεται η μονιμότητα της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου, μέσω των περιφράξεων και της κλοπής των κοινωνικών κατακτήσεων. Η κρίση αποτυπώνεται μεταξύ άλλων στο κυνηγητό των μεταναστών, στις απολύσεις, στην έμφυλη καταπίεση και στην εθνική ενότητα.
Ταυτόχρονα η κρίση είναι το έδαφος των απεργιών, των πορειών, των απαλλοτριώσεων, των αυτομειώσεων, του σαμποτάζ στη παραγωγή και κατανάλωση. Η κρίση είναι η άρνηση της υποτίμησης στην εργασία, η κυκλοφορία των αγώνων, είναι οι πέτρες στους μπάτσους, είναι η αλληλεγγύη των διαδηλωτών, είναι τα γιαούρτια στους εργατοπατέρες, είναι το μίσος για τα αφεντικά. Η κρίση είναι ο τόπος που δοκιμάζονται και αναμετριούνται τα όρια και οι δυνατότητες των κινημάτων του ανταγωνισμού. Για αυτό εμείς λέμε ότι :
Η κρίση είναι κρίση πειθάρχησης και κοινωνικής ανυποταξίας. Είναι η αδυναμία του κεφαλαίου ως κοινωνική σχέση, ως εμπόρευμα να βρει νέα πεδία επέκτασης υλικά και άυλα. Είναι η αποτυχία των αφεντικών να καθυποτάξουν και να ελέγξουν στο σύνολό τους την κοινωνική αναπαραγωγή, τις ορατές και αόρατες αρνήσεις. Επομένως για την δική τους έξοδο από την κρίση εξαπολύουν τη συνολική τους επίθεση στο μισθό, στην ασφάλιση, στις μεταφορές, στην εκπαίδευση, στην υγεία, στην στέγαση, στα τρόφιμα, στην ενέργεια, στο περιβάλλον.
Σήμερα καλούμαστε να πάρουμε θέση μάχης και επιλέγουμε τον:
Κομμουνισμό[1], ως εκείνη την μη εμπορευματική μορφή κοινωνικής οργάνωσης και αναπαραγωγής, η οποία στηρίζεται στην ταξική αλληλεγγύη, σε αυτοθεσμισμένες αντιιεραρχικές κοινότητες αγώνα και αποτελεί τη κοινωνική κινηματική κίνηση, το διαγώνιο διάνυσμα που συνθέτει, συστήνει και γονιμοποιεί τις ταξικές συγκρούσεις. Επίσης ως κομμουνισμό αντιλαμβανόμαστε τη δημιουργία κοινών σχέσεων, δηλαδή εκείνη τη κοινωνική διαδικασία που δημιουργεί και αναπαράγει τα κοινά[2] και παράλληλα αποπεριφράσει τον κλεμμένο από το κεφάλαιο κοινωνικό πλούτο, καταστρέφοντας τις περιφράξεις που διαχωρίζουν τους προλετάριους από τα μέσα παραγωγής, αναπαραγωγής, διαβίωσης και επικοινωνίας. Ταυτόχρονα ισχυριζόμαστε ότι ο κομμουνισμός των κοινών σχέσεων εμπεριέχει την καταστροφή των έμφυλων κοινωνικών λειτουργιών, αποσταθεροποιεί το κοινωνικό φύλο και χτίζει δομές κοινωνικής και οικιακής αλληλεγγύης και αναπαραγωγής πέρα από το κυρίαρχο μοντέλο οικογενειακών σχέσεων. Αναπόσπαστο κομμάτι του κομμουνισμού των κοινών σχέσεων αποτελεί η κατάργηση των εθνικών αποκλεισμών που ορθώνουν τα κράτη και το κεφάλαιο (σύνορα, έλεγχοι, λαθραίοι άνθρωποι, μηχανισμοί και διαδικασίες υποτίμησης του παγκόσμιου προλεταριάτου). Αγώνας για τον κομμουνισμό σημαίνει έμπρακτη αμφισβήτηση του παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας που ο καπιταλισμός επιβάλει μέσα από το έλεγχο και την παρανoμοποίηση των μεταναστευτικών ροών.
Επιπλέον, θέση μας είναι ότι απέναντι στον πόλεμο, το φασισμό και πατριωτισμό ως μορφές του κράτους σε κρίση, καθώς επίσης και απέναντι στα διλήμματα των ιδιωτικοποιήσεων του νεοφιλελευθερισμού ή τις κρατικοποιήσεις του νεοκεϋνσιανισμού και τις αφελείς προσδοκίες επιστροφής στο κράτος πρόνοιας, επιλέγουμε την επίθεση σε μισθωτή εργασία, πατριαρχία, ιδιοκτησία και κράτος, και ταυτόχρονα επιλέγουμε τις αγωνιστικές χειραφετητικές κοινότητες που δομούνε τα κοινά και τον κομμουνισμό.
Ο κομμουνισμός, επίσης αποτελεί για εμάς την κινηματική παρακαταθήκη και το ενοποιητικό νήμα κινημάτων, ρευμάτων και εξεγέρσεων με αναρχικά, ελευθεριακά, αυτόνομα και ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά ενάντια σε κάθε μορφή εξουσίας. Ενδεικτικά τα παραδείγματα του συμβουλιακού κομμουνισμού στην Γερμανία και των αναρχοσυνδικαλιστών wobblies στις ΗΠΑ στις αρχές του 20ου αιώνα, του αναρχικού ελευθεριακού κομμουνισμού στην Ισπανία και των αρχειομαρξιστών στο μεσοπόλεμο, των κινημάτων της αυτονομίας σε Γερμανία και Ιταλία τη δεκαετία του ’70, καθώς επίσης και οι χρήσιμες εμπειρίες αυτοοργάνωσης στις εξεγερμένες συνελεύσεις της Αργεντινής και της Τσιάπας μας δίνουν πλούσια παραδείγματα κινηματικών προτάσεων για το πώς εννοούμε τον κομμουνισμό.
Κρίνουμε ότι σήμερα πρέπει να επανανοηματοδοτηθεί και να μπει στο τραπέζι ξανά η σημασία και ο πλούτος των κομμουνισμών ως η κινηματική επιτάχυνση της κρίσης, για την έξοδο από τον καπιταλισμό.
Καλούμε στο παραπάνω πλαίσιο συντρόφισσες και συντρόφους, συλλογικότητες και άτομα που θέτουν τον εαυτό τους στη πλευρά του ταξικού-κοινωνικού ανταγωνισμού να τοποθετηθούν πάνω στο ζήτημα του κομμουνισμού και της εξόδου από τον καπιταλισμό στο 1Ο Φεστιβάλ-Συνέδριο Κομμουνισμού στην κατάληψη Φάμπρικα Υφανέτ (Θεσσαλονίκη) στις 26-29 Μαΐου 2011.
Δομή συνεδρίου–φεστιβάλ
Η δομή του fest-communismos επιθυμούμε να έχει όσο το δυνατό πιο άμεση και ενεργή συμμετοχή. Για αυτό πέρα από κεντρικές εκδηλώσεις θέτουμε ως στόχο να οργανώσουμε θεματικά workshop καθ’όλη τη διάρκεια των ημερών του συνεδρίου-φεστιβάλ, στα οποία να τοποθετηθούν με οργανωμένες εισηγήσεις άτομα και συλλογικότητες. Οι θεματικές ενότητες των workshop είναι οι εξής:
Κομμουνισμός vs Καπιταλισμός: Η στιγμή της δομικής κρίσης του καπιταλισμού, είναι ταυτόχρονα και η στιγμή που εκρύγνεινται και οι δικές μας αντιφάσεις. Σήμερα περισσότερο από ποτέ θα ήταν αναμενόμενο ο κομμουνισμός να αποτελούσε μια λύση στα εμφανή αδιέξοδα του συστήματος. Παρ’ όλα αυτά σήμερα φαντάζει μια μακρινή ουτοπία. Είναι αυτή η απόσταση που σήμερα πρέπει να διανύσουμε καθώς η ευπάθεια του καπιταλισμού αφήνει όλο αυτό το χώρο στις πράξεις και τη φαντασία μας.
Αγώνες για τα κοινά και ενάντια σε περιφράξεις
- Το νόημα των κοινών και περιφράξεων και η σύνδεσή τους με την κρίση, το φετιχισμό του εμπορεύματος και τη μονιμότητα των διαδικασιών πρωταρχικής συσσώρευσης.
- Κριτική ανάλυση των πολιτικών, μεθόδων, στόχων και προοπτικών των κινήσεων και κινημάτων «δεν πληρώνω» σε μεταφορές, υγειά, ενέργεια (ριζοσπαστικές επαναστατικές ή σοσιαλδημοκρατικές αφομοιωτικές προοπτικές).
- Έμφυλη διάσταση των κοινών και περιφράξεων, η κοινωνική αναπαραγωγική δύναμη των γυναικών ως εμπόδιο στις νέες περιφράξεις.
Κρίση & Ταξικοί αγώνες σε χώρους εργασίας
- Αναλυτικές προσεγγίσεις για την κρίση και το χρέος ως αδυναμία του κεφαλαίου να αναπαραχθεί και να αντιμετωπίσει την κοινωνική απειθαρχία.
- Οι επιθέσεις των αφεντικών, η γενίκευση της επισφάλειας και ο ρόλος, οι στόχοι οι δυνατότητες και αδυναμίες των αυτόνομων ταξικών εργατικών αγώνων (μελέτη της ταξικής σύνθεσης, της προλεταριακής εμπειρίας και της κυκλοφορίας των αγώνων).
- Δομές εργατικής αυτονομίας (σωματεία βάσης, εργατικές επιτροπές αλληλεγγύης, εργατικές ομάδες, αυτοοργανωμένα ταμεία αλληλεγγύης).
Δομές κομμουνιστικοποίησης και κοινωνικής αναπαραγωγής
-Η μορφή και το θεωρητικό πλαίσιο δικτύων αυτοοργάνωσης στην κίνηση για δημιουργία αυτόνομων ταξικών δομών κοινωνικής αναπαραγωγής και κομμουνιστικοποίησης.
-Τα παραδείγματα εγχειρημάτων αντιπραγματισμού, μη εμπορευματικών μορφών κοινωνικής αναπαραγωγής, κολεκτίβων, αυτοδιαχείρισης των μέσων παραγωγής, αναπαραγωγής και επικοινωνίας.
Η εξέγερση σε καιρούς κρίσης
Η σημασία και το νόημα των εξεγέρσεων και των μαχητικών κινημάτων στην εποχή της κρίσης. Έμφαση στις εξεγέρσεις στη Βόρεια Αφρική και τα πρώτα συμπεράσματα από αυτές.
Με βάση τις παραπάνω θεματικές ενότητες στείλτε μας τις προτάσεις σας για συμμετοχή στο contact@communismos.gr, αρχικά σε μορφή περίληψης έως τις 20 Απριλίου 2011 και ως ολοκληρωμένες εισηγήσεις έως τις 20 Μαΐου 2011. Στόχος είναι τις ημέρες του συνεδρίου – φεστιβάλ να είναι συγκεντρωμένο το υλικό των εισηγήσεων και να διατίθεται κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων και των workshop.
Η δομή του συνεδρίου-φεστιβάλ θα περιέχει καθημερινά δυο κύκλους συζητήσεων (πρωί – απόγευμα) με βάση τις παραπάνω θεματικές ενότητες. Ο κάθε κύκλος συζητήσεων θα διαρκεί 3 ώρες και εκεί θα παρουσιάζονται οι εισηγήσεις των ομάδων ή ατόμων οι οποίες προτείνουμε να διαρκούν 20 λεπτά έως μίση ώρα, ώστε να υπάρχει διαθέσιμος χρόνος για συζήτηση.
Η φιλοξενία, η διαμονή, οι συντροφικές κουζίνες, συναυλίες και δρώμενα αποτελούν αυτονόητο μέρος των κοινών στον κομμουνισμό.
αναμένουμε τις προτάσεις σας και ας μη ξεχνάμε,
«να διαδώσουμε την αναρχία να ζήσουμε τον κομμουνισμό».
συντροφικά café la rage
Θεσσαλονίκη 15 Μαρτίου 2011
contact@communismos.com
www.communismos.com
[1] Πολλές κεντρικές έννοιες του πολιτικού μας λεξιλογίου, συμπεριλαμβανομένου του κομμουνισμού έχουν τόσο πολύ καταστραφεί που είναι σχεδόν άχρηστες. Στη συνηθισμένη του χρήση, ο κομμουνισμός έχει καταλήξει να σημαίνει το αντίθετό του, δηλαδή τον ολοκληρωτικό κρατικό έλεγχο και την σταλινική ιεραρχία των απολιθωμένων κομμουνιστικών κομμάτων. Θα μπορούσαμε φυσικά να εγκαταλείψουμε αυτόν τον όρο και να εφεύρουμε νέους, αλλά τότε θα αφήναμε επίσης πίσω την μεγάλη ιστορία των αγώνων, ονείρων και προσδοκιών που συνδέονται με αυτόν. Ως αναρχικές και αναρχικοί που αντιλαμβανόμαστε ότι ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στην λήθη, θεωρούμε ότι είναι καλύτερο να παλέψουμε για αυτή την έννοια, του κομμουνισμού, με στόχο να αποκαταστήσουμε ή να ανανεώσουμε το νόημά της.
[2] Όταν αναφερόμαστε στα κοινά δεν εννοούμε τα εμπορευματοποιημένα κοινά αγαθά που το κράτος με τη μορφή του δημόσιου εκμεταλλεύεται, ελέγχει, περιφράσσει και εμπορεύεται. Τα κοινά θεωρούμε ότι δεν είναι αυθύπαρκτα, δεν είναι απλώς οι κοινοί πόροι (φυσικοί, ενεργειακοί, περιβαλλοντικοί, γενετικοί, πολιτισμικοί), δεν υπάρχουν από μόνα τους, αλλά ούτε και διεκδικούνται, με τη μορφή των αιτημάτων απέναντι στην εξουσία, παρά μόνο κατασκευάζονται, δημιουργούνται, σχηματοποιούνται και αναπαράγονται κάθε φορά μέσα από τις διαδικασίες των κοινών σχέσεων, οι οποίες συγκροτούνται από κοινότητες αγώνα.
στο σημερινό περιβάλλον της κρίσης παίρνουμε θέσεις μάχης
Η κρίση είναι η προβολή των ταξικών σχέσεων και συγκρούσεων.
Η κρίση συγκροτεί το έδαφος που εντείνεται η εκμετάλλευση, η προσταγή, η βιοεξουσία. Συγκροτεί το έδαφος που η εργασιακή και υπαρξιακή επισφάλεια αποκτά όλο και πιο ηγεμονική μορφή. Η κρίση είναι η διαδικασία που εντείνεται η μονιμότητα της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου, μέσω των περιφράξεων και της κλοπής των κοινωνικών κατακτήσεων. Η κρίση αποτυπώνεται μεταξύ άλλων στο κυνηγητό των μεταναστών, στις απολύσεις, στην έμφυλη καταπίεση και στην εθνική ενότητα.
Ταυτόχρονα η κρίση είναι το έδαφος των απεργιών, των πορειών, των απαλλοτριώσεων, των αυτομειώσεων, του σαμποτάζ στη παραγωγή και κατανάλωση. Η κρίση είναι η άρνηση της υποτίμησης στην εργασία, η κυκλοφορία των αγώνων, είναι οι πέτρες στους μπάτσους, είναι η αλληλεγγύη των διαδηλωτών, είναι τα γιαούρτια στους εργατοπατέρες, είναι το μίσος για τα αφεντικά. Η κρίση είναι ο τόπος που δοκιμάζονται και αναμετριούνται τα όρια και οι δυνατότητες των κινημάτων του ανταγωνισμού. Για αυτό εμείς λέμε ότι :
Η κρίση είναι κρίση πειθάρχησης και κοινωνικής ανυποταξίας. Είναι η αδυναμία του κεφαλαίου ως κοινωνική σχέση, ως εμπόρευμα να βρει νέα πεδία επέκτασης υλικά και άυλα. Είναι η αποτυχία των αφεντικών να καθυποτάξουν και να ελέγξουν στο σύνολό τους την κοινωνική αναπαραγωγή, τις ορατές και αόρατες αρνήσεις. Επομένως για την δική τους έξοδο από την κρίση εξαπολύουν τη συνολική τους επίθεση στο μισθό, στην ασφάλιση, στις μεταφορές, στην εκπαίδευση, στην υγεία, στην στέγαση, στα τρόφιμα, στην ενέργεια, στο περιβάλλον.
Σήμερα καλούμαστε να πάρουμε θέση μάχης και επιλέγουμε τον:
Κομμουνισμό[1], ως εκείνη την μη εμπορευματική μορφή κοινωνικής οργάνωσης και αναπαραγωγής, η οποία στηρίζεται στην ταξική αλληλεγγύη, σε αυτοθεσμισμένες αντιιεραρχικές κοινότητες αγώνα και αποτελεί τη κοινωνική κινηματική κίνηση, το διαγώνιο διάνυσμα που συνθέτει, συστήνει και γονιμοποιεί τις ταξικές συγκρούσεις. Επίσης ως κομμουνισμό αντιλαμβανόμαστε τη δημιουργία κοινών σχέσεων, δηλαδή εκείνη τη κοινωνική διαδικασία που δημιουργεί και αναπαράγει τα κοινά[2] και παράλληλα αποπεριφράσει τον κλεμμένο από το κεφάλαιο κοινωνικό πλούτο, καταστρέφοντας τις περιφράξεις που διαχωρίζουν τους προλετάριους από τα μέσα παραγωγής, αναπαραγωγής, διαβίωσης και επικοινωνίας. Ταυτόχρονα ισχυριζόμαστε ότι ο κομμουνισμός των κοινών σχέσεων εμπεριέχει την καταστροφή των έμφυλων κοινωνικών λειτουργιών, αποσταθεροποιεί το κοινωνικό φύλο και χτίζει δομές κοινωνικής και οικιακής αλληλεγγύης και αναπαραγωγής πέρα από το κυρίαρχο μοντέλο οικογενειακών σχέσεων. Αναπόσπαστο κομμάτι του κομμουνισμού των κοινών σχέσεων αποτελεί η κατάργηση των εθνικών αποκλεισμών που ορθώνουν τα κράτη και το κεφάλαιο (σύνορα, έλεγχοι, λαθραίοι άνθρωποι, μηχανισμοί και διαδικασίες υποτίμησης του παγκόσμιου προλεταριάτου). Αγώνας για τον κομμουνισμό σημαίνει έμπρακτη αμφισβήτηση του παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας που ο καπιταλισμός επιβάλει μέσα από το έλεγχο και την παρανoμοποίηση των μεταναστευτικών ροών.
Επιπλέον, θέση μας είναι ότι απέναντι στον πόλεμο, το φασισμό και πατριωτισμό ως μορφές του κράτους σε κρίση, καθώς επίσης και απέναντι στα διλήμματα των ιδιωτικοποιήσεων του νεοφιλελευθερισμού ή τις κρατικοποιήσεις του νεοκεϋνσιανισμού και τις αφελείς προσδοκίες επιστροφής στο κράτος πρόνοιας, επιλέγουμε την επίθεση σε μισθωτή εργασία, πατριαρχία, ιδιοκτησία και κράτος, και ταυτόχρονα επιλέγουμε τις αγωνιστικές χειραφετητικές κοινότητες που δομούνε τα κοινά και τον κομμουνισμό.
Ο κομμουνισμός, επίσης αποτελεί για εμάς την κινηματική παρακαταθήκη και το ενοποιητικό νήμα κινημάτων, ρευμάτων και εξεγέρσεων με αναρχικά, ελευθεριακά, αυτόνομα και ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά ενάντια σε κάθε μορφή εξουσίας. Ενδεικτικά τα παραδείγματα του συμβουλιακού κομμουνισμού στην Γερμανία και των αναρχοσυνδικαλιστών wobblies στις ΗΠΑ στις αρχές του 20ου αιώνα, του αναρχικού ελευθεριακού κομμουνισμού στην Ισπανία και των αρχειομαρξιστών στο μεσοπόλεμο, των κινημάτων της αυτονομίας σε Γερμανία και Ιταλία τη δεκαετία του ’70, καθώς επίσης και οι χρήσιμες εμπειρίες αυτοοργάνωσης στις εξεγερμένες συνελεύσεις της Αργεντινής και της Τσιάπας μας δίνουν πλούσια παραδείγματα κινηματικών προτάσεων για το πώς εννοούμε τον κομμουνισμό.
Κρίνουμε ότι σήμερα πρέπει να επανανοηματοδοτηθεί και να μπει στο τραπέζι ξανά η σημασία και ο πλούτος των κομμουνισμών ως η κινηματική επιτάχυνση της κρίσης, για την έξοδο από τον καπιταλισμό.
Καλούμε στο παραπάνω πλαίσιο συντρόφισσες και συντρόφους, συλλογικότητες και άτομα που θέτουν τον εαυτό τους στη πλευρά του ταξικού-κοινωνικού ανταγωνισμού να τοποθετηθούν πάνω στο ζήτημα του κομμουνισμού και της εξόδου από τον καπιταλισμό στο 1Ο Φεστιβάλ-Συνέδριο Κομμουνισμού στην κατάληψη Φάμπρικα Υφανέτ (Θεσσαλονίκη) στις 26-29 Μαΐου 2011.
Δομή συνεδρίου–φεστιβάλ
Η δομή του fest-communismos επιθυμούμε να έχει όσο το δυνατό πιο άμεση και ενεργή συμμετοχή. Για αυτό πέρα από κεντρικές εκδηλώσεις θέτουμε ως στόχο να οργανώσουμε θεματικά workshop καθ’όλη τη διάρκεια των ημερών του συνεδρίου-φεστιβάλ, στα οποία να τοποθετηθούν με οργανωμένες εισηγήσεις άτομα και συλλογικότητες. Οι θεματικές ενότητες των workshop είναι οι εξής:
Κομμουνισμός vs Καπιταλισμός: Η στιγμή της δομικής κρίσης του καπιταλισμού, είναι ταυτόχρονα και η στιγμή που εκρύγνεινται και οι δικές μας αντιφάσεις. Σήμερα περισσότερο από ποτέ θα ήταν αναμενόμενο ο κομμουνισμός να αποτελούσε μια λύση στα εμφανή αδιέξοδα του συστήματος. Παρ’ όλα αυτά σήμερα φαντάζει μια μακρινή ουτοπία. Είναι αυτή η απόσταση που σήμερα πρέπει να διανύσουμε καθώς η ευπάθεια του καπιταλισμού αφήνει όλο αυτό το χώρο στις πράξεις και τη φαντασία μας.
Αγώνες για τα κοινά και ενάντια σε περιφράξεις
- Το νόημα των κοινών και περιφράξεων και η σύνδεσή τους με την κρίση, το φετιχισμό του εμπορεύματος και τη μονιμότητα των διαδικασιών πρωταρχικής συσσώρευσης.
- Κριτική ανάλυση των πολιτικών, μεθόδων, στόχων και προοπτικών των κινήσεων και κινημάτων «δεν πληρώνω» σε μεταφορές, υγειά, ενέργεια (ριζοσπαστικές επαναστατικές ή σοσιαλδημοκρατικές αφομοιωτικές προοπτικές).
- Έμφυλη διάσταση των κοινών και περιφράξεων, η κοινωνική αναπαραγωγική δύναμη των γυναικών ως εμπόδιο στις νέες περιφράξεις.
Κρίση & Ταξικοί αγώνες σε χώρους εργασίας
- Αναλυτικές προσεγγίσεις για την κρίση και το χρέος ως αδυναμία του κεφαλαίου να αναπαραχθεί και να αντιμετωπίσει την κοινωνική απειθαρχία.
- Οι επιθέσεις των αφεντικών, η γενίκευση της επισφάλειας και ο ρόλος, οι στόχοι οι δυνατότητες και αδυναμίες των αυτόνομων ταξικών εργατικών αγώνων (μελέτη της ταξικής σύνθεσης, της προλεταριακής εμπειρίας και της κυκλοφορίας των αγώνων).
- Δομές εργατικής αυτονομίας (σωματεία βάσης, εργατικές επιτροπές αλληλεγγύης, εργατικές ομάδες, αυτοοργανωμένα ταμεία αλληλεγγύης).
Δομές κομμουνιστικοποίησης και κοινωνικής αναπαραγωγής
-Η μορφή και το θεωρητικό πλαίσιο δικτύων αυτοοργάνωσης στην κίνηση για δημιουργία αυτόνομων ταξικών δομών κοινωνικής αναπαραγωγής και κομμουνιστικοποίησης.
-Τα παραδείγματα εγχειρημάτων αντιπραγματισμού, μη εμπορευματικών μορφών κοινωνικής αναπαραγωγής, κολεκτίβων, αυτοδιαχείρισης των μέσων παραγωγής, αναπαραγωγής και επικοινωνίας.
Η εξέγερση σε καιρούς κρίσης
Η σημασία και το νόημα των εξεγέρσεων και των μαχητικών κινημάτων στην εποχή της κρίσης. Έμφαση στις εξεγέρσεις στη Βόρεια Αφρική και τα πρώτα συμπεράσματα από αυτές.
Με βάση τις παραπάνω θεματικές ενότητες στείλτε μας τις προτάσεις σας για συμμετοχή στο contact@communismos.gr, αρχικά σε μορφή περίληψης έως τις 20 Απριλίου 2011 και ως ολοκληρωμένες εισηγήσεις έως τις 20 Μαΐου 2011. Στόχος είναι τις ημέρες του συνεδρίου – φεστιβάλ να είναι συγκεντρωμένο το υλικό των εισηγήσεων και να διατίθεται κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων και των workshop.
Η δομή του συνεδρίου-φεστιβάλ θα περιέχει καθημερινά δυο κύκλους συζητήσεων (πρωί – απόγευμα) με βάση τις παραπάνω θεματικές ενότητες. Ο κάθε κύκλος συζητήσεων θα διαρκεί 3 ώρες και εκεί θα παρουσιάζονται οι εισηγήσεις των ομάδων ή ατόμων οι οποίες προτείνουμε να διαρκούν 20 λεπτά έως μίση ώρα, ώστε να υπάρχει διαθέσιμος χρόνος για συζήτηση.
Η φιλοξενία, η διαμονή, οι συντροφικές κουζίνες, συναυλίες και δρώμενα αποτελούν αυτονόητο μέρος των κοινών στον κομμουνισμό.
αναμένουμε τις προτάσεις σας και ας μη ξεχνάμε,
«να διαδώσουμε την αναρχία να ζήσουμε τον κομμουνισμό».
συντροφικά café la rage
Θεσσαλονίκη 15 Μαρτίου 2011
contact@communismos.com
www.communismos.com
[1] Πολλές κεντρικές έννοιες του πολιτικού μας λεξιλογίου, συμπεριλαμβανομένου του κομμουνισμού έχουν τόσο πολύ καταστραφεί που είναι σχεδόν άχρηστες. Στη συνηθισμένη του χρήση, ο κομμουνισμός έχει καταλήξει να σημαίνει το αντίθετό του, δηλαδή τον ολοκληρωτικό κρατικό έλεγχο και την σταλινική ιεραρχία των απολιθωμένων κομμουνιστικών κομμάτων. Θα μπορούσαμε φυσικά να εγκαταλείψουμε αυτόν τον όρο και να εφεύρουμε νέους, αλλά τότε θα αφήναμε επίσης πίσω την μεγάλη ιστορία των αγώνων, ονείρων και προσδοκιών που συνδέονται με αυτόν. Ως αναρχικές και αναρχικοί που αντιλαμβανόμαστε ότι ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στην λήθη, θεωρούμε ότι είναι καλύτερο να παλέψουμε για αυτή την έννοια, του κομμουνισμού, με στόχο να αποκαταστήσουμε ή να ανανεώσουμε το νόημά της.
[2] Όταν αναφερόμαστε στα κοινά δεν εννοούμε τα εμπορευματοποιημένα κοινά αγαθά που το κράτος με τη μορφή του δημόσιου εκμεταλλεύεται, ελέγχει, περιφράσσει και εμπορεύεται. Τα κοινά θεωρούμε ότι δεν είναι αυθύπαρκτα, δεν είναι απλώς οι κοινοί πόροι (φυσικοί, ενεργειακοί, περιβαλλοντικοί, γενετικοί, πολιτισμικοί), δεν υπάρχουν από μόνα τους, αλλά ούτε και διεκδικούνται, με τη μορφή των αιτημάτων απέναντι στην εξουσία, παρά μόνο κατασκευάζονται, δημιουργούνται, σχηματοποιούνται και αναπαράγονται κάθε φορά μέσα από τις διαδικασίες των κοινών σχέσεων, οι οποίες συγκροτούνται από κοινότητες αγώνα.
Labels:
αυτοοργάνωση,
Εκδηλώσεις,
κομμουνισμός,
Κρίση,
Φάμπρικα Υφανέτ
Τι είδους δημοκρατία για τον αραβικό κόσμο;
Του José Antonio Gutiérrez D.
Απόψεις για τη σπουδαιότητα των τωρινών αραβικών εξεγέρσεων και των επιδράσεών τους στην επαναστατική θεωρία, και συγκεκριμένα σε σχέση με το διάλογο για τη δημοκρατία και τη λαϊκή εξουσία.
Σε προηγούμενο άρθρο, είχα πει ότι τα γεγονότα που συνταράζουν τον αραβικό κόσμο είναι τόσο σημαντικά όσο αυτά που συνέβησαν το 1989.[1] Όχι μόνο για το ότι μπορούν να υπάρχουν παραλληλισμοί μεταξύ τους όσον αφορά την έκταση και το βάθος της κοινωνικής δυσαρέσκειας σε μια τεράστια γεωγραφική περιοχή, αλλά επίσης και για το ότι αυτός ο κοινωνικός λαϊκός ανεμοστρόβιλος εγείρει ένα ζήτημα σε μια συγκεκριμένη γεωπολιτική αρχιτεκτονική η οποία θεωρείτο έως τώρα σκληρή και άκαμπτη. Στην περίπτωση αυτή, αυτές οι μακροχρόνιες δικτατορίες τρέφονταν, προωθούνταν και επιβάλλονταν από τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ (και του συνεταίρου τους της Ευρωπαϊκής Ένωσης) σε μια περιοχή τεράστιου ενδιαφέροντος όσον αφορά βέβαια το πετρέλαιο. Το 1989 οι πολιτικές επιπτώσεις των διαδηλώσεων ήσαν βαθιές και μακρόχρονες – η πτώση των «πραγματικά σοσιαλιστικών» καθεστώτων δεν σήμανε μόνο την πτώση κάποιων μικρών μη ευχάριστων γραφειοκρατικών δικτατοριών, αλλά εξαιτίας της επακόλουθης αδυναμίας μιας αληθινά ελευθεριακής και επαναστατικής αριστεράς, αντιπροσώπευαν την πτώση κάποιων συγκεκριμένων πολιτικών αξιών και οραμάτων τα οποία συνδέθηκαν λανθασμένα με το σοβιετικό μπλοκ, με την επακόλουθη άνοδο του νεοφιλελευθερισμού ως ενός αδιαμφισβήτητου συστήματος σε οικονομικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο.
Ήταν το τέλος της ιστορίας, σύμφωνα με μερικούς απολογητές της «Νέας Παγκόσμιας Τάξης». Αλλά η ιστορία συνέχισε να γράφεται, όπως αποδείχθηκε με δραματικό τρόπο από τις διαδηλώσεις κατά της παγκοσμιοποίησης στο Seattle το 1999. Και εάν χρειάζονται περαιτέρω διαδηλώσεις, τότε έχουμε έναν κύκλο ανοιχτών αγώνων μεταξύ 2000 και 2005 στη Νότια Αμερική οι οποίοι συγκλόνισαν τα θεμέλια του εν λόγω μοντέλου, με το λαό, τις καταπιεσμένες και εκμεταλλευόμενες τάξεις ως πρωταγωνιστές της ιστορίας.
Τα γεγονότα στον αραβικό κόσμο τα οποία μας έχουν κόψει την ανάσα τους τελευταίους δύο και πλέον μήνες, έχουν κλονίσει την Νέα Παγκόσμια Τάξη και, μάλιστα, σε έναν από τους πλέον δυνατούς συνδέσμους της – τις δικτατορίες εκείνες οι οποίες έχουν διατηρηθεί στην εξουσία επί δεκάδες χρόνια από τον «ελεύθερο κόσμο» για να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη ροή πετρελαίου και για να διατηρείται η στρατιωτική παρουσία σε μια περιοχή τεράστιας οικονομικής και γεωστρατηγικής σημασίας για την αυτοκρατορία. Οι κινητοποιήσεις αυτές λαμβάνουν χώρα στην ίδια την καρδιά του καπιταλισμού, εκεί όπου ρέει το πετρέλαιο που κρατά σε λειτουργία το διεθνές εμπόριο και τη βιομηχανία. Συμβαίνουν σε χώρες οι οποίες είναι στενοί σύμμαχοι της Ουάσιγκτον, γι’ αυτό και το αντι-ιμπεριαλιστικό περιεχόμενο όλων αυτών των διαδηλώσεων (ακόμα και ο Λίβυος δικτάτορας Καντάφι έχει μετατραπεί σε στενό συνεργάτη των ΗΠΑ και της Ε.Ε. στο ζήτημα του «Πολέμου Εναντίον της Τρομοκρατίας»). Είναι όλες αυτές οι χώρες οι οποίες χαρακτηρίζονται από σοβαρές εσωτερικές αντιφάσεις όπου η πείνα συνυπάρχει με την μακρο-οικονομική ανάπτυξη και τη χλιδή και τον πλούτο των αρχουσών οικογενειών. Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο –την ίδια στιγμή υφίστανται προκλήσεις που συνταράζουν τα πολιτικά θεμέλια και το σύστημα. Αυτοί που μιλούν για «δημοκρατία» έχουν ήδη «ανάψει» έναν έντονο πολιτικό διάλογο σε παγκόσμια κλίμακα όσον αφορά το πολιτικό περιεχόμενο τέτοιων ευέλικτων όρων όπως «δημοκρατία». Πάνω απ’ όλα, επειδή η «δημοκρατία» που θέλουν οι φιλελεύθεροι σχετίζεται και συγχέεται με την εξουσία και δεν είναι η ίδια δημοκρατία που έχουν στο μυαλό τους οι λαοί που έχουν βγει στους δρόμους.
Δύο ανταγωνιστικές έννοιες της δημοκρατίας
Το φάντασμα του όχλου που αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική είναι ο χειρότερος εφιάλτης της άρχουσας τάξης, για την οποία «δημοκρατία» σημαίνει διατήρηση της νομικής και οικονομικής δομής που στηρίζει αποκλειστικά τα προνόμιά της. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι τα καπιταλιστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης κάνουν εκκλήσεις για «σταθερότητα» και «τάξη», μαζί με την επίσημη υποστήριξη της ανάγκης για δημοκρατία στις αραβικές χώρες («ξεχνώντας» την παραδοσιακή τους υποστήριξη στις περιφερειακές δικτατορίες). Στην εφημερίδα El Mercurio (στις 11 Φλεβάρη) για παράδειγμα, ο David Gallagher γράφει τυπικά: «Δεν μπορεί να κυβερνηθεί μια χώρα από τον δρόμο, παρ’ όλες τις αυταπάτες περί του αντιθέτου από τις οποίες διακατέχονται ορισμένοι διανοούμενοι της άμεσης δημοκρατίας, ενός ακραίου, συμμετοχικού είδους». Δηλώσεις όπως αυτή εκφράζονται μαζικά σε όλα τα επίσημα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Είναι ενδιαφέρον να επικεντρωθούμε στη φράση «κυβέρνηση από το δρόμο», αφού δείχνει τα όρια της τυπικής, αστικής δημοκρατίας. Ας διευκρινίσουμε, όμως, ορισμένες έννοιες που χρησιμοποιεί ο αρθρογράφος: όταν μιλάει για το δρόμο, αυτό που κάνει είναι να τον εξισώνει με το λαό. Όταν λέει ότι η δημοκρατία δεν μπορεί να είναι ένα «ακραίο», συμμετοχικό είδος, εννοεί ότι η εργατική τάξη (η «ακραία» σε αντιδιαστολή με την τάξη που αυτός εκπροσωπεί) θα πρέπει να εξαιρεθεί από το δημοκρατικό παιχνίδι. Για τον απλούστατο λόγο ότι στην έννοια που δίνει αυτός στη δημοκρατία, δεν θα πρέπει να συμπεριληφθούν οι φτωχοί, οι εργαζόμενοι, να αποκλειστούν από κάθε άμεση συμμετοχή στις υποθέσεις τους, θα πρέπει οπωσδήποτε να υπάρξει μια «σοβαρότητα» και ένα «κύρος», ώστε να αποκρυφτούν τα ταξικά συμφέροντα πίσω από αυτό το όραμα.
Σε ένα άρθρο του σχετικά με τις αραβικές εξεγέρσεις, ο Ουρουγουανός συγγραφέας Raúl Zibechi χτυπά κατευθείαν στην καρδιά του θέματος όταν δηλώνει:
«Το σύστημα μας δείχνει πολύ καλά ότι μπορούμε να ζήσουμε με κάθε κρατική Αρχή, ακόμη και την πιο "ριζοσπαστική" ή την πιο "αντι-συστημική”, αλλά δεν μπορεί να ανεχθεί ανθρώπους στους δρόμους, εξέγερση, συνεχή επανάσταση. Μπορούμε να πούμε ότι οι άνθρωποι που έχουν βγει στο δρόμο είναι το κλειδί στην επιχείρηση συσσώρευσης του κεφαλαίου, έτσι ώστε ένα από τα πρώτα “μέτρα” που ελήφθησαν από τους στρατιωτικούς μετά την αποχώρηση του Μουμπάρακ, ήταν το αίτημα οι άνθρωποι να αφήσουν τους δρόμους και να επιστρέψουν στις εργασίες τους».[2]
Ο δρόμος είναι ο κατ’ εξοχήν τόπος όπου η εξουσία εκφράζεται από τα κάτω. Είναι ο συμβολικός χώρος όπου οι άνθρωποι δίνουν τη μάχη τους μέχρι θανάτου ενάντια σε αυτούς που βρίσκονται στα υψηλά κλιμάκια. Είναι εκεί που πειραματίζονται με εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης των «res publica», τις δημόσιες υποθέσεις. Όποτε οι λαοί έχουν εμφανιστεί στη σκηνή της ιστορίας μέσω των διαδηλώσεων, έχουν πάντα -μέσα από την άσκηση της άμεσης δημοκρατίας- δημιουργήσει τους δικούς τους θεσμούς τους έξω και ενάντια στα επίσημα θεσμικά όργανα του Κράτους. Αυτό έχει συμβεί μετά τη Γαλλική Επανάσταση, όταν το 1792 το προλεταριάτο διαμόρφωσε τον πρώτο Δήμο (Κομμούνα) του Παρισιού και ο λαός συνέστησε τα όργανα της βλαστάνουσας άμεσης δημοκρατίας, μόνο και μόνο για να τα δει να κλέβονται, να παραγνωρίζονται και, τελικά, να συνθλίβονται από τα χέρια της αστικής τάξης των Ιακωβίνων στον αγώνα της εναντίον του Παλαιού Καθεστώτος.
Η δημοκρατία έχει πάντα όρια και η αστική τάξη το γνωρίζει αυτό - το πρόβλημα είναι ποιος θέτει τα όρια αυτά. Στην κλασική Ελλάδα, όπου γεννήθηκε η έννοια, τα δημοκρατικά δικαιώματα ήταν προνόμιο μόνο των «πολιτών», μιας μειοψηφίας του πληθυσμού που ζούσε από την εργασία της υπόδουλης πλειοψηφίας. Στις δυτικές δημοκρατίες, για μεγάλο χρονικό διάστημα, είχε αρνηθεί το δικαίωμα στη δημοκρατία στις αποικίες που έτρεφαν τις πόλεις ή στους ντόπιους εργαζόμενους που δεν είχαν περιουσία ή εκπαίδευση. Στο Ισραήλ, τη «μόνη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή», όπως διατείνεται το περίφημο κλισέ, οι Παλαιστίνιοι εξαιρούνται πλήρως από τις απολαύσεις της δημοκρατίας. Στις ίδιες τις ΗΠΑ , την «πιο δημοκρατική χώρα του κόσμου» (σύμφωνα με τον εαυτό τους), παρά την εκλογή ενός μαύρου προέδρου, ένας στους τέσσερις αφροαμερικανούς άνδρες μαραζώνει στις πανταχού παρούσες φυλακές, πολλοί από αυτούς καταδικασμένοι σε θάνατο. Οι υπόλοιποι στη συντριπτική τους πλειονότητα ζουν σε γκέτο, ενώ το δικομματικό σύστημα λειτουργεί ως πόλος έλξης για τη στρατιωτικο-βιομηχανική ελίτ.
Ας πάρουμε για παράδειγμα οποιαδήποτε δυτική δημοκρατία, μια από τις λεγόμενες «αντιπροσωπευτικές» δημοκρατίες: ας κάνουμε μια απλή έρευνα για την κοινωνική τάξη και το φύλο στο οποίο ανήκει η πλειοψηφία των βουλευτών. Το αποτέλεσμα είναι συντριπτικό: άνδρες από την καπιταλιστική τάξη. Οι επιχειρηματίες αποτελούν μια μικρή μειοψηφία της κοινωνίας, αλλά όλοι σχεδόν οι βουλευτές είναι επιχειρηματίες. Επίσης, θα παρατηρήσετε ότι οι καταπιεσμένες εθνοτικές ή εθνικές ομάδες επίσης υποεκπροσωπούνται. Ποιοι λοιπόν αντιπροσωπεύουν τη δημοκρατία; Οι καπιταλιστές, οι πλούσιοι, οι ισχυροί. Ολόκληρη η εκλογική και θεσμική μηχανή προστατεύεται από χίλια δύο τεχνάσματα ώστε να αποφευχθεί η λαϊκή συμμετοχή.
Αντιθέτως, η έννοια της συμμετοχικής ή άμεσης δημοκρατίας είναι ο αντίθετος πόλος της έννοιας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας όπως υποστηρίζεται από την καπιταλιστική τάξη και τους παρατρεχάμενούς της. Τα όριά της καθορίζονται από τον κινητοποιημένο λαό, που κατά τη διαδικασία του αγώνα αποκτά νέα συνείδηση των δυνατοτήτων και της ύπαρξής του. Η άμεση δημοκρατία στη Γαλλική Επανάσταση, κατά την περίοδο 1792-1793, έθεσε όρια στους κερδοσκόπους, και προς στιγμήν καθόρισε και τον αγώνα εναντίον τους. Όλες οι διάφορες εμπειρίες της λαϊκής εξουσίας και της άμεσης δημοκρατίας που έχουν συμβεί στην ιστορία έχουν ασχοληθεί με την οικονομική εκμετάλλευση. Η άμεση συμμετοχή του κάθε μέλους της κοινωνίας, η συλλογική άσκηση της εξουσίας, πνίγει την καπιταλιστική μειονότητα στον ωκεανό των συμφερόντων του λαού που εκφράζονται άμεσα και ελεύθερα. Δεν είναι τυχαίο ότι η άμεση δημοκρατία αγνοεί τη διάκριση μεταξύ του πολιτικού και του οικονομικού (τη φρίκη της φρίκης για τους καπιταλιστές) και τείνει προς την κοινωνικοποίηση της ιδιοκτησίας.
Ο δρόμος είναι ένας σημαντικός συμβολικός χώρος. Αλλά δεν αρκεί από μόνος του. Σταδιακά, οι άνθρωποι καταλήγουν πάντα στο να συνειδητοποιούν ότι η «δημοκρατία», η άμεση δημοκρατία τους δημιουργείται στον αγώνα, και περιλαμβάνει επίσης την κοινωνικοποίηση των ορυχείων, των επιχειρήσεων, της γης, των εργοστασίων και των γραφείων. Όταν οι άνθρωποι αναλαμβάνουν οι ίδιοι τις υποθέσεις τους, βλέπουμε ξεκάθαρα ότι δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική ισότητα χωρίς οικονομική ισότητα.
Η άμεση δημοκρατία των λαϊκών επιτροπών
Στην Αίγυπτο, όπως και αλλού στον αραβικό κόσμο, έχουν συσταθεί λαϊκές επιτροπές, απόδειξη της πολιτικής ικανότητας των εργαζόμενων τάξεων. Ο Gallagher κάνει λάθος όταν λέει ότι μια χώρα δεν μπορεί να κυβερνιέται από το δρόμο. Στην πραγματικότητα, για αρκετές εβδομάδες στην Αίγυπτο και την Τυνησία, ο «δρόμος» ήταν το μόνο μέρος άσκησης της κυβέρνησης. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες για το πώς λειτουργεί η άμεση δημοκρατία στις λαϊκές επιτροπές της Αιγύπτου, της Τυνησίας και της Λιβύης, τις οποίες και γνωρίζουμε χάρη στην καλή δουλειά ορισμένων διεθνών ανταποκριτών. Επιτρέψτε μου να παραθέσω μια από τις «ανακοινώσεις» της λαϊκής επιτροπής της πλατείας Tahrir στο Κάιρο, που νομίζω ότι είναι αρκετά αντιπροσωπευτική:
«Αιγύπτιοι όλων των κοινωνικών στρωμάτων έχουν προσφερθεί οικειοθελώς για τον καθαρισμό των οδών, για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας το μεσημέρι, για το συντονισμό των τοπικών περιπολιών για την αντιμετώπιση πρώιμων κρουσμάτων λεηλασιών, ακόμα και για την οργάνωση της αυτοάμυνας των επιτροπών κατά τη διάρκεια των σποραδικών συγκρούσεων στις 2 Φλεβάρη με τους μπράβους του καθεστώτος (baltagiyya), πλήρως εξοπλισμένων, για την ασφάλεια των σημείων ελέγχου, καθώς και για την περίθαλψη των τραυματιών στα πρόχειρα νοσοκομεία (...) Οι άνθρωποι δεν δίστασαν να μοιραστούν με τη θέλησή τους, και φυσικά δωρεάν τις μικρές τους οικονομίες σε τρόφιμα ή ποτά. Ξεπερνώντας μια μακρά κληρονομιά αμοιβαίας εχθρότητας και καχυποψίας εξαιτίας των παραδοσιακών σεχταριστικών αντιλήψεων, υπάρχει η Αίγυπτος για όλους στην πλατεία Tahrir: άνδρες και γυναίκες, νέους και γέρους, μουσουλμάνους και χριστιανούς, με μια ζωηρή και έντονη συζήτηση - ελεύθερη και γεμάτη νόημα, και στις τέσσερις γωνιές της πλατείας Tahrir, μεταφέροντας από τα μεγάφωνα μια μεγάλη ποικιλία διαφορετικών πολιτικών απόψεων και γνωμών. Οποιαδήποτε επίσημη έγκριση των προτάσεων αποφασίζεται δημοκρατικά με την κατά πλειοψηφία ψήφο. Ο λαός της πλατείας Tahrir έκανε μια ψηφοφορία σε ένα σημείο, για το αν έπρεπε να εκλεγούν ή όχι αντιπρόσωποι που να προβαίνουν σε βασικές εκτελεστικές αποφάσεις εξ ονόματος του κινήματος διαμαρτυρίας, κάτι για το οποίο ψήφισαν συντριπτικά και αποφασιστικά “όχι”.[3] Αυτή η μαρτυρία συμφωνεί και με άλλες που έχουν κυκλοφορήσει σχετικά με αυτές τις επιτροπές, θυμίζοντάς μας τον πολλαπλασιασμό των άμεσων δημοκρατικών θεσμών στην Αργεντινή μετά από την κρίση και τη λαϊκή εξέγερση του Δεκέμβρη του 2001. Ακόμη και η συντηρητική εφημερίδα The Economist (5-11 Μαρτίου 2011, σ.41), γράφει, χωρίς ρητή αναφορά στις λαϊκές επιτροπές της Λιβύης, αναφερόμενη όμως στην οργάνωση των ”απελευθερωμένων ζωνών”, ότι: “Σε περιοχές που βρίσκονται στα χέρια ανταρτών, δεν υπάρχει φόβος πρόκλησης χάους. Παρά την έλλειψη αστυνομίας η εγκληματικότητα δεν έχει αυξηθεί. Οι φοιτήτριες παρακολουθούν τους εορτασμούς χωρίς να έχουν αναφερθεί παρενοχλήσεις. Για περίπου δύο εβδομάδες, οι εστιάτορες προσφέρουν δωρεάν τσάι και σάντουιτς. Για να επιδειχθεί η νέα αίσθηση αδελφότητας, οι επιχειρηματίες έχουν βοηθήσει στον καθαρισμό των δρόμων”». (4)
Φυσικά, η άμεση δημοκρατία που κερδήθηκε στο δρόμο -και μόνο- δεν αποτελεί πανάκεια για τη μαγική επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι αραβικοί λαοί. Ούτε η ανεργία ούτε η εξοργιστική ανισότητα ούτε οι υψηλές τιμές των τροφίμων έχουν εξαλειφθεί. Οι δε συγκρούσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων στην Αίγυπτο αυτή την εβδομάδα δείχνουν ότι ο διαβρωτικός σεχταρισμός δεν έχει εντελώς ξεπεραστεί. Όμως, η άμεση δημοκρατία δημιουργεί δημόσιους χώρους όπου τα λαϊκά αιτήματα μπορεί να γίνουν ένας καταστροφικός ανεμοστρόβιλος, μια συλλογική ηγεσία που αποσκοπεί στην προώθηση της ισότητας και της κοινωνικοποίησης.
Η επανάσταση στον αραβικό κόσμο δεν είναι μόνο ο τερματισμός των δικτατοριών
Ενώ οι ΗΠΑ και οι τοπικές μαριονέτες τους εμφανίζουν το φάντασμα της Αλ Κάιντα, προκειμένου να δημιουργηθεί δυσπιστία μεταξύ των δυτικών λαών και των επαναστατημένων Αράβων αδελφών τους, η εξέγερση στις αραβικές χώρες έχει καταφέρει να φτάσει σε απρόσμενα επίπεδα ζωτικότητας, υπερβαίνοντας κατά πολύ τα στενά αιτήματα για την απλή αντικατάσταση μιας κυβέρνησης. Ο δημοσιογράφος Michael Jansen, γράφει στην εφημερίδα The Irish Times (4 Μαρτίου 2011), δίνοντάς μας μια γρήγορη ματιά στις βαθιές αλλαγές στην αιγυπτιακή κοινωνία που έρχονται με τη μεταβατική κυβέρνηση και με ποιο τρόπο οι άνεμοι της αλλαγής δεν έχουν αφήσει κανέναν αδιάφορο:
«Μαθητές γυμνασίων έχουν δημιουργήσει ένα κίνημα που ζητά την αναθεώρηση του αιγυπτιακού εκπαιδευτικού συστήματος. Οι γυναικείες οργανώσεις ζητούν ίσα δικαιώματα και πλήρη εκπροσώπηση στην κυβέρνηση και την κοινωνία. Δημοσιογράφοι ζητούν να δοθεί τέλος στους περιορισμούς στα μέσα ενημέρωσης και την απομάκρυνση συντακτών και μελών διοικητικών συμβουλίων που υποστήριζαν το καθεστώς Μουμπάρακ. Ακαδημαϊκοί, ιεροκήρυκες και φοιτητές του παμπάλαιου πανεπιστημίου Al-Azhar επιζητούν την απελευθέρωση του ιδρύματος μετά από 1.000 χρόνια κυβερνητικού ελέγχου. Οι τουρμπανοφορούντες επαναστάτες επιμένουν ότι ο Sheikh Al-Azhar, δηλαδή ο πρύτανης του πανεπιστημίου, οι νομομαθείς των σουνιτών και άλλοι ανώτατοι αξιωματούχοι θα πρέπει να εκλέγονται για συγκεκριμένα διαστήματα και όχι να είναι ισόβιοι. (...) Εκπαιδευτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, καθηγητές πανεπιστημίου, δικηγόροι, δικαστές και εργαζόμενοι σε δημόσιους και ιδιωτικούς τομείς της χώρας εκφράζουν την οργή τους ενάντια σε υπαλλήλους και διευθυντές για την ανεξέλεγκτη διαφθορά τους. Δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι στην κλωστοϋφαντουργία, στις τηλεπικοινωνίες, στις βιομηχανίες σιδήρου και χάλυβα, στα νοσοκομεία, στα πανεπιστήμια, στη στρατιωτική βιομηχανία και στη Διώρυγα του Σουέζ προχώρησαν σε απεργίες, για να στηρίξουν κατ’ αρχάς το δημοκρατικό κίνημα και στη συνέχεια ζητώντας υψηλότερους μισθούς και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Οι εργαζόμενοι ζητούν τη διάλυση της κυβερνητικής Ομοσπονδίας Συνδικάτων. Την Τετάρτη διάφορα συνδικάτα δημιούργησαν μια ανεξάρτητη ένωση».[5]
Σαν το κουτί της Πανδώρας, η αραβική επανάσταση έχει ανοίξει την πόρτα σε όλα αυτά τα αιτήματα και τα παράπονα που είχαν κατασταλεί για δεκαετίες, εάν όχι αιώνες. Οι μάζες έχουν ήδη δημιουργήσει μια μοναδική ιστορική στιγμή, μια ιστορική βάση από την οποία θα διαμορφωθεί το μέλλον. Και οι άνθρωποι έχουν αποδειχθεί ότι είναι σκληροί παίκτες, παρά τη νεότητά τους και τη σχετική τους απειρία. Αυτοί σφυρηλατούν τη νέα αραβική άμεση δημοκρατία και ετοιμάζονται να δώσουν ένα ποιοτικό άλμα στην επανάστασή τους, μετατρέποντάς την σε μια τρομερή μεσοπρόθεσμη κοινωνική επανάσταση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η τοπική άρχουσα τάξη και οι εκπρόσωποι του παλαιού καθεστώτος, μαζί με τα αυτοκρατορικά αφεντικά τους, έθεσαν ως πρώτο καθήκον τους τη συγκράτηση της άμεσης δημοκρατίας μέσω της διαδικασίας της «μετάβασης», της «ιδρυματοποίησης» και των «δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων» που μεταβάλλουν το συμμετοχικό περιεχόμενο αυτών των εξεγέρσεων, διοχετεύοντάς το σε μια ασφαλή και ακίνδυνη «αντιπροσωπευτική δημοκρατία». Είναι ο λόγος ύπαρξης για όλα τις πολιτικές ή στρατιωτικές μεταβατικές κυβερνήσεις - να είναι το φιλικό πρόσωπο της αντεπανάστασης.
Οι προκλήσεις είναι μπροστά: διαδίδοντας και ριζώνοντας την επανάσταση
Οι ΗΠΑ γνωρίζουν τι διακυβεύεται στο κατώφλι τους. Ο αρχηγός του γενικού επιτελείου των ΗΠΑ Mike Mullen, παραδέχεται ότι υπήρξαν ραγδαίες αλλαγές στην περιοχή και ότι οι ΗΠΑ δεν προσπαθούν μόνο να συμβαδίσουν με τα γεγονότα, αλλά να επηρεάσουν τα πράγματα προς την κατεύθυνση που θέλουν ανάλογα με τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους.[6] Θα βοηθηθούν εν προκειμένω από τις «μεταβατικές» κυβερνήσεις και τους δικτάτορες εκείνους, οι οποίοι, προσκολλημένοι ακόμα στην εξουσία, θα προσφέρουν μερικές διακοσμητικές μεταρρυθμίσεις. Αλλά εξακολουθούν να έχουν ένα δύσκολο έργο μπροστά τους, καθώς δεν φαίνεται ότι οι αραβικές μάζες διακατέχονται από τον πλέον μικρό ενθουσιασμό για τον «αμερικανικό τρόπο ζωής».
Επιπλέον, η δυσαρέσκεια κατά των Αμερικανών, που αποτελούν στήριγμα των περιφερειακών τυραννιών, είναι ζωτικής σημασίας για την κατανόηση της διαμαρτυρίας των αραβικών χωρών. Δεκαετίες συνεργασίας με το Ισραήλ και την αμερικανική αυτοκρατορική επιθετικότητα στην περιοχή, βοήθησαν αναμφισβήτητα στη διάβρωση της νομιμότητας των καθεστώτων αυτών.[7] Αυτό είναι που εννοούμε μιλώντας για το αναμφισβήτητο αντι-ιμπεριαλιστικό περιεχόμενο όλων αυτών των διαδηλώσεων, κάτι που ακόμη και ο δικτάτορας της Υεμένης Ali Abdullah Saleh, έχει προσέξει. Πρόσφατα, σε μια έκρηξη δημαγωγίας και αποκρουστικής υποκρισίας σε μια διάσκεψη στην πρωτεύουσα Σαναά, δήλωσε ότι όλα αυτά τα γεγονότα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια προσπάθεια του Τελ Αβίβ να αποσταθεροποιήσει τον αραβικό κόσμο, ότι όλα «ελέγχονται από τον Λευκό Οίκο».[8] Το είπε επειδή ξέρει τη βαθιά δυσαρέσκεια της περιοχής για τη σύμμαχό του ΗΠΑ και προσπαθεί κυνικά να το εκμεταλλευτεί - ενώ στις τσέπες του μπαίνει ετησίως το καθαρό ποσόν των $300 εκατομμυρίων δολαρίων από το Λευκό Οίκο για τη συμβολή του στον «Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας». Κανείς στον αραβικό κόσμο δεν εντυπωσιάστηκε από αυτή την αδέξια δημαγωγία, έστω και αν φαίνεται ότι έξω από τον αραβικό κόσμο είχε κάποια αποτελέσματα, μεταξύ ορισμένων τομέων της αριστεράς, ιδίως λόγω των γεγονότων στη Λιβύη.[9]
Η επανάσταση στις αραβικές χώρες δεν έχει τελειώσει, ούτε στην Τυνησία ούτε στην Αίγυπτο. Πράγματι, ίσως ακόμα λιγότερο στις δύο αυτές χώρες. Η επανάσταση, αυτή η γιγαντιαία αφύπνιση των αραβικών λαών, μόλις έχει αρχίσει, όπως αποδεικνύεται από τις διαδηλώσεις που τις τελευταίες εβδομάδες έχουν αναγκάσει την παραίτηση δύο πρόσφατα διορισμένων πρωθυπουργών - του Mohammed Ghannouchi στην Τυνησία (μαζί με πέντε μέλη του υπουργικού του συμβουλίου) και του Ahmed Shafik στην Αίγυπτο. Οι λαϊκές διαμαρτυρίες συνεχίζουν να απαιτούν την απομάκρυνση όλων των στοιχείων του παλαιού καθεστώτος, την εξάρθρωση των σωμάτων ασφαλείας και την ικανοποίηση ενός πολύ μεγάλου καταλόγου λαϊκών αιτημάτων.
Όπως μας θυμίζει η εμπειρία της Αργεντινής, αυτές οι περίοδοι της ανοικτής κρίσης είναι αρκετά ρευστές, οι πολιτικές μεταβάσεις είναι συνηθισμένες, και εάν οι εναλλακτικές προτάσεις του λαού δεν νικήσουν, τότε αυτό θα το πετύχουν σύντομα οι εναλλακτικές λύσεις των ισχυρών ανακτώντας το έδαφος που είχαν χάσει. Αυτό που δεν είναι βιώσιμο είναι μια οποιαδήποτε μακροπρόθεσμη πολιτική κρίση. Και εδώ είναι που πρέπει να θυμόμαστε τα λόγια του συντρόφου μας από τη Συρία Mazen Kamalmaz, ο οποίος είπε ότι «οι λαϊκές επιτροπές πρέπει να αποτελέσουν το θεμέλιο μιας νέας ζωής, δεν είναι μόνο ένα προσωρινό μέτρο».[10]
Οι επιτροπές αυτές αποτελούν τη βάση μιας νέας δημοκρατίας του λαού που είναι άμεση, συμμετοχική, βασισμένη στις συνελεύσεις και δημιουργημένη από τους άνδρες και τις γυναίκες μέρα με τη μέρα στις αραβικές επαναστάσεις.
Όμως οι προκλήσεις δεν είναι καθόλου εύκολες. Πώς μπορούμε να προβάλλουμε αυτές τις εμπειρίες με την πάροδο του χρόνου, ώστε να μπορέσουν να είναι κάτι περισσότερο από ένα σποραδικό επεισόδιο στον αγώνα, το φύτρο της νέας κοινωνίας; Πώς θα εξασφαλιστεί ότι οι ασυντόνιστες, συντεχνιακές προτάσεις μπορούν να ωριμάσουν σε ένα εναλλακτικό κοινωνικό σχέδιο; Οι αραβικές μάζες έχουν τη δυνατότητα να εμβαθύνουν και να ριζοσπαστικοποιήσουν το κίνημα, πέρα από την τρέχουσα κρίση. Είναι δύσπιστες όσον αφορά τις διακοσμητικές μεταρρυθμίσεις αυτών των «μεταβατικών κυβερνήσεων» γνωρίζοντας ότι είναι, τελικά, μόνο ένας τρόπος κατευνασμού των μαζών. Μόνο ο χρόνος θα δείξει πώς θα λυθεί η κρίση ή οι κρίσεις, αλλά αυτό που είναι σαφές είναι ότι τίποτα δεν θα είναι το ίδιο από εδώ και πέρα για τον αραβικό ή και τον υπόλοιπο κόσμο.
José Antonio Gutiérrez D.
12 Μάρτη 2011
[1] http://www.anarkismo.net/article/18678
[2] http://alainet.org/active/44376
[3] http://www.socialistproject.ca/bullet/467.php#continue
[4] http://www.economist.com/node/18290470?story_id=18290470
[5] http://www.irishtimes.com/newspaper/world/2011/0304/1224291282861.html
[6] http://english.peopledaily.com.cn/90001/90780/91343/7308634.html
[7] Το αστείο με τον Λίβυο δικτάτορα, ο οποίος μέχρι πρόσφατα ήταν ο καλύτερος φίλος της Δύσης και ένα μοντέλο για την πρώην υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Condoleezza Rice, είναι ότι η Δύση τον μετέτρεψε τόσο γρήγορα σε ένα φιλοαμερικανό κλόουν στα μάτια του λαού του. Επιπλέον, σε χώρες όπου οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται να μεταδώσουν την αναταραχή όπως στη Συρία και το Ιράν, οι διαμαρτυρίες είναι πολύ αδύνατες, οι διαδηλώσεις είναι χλιαρές ή δεν υπάρχουν. Αυτό επιβεβαιώνει την άποψή μας για τις διαφορετικές δυναμικές.
[8] The Economist, 5-11 March 2011, σελ. 45. http://www.economist.com/node/18291501 [9] Αναφέρομαι εδώ σε ένα θαυμάσιο άρθρο του Roland Astarita, που παραθέτει κάποιες από τις συζητήσεις στο χώρο της λατινοαμερικανικής αριστεράς για το θέμα. Ακόμα και εάν διαφωνείτε σε κάτι με αυτό, νομίζω ότι είναι σωστή προσέγγιση. Ο τίτλος είναι «La izquierda y Libia» και δημοσιεύεται στο http://rolandoastarita.wordpress.com/2011/03/07/la-izquierda-y-libia/ ενώ μια απάντηση στο http://rolandoastarita.wordpress.com/2011/03/10/criticos-nacionales-y-libia/
[10] http://www.anarkismo.net/article/18923
* Αγγλική μετάφραση Γραφείο Διεθνών Σχέσεων της ιταλικής FdCA. Ελληνική μετάφραση «Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης» 17 Μάρτη 2011.
Απόψεις για τη σπουδαιότητα των τωρινών αραβικών εξεγέρσεων και των επιδράσεών τους στην επαναστατική θεωρία, και συγκεκριμένα σε σχέση με το διάλογο για τη δημοκρατία και τη λαϊκή εξουσία.
Σε προηγούμενο άρθρο, είχα πει ότι τα γεγονότα που συνταράζουν τον αραβικό κόσμο είναι τόσο σημαντικά όσο αυτά που συνέβησαν το 1989.[1] Όχι μόνο για το ότι μπορούν να υπάρχουν παραλληλισμοί μεταξύ τους όσον αφορά την έκταση και το βάθος της κοινωνικής δυσαρέσκειας σε μια τεράστια γεωγραφική περιοχή, αλλά επίσης και για το ότι αυτός ο κοινωνικός λαϊκός ανεμοστρόβιλος εγείρει ένα ζήτημα σε μια συγκεκριμένη γεωπολιτική αρχιτεκτονική η οποία θεωρείτο έως τώρα σκληρή και άκαμπτη. Στην περίπτωση αυτή, αυτές οι μακροχρόνιες δικτατορίες τρέφονταν, προωθούνταν και επιβάλλονταν από τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ (και του συνεταίρου τους της Ευρωπαϊκής Ένωσης) σε μια περιοχή τεράστιου ενδιαφέροντος όσον αφορά βέβαια το πετρέλαιο. Το 1989 οι πολιτικές επιπτώσεις των διαδηλώσεων ήσαν βαθιές και μακρόχρονες – η πτώση των «πραγματικά σοσιαλιστικών» καθεστώτων δεν σήμανε μόνο την πτώση κάποιων μικρών μη ευχάριστων γραφειοκρατικών δικτατοριών, αλλά εξαιτίας της επακόλουθης αδυναμίας μιας αληθινά ελευθεριακής και επαναστατικής αριστεράς, αντιπροσώπευαν την πτώση κάποιων συγκεκριμένων πολιτικών αξιών και οραμάτων τα οποία συνδέθηκαν λανθασμένα με το σοβιετικό μπλοκ, με την επακόλουθη άνοδο του νεοφιλελευθερισμού ως ενός αδιαμφισβήτητου συστήματος σε οικονομικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο.
Ήταν το τέλος της ιστορίας, σύμφωνα με μερικούς απολογητές της «Νέας Παγκόσμιας Τάξης». Αλλά η ιστορία συνέχισε να γράφεται, όπως αποδείχθηκε με δραματικό τρόπο από τις διαδηλώσεις κατά της παγκοσμιοποίησης στο Seattle το 1999. Και εάν χρειάζονται περαιτέρω διαδηλώσεις, τότε έχουμε έναν κύκλο ανοιχτών αγώνων μεταξύ 2000 και 2005 στη Νότια Αμερική οι οποίοι συγκλόνισαν τα θεμέλια του εν λόγω μοντέλου, με το λαό, τις καταπιεσμένες και εκμεταλλευόμενες τάξεις ως πρωταγωνιστές της ιστορίας.
Τα γεγονότα στον αραβικό κόσμο τα οποία μας έχουν κόψει την ανάσα τους τελευταίους δύο και πλέον μήνες, έχουν κλονίσει την Νέα Παγκόσμια Τάξη και, μάλιστα, σε έναν από τους πλέον δυνατούς συνδέσμους της – τις δικτατορίες εκείνες οι οποίες έχουν διατηρηθεί στην εξουσία επί δεκάδες χρόνια από τον «ελεύθερο κόσμο» για να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη ροή πετρελαίου και για να διατηρείται η στρατιωτική παρουσία σε μια περιοχή τεράστιας οικονομικής και γεωστρατηγικής σημασίας για την αυτοκρατορία. Οι κινητοποιήσεις αυτές λαμβάνουν χώρα στην ίδια την καρδιά του καπιταλισμού, εκεί όπου ρέει το πετρέλαιο που κρατά σε λειτουργία το διεθνές εμπόριο και τη βιομηχανία. Συμβαίνουν σε χώρες οι οποίες είναι στενοί σύμμαχοι της Ουάσιγκτον, γι’ αυτό και το αντι-ιμπεριαλιστικό περιεχόμενο όλων αυτών των διαδηλώσεων (ακόμα και ο Λίβυος δικτάτορας Καντάφι έχει μετατραπεί σε στενό συνεργάτη των ΗΠΑ και της Ε.Ε. στο ζήτημα του «Πολέμου Εναντίον της Τρομοκρατίας»). Είναι όλες αυτές οι χώρες οι οποίες χαρακτηρίζονται από σοβαρές εσωτερικές αντιφάσεις όπου η πείνα συνυπάρχει με την μακρο-οικονομική ανάπτυξη και τη χλιδή και τον πλούτο των αρχουσών οικογενειών. Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο –την ίδια στιγμή υφίστανται προκλήσεις που συνταράζουν τα πολιτικά θεμέλια και το σύστημα. Αυτοί που μιλούν για «δημοκρατία» έχουν ήδη «ανάψει» έναν έντονο πολιτικό διάλογο σε παγκόσμια κλίμακα όσον αφορά το πολιτικό περιεχόμενο τέτοιων ευέλικτων όρων όπως «δημοκρατία». Πάνω απ’ όλα, επειδή η «δημοκρατία» που θέλουν οι φιλελεύθεροι σχετίζεται και συγχέεται με την εξουσία και δεν είναι η ίδια δημοκρατία που έχουν στο μυαλό τους οι λαοί που έχουν βγει στους δρόμους.
Δύο ανταγωνιστικές έννοιες της δημοκρατίας
Το φάντασμα του όχλου που αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική είναι ο χειρότερος εφιάλτης της άρχουσας τάξης, για την οποία «δημοκρατία» σημαίνει διατήρηση της νομικής και οικονομικής δομής που στηρίζει αποκλειστικά τα προνόμιά της. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι τα καπιταλιστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης κάνουν εκκλήσεις για «σταθερότητα» και «τάξη», μαζί με την επίσημη υποστήριξη της ανάγκης για δημοκρατία στις αραβικές χώρες («ξεχνώντας» την παραδοσιακή τους υποστήριξη στις περιφερειακές δικτατορίες). Στην εφημερίδα El Mercurio (στις 11 Φλεβάρη) για παράδειγμα, ο David Gallagher γράφει τυπικά: «Δεν μπορεί να κυβερνηθεί μια χώρα από τον δρόμο, παρ’ όλες τις αυταπάτες περί του αντιθέτου από τις οποίες διακατέχονται ορισμένοι διανοούμενοι της άμεσης δημοκρατίας, ενός ακραίου, συμμετοχικού είδους». Δηλώσεις όπως αυτή εκφράζονται μαζικά σε όλα τα επίσημα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Είναι ενδιαφέρον να επικεντρωθούμε στη φράση «κυβέρνηση από το δρόμο», αφού δείχνει τα όρια της τυπικής, αστικής δημοκρατίας. Ας διευκρινίσουμε, όμως, ορισμένες έννοιες που χρησιμοποιεί ο αρθρογράφος: όταν μιλάει για το δρόμο, αυτό που κάνει είναι να τον εξισώνει με το λαό. Όταν λέει ότι η δημοκρατία δεν μπορεί να είναι ένα «ακραίο», συμμετοχικό είδος, εννοεί ότι η εργατική τάξη (η «ακραία» σε αντιδιαστολή με την τάξη που αυτός εκπροσωπεί) θα πρέπει να εξαιρεθεί από το δημοκρατικό παιχνίδι. Για τον απλούστατο λόγο ότι στην έννοια που δίνει αυτός στη δημοκρατία, δεν θα πρέπει να συμπεριληφθούν οι φτωχοί, οι εργαζόμενοι, να αποκλειστούν από κάθε άμεση συμμετοχή στις υποθέσεις τους, θα πρέπει οπωσδήποτε να υπάρξει μια «σοβαρότητα» και ένα «κύρος», ώστε να αποκρυφτούν τα ταξικά συμφέροντα πίσω από αυτό το όραμα.
Σε ένα άρθρο του σχετικά με τις αραβικές εξεγέρσεις, ο Ουρουγουανός συγγραφέας Raúl Zibechi χτυπά κατευθείαν στην καρδιά του θέματος όταν δηλώνει:
«Το σύστημα μας δείχνει πολύ καλά ότι μπορούμε να ζήσουμε με κάθε κρατική Αρχή, ακόμη και την πιο "ριζοσπαστική" ή την πιο "αντι-συστημική”, αλλά δεν μπορεί να ανεχθεί ανθρώπους στους δρόμους, εξέγερση, συνεχή επανάσταση. Μπορούμε να πούμε ότι οι άνθρωποι που έχουν βγει στο δρόμο είναι το κλειδί στην επιχείρηση συσσώρευσης του κεφαλαίου, έτσι ώστε ένα από τα πρώτα “μέτρα” που ελήφθησαν από τους στρατιωτικούς μετά την αποχώρηση του Μουμπάρακ, ήταν το αίτημα οι άνθρωποι να αφήσουν τους δρόμους και να επιστρέψουν στις εργασίες τους».[2]
Ο δρόμος είναι ο κατ’ εξοχήν τόπος όπου η εξουσία εκφράζεται από τα κάτω. Είναι ο συμβολικός χώρος όπου οι άνθρωποι δίνουν τη μάχη τους μέχρι θανάτου ενάντια σε αυτούς που βρίσκονται στα υψηλά κλιμάκια. Είναι εκεί που πειραματίζονται με εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης των «res publica», τις δημόσιες υποθέσεις. Όποτε οι λαοί έχουν εμφανιστεί στη σκηνή της ιστορίας μέσω των διαδηλώσεων, έχουν πάντα -μέσα από την άσκηση της άμεσης δημοκρατίας- δημιουργήσει τους δικούς τους θεσμούς τους έξω και ενάντια στα επίσημα θεσμικά όργανα του Κράτους. Αυτό έχει συμβεί μετά τη Γαλλική Επανάσταση, όταν το 1792 το προλεταριάτο διαμόρφωσε τον πρώτο Δήμο (Κομμούνα) του Παρισιού και ο λαός συνέστησε τα όργανα της βλαστάνουσας άμεσης δημοκρατίας, μόνο και μόνο για να τα δει να κλέβονται, να παραγνωρίζονται και, τελικά, να συνθλίβονται από τα χέρια της αστικής τάξης των Ιακωβίνων στον αγώνα της εναντίον του Παλαιού Καθεστώτος.
Η δημοκρατία έχει πάντα όρια και η αστική τάξη το γνωρίζει αυτό - το πρόβλημα είναι ποιος θέτει τα όρια αυτά. Στην κλασική Ελλάδα, όπου γεννήθηκε η έννοια, τα δημοκρατικά δικαιώματα ήταν προνόμιο μόνο των «πολιτών», μιας μειοψηφίας του πληθυσμού που ζούσε από την εργασία της υπόδουλης πλειοψηφίας. Στις δυτικές δημοκρατίες, για μεγάλο χρονικό διάστημα, είχε αρνηθεί το δικαίωμα στη δημοκρατία στις αποικίες που έτρεφαν τις πόλεις ή στους ντόπιους εργαζόμενους που δεν είχαν περιουσία ή εκπαίδευση. Στο Ισραήλ, τη «μόνη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή», όπως διατείνεται το περίφημο κλισέ, οι Παλαιστίνιοι εξαιρούνται πλήρως από τις απολαύσεις της δημοκρατίας. Στις ίδιες τις ΗΠΑ , την «πιο δημοκρατική χώρα του κόσμου» (σύμφωνα με τον εαυτό τους), παρά την εκλογή ενός μαύρου προέδρου, ένας στους τέσσερις αφροαμερικανούς άνδρες μαραζώνει στις πανταχού παρούσες φυλακές, πολλοί από αυτούς καταδικασμένοι σε θάνατο. Οι υπόλοιποι στη συντριπτική τους πλειονότητα ζουν σε γκέτο, ενώ το δικομματικό σύστημα λειτουργεί ως πόλος έλξης για τη στρατιωτικο-βιομηχανική ελίτ.
Ας πάρουμε για παράδειγμα οποιαδήποτε δυτική δημοκρατία, μια από τις λεγόμενες «αντιπροσωπευτικές» δημοκρατίες: ας κάνουμε μια απλή έρευνα για την κοινωνική τάξη και το φύλο στο οποίο ανήκει η πλειοψηφία των βουλευτών. Το αποτέλεσμα είναι συντριπτικό: άνδρες από την καπιταλιστική τάξη. Οι επιχειρηματίες αποτελούν μια μικρή μειοψηφία της κοινωνίας, αλλά όλοι σχεδόν οι βουλευτές είναι επιχειρηματίες. Επίσης, θα παρατηρήσετε ότι οι καταπιεσμένες εθνοτικές ή εθνικές ομάδες επίσης υποεκπροσωπούνται. Ποιοι λοιπόν αντιπροσωπεύουν τη δημοκρατία; Οι καπιταλιστές, οι πλούσιοι, οι ισχυροί. Ολόκληρη η εκλογική και θεσμική μηχανή προστατεύεται από χίλια δύο τεχνάσματα ώστε να αποφευχθεί η λαϊκή συμμετοχή.
Αντιθέτως, η έννοια της συμμετοχικής ή άμεσης δημοκρατίας είναι ο αντίθετος πόλος της έννοιας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας όπως υποστηρίζεται από την καπιταλιστική τάξη και τους παρατρεχάμενούς της. Τα όριά της καθορίζονται από τον κινητοποιημένο λαό, που κατά τη διαδικασία του αγώνα αποκτά νέα συνείδηση των δυνατοτήτων και της ύπαρξής του. Η άμεση δημοκρατία στη Γαλλική Επανάσταση, κατά την περίοδο 1792-1793, έθεσε όρια στους κερδοσκόπους, και προς στιγμήν καθόρισε και τον αγώνα εναντίον τους. Όλες οι διάφορες εμπειρίες της λαϊκής εξουσίας και της άμεσης δημοκρατίας που έχουν συμβεί στην ιστορία έχουν ασχοληθεί με την οικονομική εκμετάλλευση. Η άμεση συμμετοχή του κάθε μέλους της κοινωνίας, η συλλογική άσκηση της εξουσίας, πνίγει την καπιταλιστική μειονότητα στον ωκεανό των συμφερόντων του λαού που εκφράζονται άμεσα και ελεύθερα. Δεν είναι τυχαίο ότι η άμεση δημοκρατία αγνοεί τη διάκριση μεταξύ του πολιτικού και του οικονομικού (τη φρίκη της φρίκης για τους καπιταλιστές) και τείνει προς την κοινωνικοποίηση της ιδιοκτησίας.
Ο δρόμος είναι ένας σημαντικός συμβολικός χώρος. Αλλά δεν αρκεί από μόνος του. Σταδιακά, οι άνθρωποι καταλήγουν πάντα στο να συνειδητοποιούν ότι η «δημοκρατία», η άμεση δημοκρατία τους δημιουργείται στον αγώνα, και περιλαμβάνει επίσης την κοινωνικοποίηση των ορυχείων, των επιχειρήσεων, της γης, των εργοστασίων και των γραφείων. Όταν οι άνθρωποι αναλαμβάνουν οι ίδιοι τις υποθέσεις τους, βλέπουμε ξεκάθαρα ότι δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική ισότητα χωρίς οικονομική ισότητα.
Η άμεση δημοκρατία των λαϊκών επιτροπών
Στην Αίγυπτο, όπως και αλλού στον αραβικό κόσμο, έχουν συσταθεί λαϊκές επιτροπές, απόδειξη της πολιτικής ικανότητας των εργαζόμενων τάξεων. Ο Gallagher κάνει λάθος όταν λέει ότι μια χώρα δεν μπορεί να κυβερνιέται από το δρόμο. Στην πραγματικότητα, για αρκετές εβδομάδες στην Αίγυπτο και την Τυνησία, ο «δρόμος» ήταν το μόνο μέρος άσκησης της κυβέρνησης. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες για το πώς λειτουργεί η άμεση δημοκρατία στις λαϊκές επιτροπές της Αιγύπτου, της Τυνησίας και της Λιβύης, τις οποίες και γνωρίζουμε χάρη στην καλή δουλειά ορισμένων διεθνών ανταποκριτών. Επιτρέψτε μου να παραθέσω μια από τις «ανακοινώσεις» της λαϊκής επιτροπής της πλατείας Tahrir στο Κάιρο, που νομίζω ότι είναι αρκετά αντιπροσωπευτική:
«Αιγύπτιοι όλων των κοινωνικών στρωμάτων έχουν προσφερθεί οικειοθελώς για τον καθαρισμό των οδών, για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας το μεσημέρι, για το συντονισμό των τοπικών περιπολιών για την αντιμετώπιση πρώιμων κρουσμάτων λεηλασιών, ακόμα και για την οργάνωση της αυτοάμυνας των επιτροπών κατά τη διάρκεια των σποραδικών συγκρούσεων στις 2 Φλεβάρη με τους μπράβους του καθεστώτος (baltagiyya), πλήρως εξοπλισμένων, για την ασφάλεια των σημείων ελέγχου, καθώς και για την περίθαλψη των τραυματιών στα πρόχειρα νοσοκομεία (...) Οι άνθρωποι δεν δίστασαν να μοιραστούν με τη θέλησή τους, και φυσικά δωρεάν τις μικρές τους οικονομίες σε τρόφιμα ή ποτά. Ξεπερνώντας μια μακρά κληρονομιά αμοιβαίας εχθρότητας και καχυποψίας εξαιτίας των παραδοσιακών σεχταριστικών αντιλήψεων, υπάρχει η Αίγυπτος για όλους στην πλατεία Tahrir: άνδρες και γυναίκες, νέους και γέρους, μουσουλμάνους και χριστιανούς, με μια ζωηρή και έντονη συζήτηση - ελεύθερη και γεμάτη νόημα, και στις τέσσερις γωνιές της πλατείας Tahrir, μεταφέροντας από τα μεγάφωνα μια μεγάλη ποικιλία διαφορετικών πολιτικών απόψεων και γνωμών. Οποιαδήποτε επίσημη έγκριση των προτάσεων αποφασίζεται δημοκρατικά με την κατά πλειοψηφία ψήφο. Ο λαός της πλατείας Tahrir έκανε μια ψηφοφορία σε ένα σημείο, για το αν έπρεπε να εκλεγούν ή όχι αντιπρόσωποι που να προβαίνουν σε βασικές εκτελεστικές αποφάσεις εξ ονόματος του κινήματος διαμαρτυρίας, κάτι για το οποίο ψήφισαν συντριπτικά και αποφασιστικά “όχι”.[3] Αυτή η μαρτυρία συμφωνεί και με άλλες που έχουν κυκλοφορήσει σχετικά με αυτές τις επιτροπές, θυμίζοντάς μας τον πολλαπλασιασμό των άμεσων δημοκρατικών θεσμών στην Αργεντινή μετά από την κρίση και τη λαϊκή εξέγερση του Δεκέμβρη του 2001. Ακόμη και η συντηρητική εφημερίδα The Economist (5-11 Μαρτίου 2011, σ.41), γράφει, χωρίς ρητή αναφορά στις λαϊκές επιτροπές της Λιβύης, αναφερόμενη όμως στην οργάνωση των ”απελευθερωμένων ζωνών”, ότι: “Σε περιοχές που βρίσκονται στα χέρια ανταρτών, δεν υπάρχει φόβος πρόκλησης χάους. Παρά την έλλειψη αστυνομίας η εγκληματικότητα δεν έχει αυξηθεί. Οι φοιτήτριες παρακολουθούν τους εορτασμούς χωρίς να έχουν αναφερθεί παρενοχλήσεις. Για περίπου δύο εβδομάδες, οι εστιάτορες προσφέρουν δωρεάν τσάι και σάντουιτς. Για να επιδειχθεί η νέα αίσθηση αδελφότητας, οι επιχειρηματίες έχουν βοηθήσει στον καθαρισμό των δρόμων”». (4)
Φυσικά, η άμεση δημοκρατία που κερδήθηκε στο δρόμο -και μόνο- δεν αποτελεί πανάκεια για τη μαγική επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι αραβικοί λαοί. Ούτε η ανεργία ούτε η εξοργιστική ανισότητα ούτε οι υψηλές τιμές των τροφίμων έχουν εξαλειφθεί. Οι δε συγκρούσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων στην Αίγυπτο αυτή την εβδομάδα δείχνουν ότι ο διαβρωτικός σεχταρισμός δεν έχει εντελώς ξεπεραστεί. Όμως, η άμεση δημοκρατία δημιουργεί δημόσιους χώρους όπου τα λαϊκά αιτήματα μπορεί να γίνουν ένας καταστροφικός ανεμοστρόβιλος, μια συλλογική ηγεσία που αποσκοπεί στην προώθηση της ισότητας και της κοινωνικοποίησης.
Η επανάσταση στον αραβικό κόσμο δεν είναι μόνο ο τερματισμός των δικτατοριών
Ενώ οι ΗΠΑ και οι τοπικές μαριονέτες τους εμφανίζουν το φάντασμα της Αλ Κάιντα, προκειμένου να δημιουργηθεί δυσπιστία μεταξύ των δυτικών λαών και των επαναστατημένων Αράβων αδελφών τους, η εξέγερση στις αραβικές χώρες έχει καταφέρει να φτάσει σε απρόσμενα επίπεδα ζωτικότητας, υπερβαίνοντας κατά πολύ τα στενά αιτήματα για την απλή αντικατάσταση μιας κυβέρνησης. Ο δημοσιογράφος Michael Jansen, γράφει στην εφημερίδα The Irish Times (4 Μαρτίου 2011), δίνοντάς μας μια γρήγορη ματιά στις βαθιές αλλαγές στην αιγυπτιακή κοινωνία που έρχονται με τη μεταβατική κυβέρνηση και με ποιο τρόπο οι άνεμοι της αλλαγής δεν έχουν αφήσει κανέναν αδιάφορο:
«Μαθητές γυμνασίων έχουν δημιουργήσει ένα κίνημα που ζητά την αναθεώρηση του αιγυπτιακού εκπαιδευτικού συστήματος. Οι γυναικείες οργανώσεις ζητούν ίσα δικαιώματα και πλήρη εκπροσώπηση στην κυβέρνηση και την κοινωνία. Δημοσιογράφοι ζητούν να δοθεί τέλος στους περιορισμούς στα μέσα ενημέρωσης και την απομάκρυνση συντακτών και μελών διοικητικών συμβουλίων που υποστήριζαν το καθεστώς Μουμπάρακ. Ακαδημαϊκοί, ιεροκήρυκες και φοιτητές του παμπάλαιου πανεπιστημίου Al-Azhar επιζητούν την απελευθέρωση του ιδρύματος μετά από 1.000 χρόνια κυβερνητικού ελέγχου. Οι τουρμπανοφορούντες επαναστάτες επιμένουν ότι ο Sheikh Al-Azhar, δηλαδή ο πρύτανης του πανεπιστημίου, οι νομομαθείς των σουνιτών και άλλοι ανώτατοι αξιωματούχοι θα πρέπει να εκλέγονται για συγκεκριμένα διαστήματα και όχι να είναι ισόβιοι. (...) Εκπαιδευτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, καθηγητές πανεπιστημίου, δικηγόροι, δικαστές και εργαζόμενοι σε δημόσιους και ιδιωτικούς τομείς της χώρας εκφράζουν την οργή τους ενάντια σε υπαλλήλους και διευθυντές για την ανεξέλεγκτη διαφθορά τους. Δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι στην κλωστοϋφαντουργία, στις τηλεπικοινωνίες, στις βιομηχανίες σιδήρου και χάλυβα, στα νοσοκομεία, στα πανεπιστήμια, στη στρατιωτική βιομηχανία και στη Διώρυγα του Σουέζ προχώρησαν σε απεργίες, για να στηρίξουν κατ’ αρχάς το δημοκρατικό κίνημα και στη συνέχεια ζητώντας υψηλότερους μισθούς και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Οι εργαζόμενοι ζητούν τη διάλυση της κυβερνητικής Ομοσπονδίας Συνδικάτων. Την Τετάρτη διάφορα συνδικάτα δημιούργησαν μια ανεξάρτητη ένωση».[5]
Σαν το κουτί της Πανδώρας, η αραβική επανάσταση έχει ανοίξει την πόρτα σε όλα αυτά τα αιτήματα και τα παράπονα που είχαν κατασταλεί για δεκαετίες, εάν όχι αιώνες. Οι μάζες έχουν ήδη δημιουργήσει μια μοναδική ιστορική στιγμή, μια ιστορική βάση από την οποία θα διαμορφωθεί το μέλλον. Και οι άνθρωποι έχουν αποδειχθεί ότι είναι σκληροί παίκτες, παρά τη νεότητά τους και τη σχετική τους απειρία. Αυτοί σφυρηλατούν τη νέα αραβική άμεση δημοκρατία και ετοιμάζονται να δώσουν ένα ποιοτικό άλμα στην επανάστασή τους, μετατρέποντάς την σε μια τρομερή μεσοπρόθεσμη κοινωνική επανάσταση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η τοπική άρχουσα τάξη και οι εκπρόσωποι του παλαιού καθεστώτος, μαζί με τα αυτοκρατορικά αφεντικά τους, έθεσαν ως πρώτο καθήκον τους τη συγκράτηση της άμεσης δημοκρατίας μέσω της διαδικασίας της «μετάβασης», της «ιδρυματοποίησης» και των «δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων» που μεταβάλλουν το συμμετοχικό περιεχόμενο αυτών των εξεγέρσεων, διοχετεύοντάς το σε μια ασφαλή και ακίνδυνη «αντιπροσωπευτική δημοκρατία». Είναι ο λόγος ύπαρξης για όλα τις πολιτικές ή στρατιωτικές μεταβατικές κυβερνήσεις - να είναι το φιλικό πρόσωπο της αντεπανάστασης.
Οι προκλήσεις είναι μπροστά: διαδίδοντας και ριζώνοντας την επανάσταση
Οι ΗΠΑ γνωρίζουν τι διακυβεύεται στο κατώφλι τους. Ο αρχηγός του γενικού επιτελείου των ΗΠΑ Mike Mullen, παραδέχεται ότι υπήρξαν ραγδαίες αλλαγές στην περιοχή και ότι οι ΗΠΑ δεν προσπαθούν μόνο να συμβαδίσουν με τα γεγονότα, αλλά να επηρεάσουν τα πράγματα προς την κατεύθυνση που θέλουν ανάλογα με τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους.[6] Θα βοηθηθούν εν προκειμένω από τις «μεταβατικές» κυβερνήσεις και τους δικτάτορες εκείνους, οι οποίοι, προσκολλημένοι ακόμα στην εξουσία, θα προσφέρουν μερικές διακοσμητικές μεταρρυθμίσεις. Αλλά εξακολουθούν να έχουν ένα δύσκολο έργο μπροστά τους, καθώς δεν φαίνεται ότι οι αραβικές μάζες διακατέχονται από τον πλέον μικρό ενθουσιασμό για τον «αμερικανικό τρόπο ζωής».
Επιπλέον, η δυσαρέσκεια κατά των Αμερικανών, που αποτελούν στήριγμα των περιφερειακών τυραννιών, είναι ζωτικής σημασίας για την κατανόηση της διαμαρτυρίας των αραβικών χωρών. Δεκαετίες συνεργασίας με το Ισραήλ και την αμερικανική αυτοκρατορική επιθετικότητα στην περιοχή, βοήθησαν αναμφισβήτητα στη διάβρωση της νομιμότητας των καθεστώτων αυτών.[7] Αυτό είναι που εννοούμε μιλώντας για το αναμφισβήτητο αντι-ιμπεριαλιστικό περιεχόμενο όλων αυτών των διαδηλώσεων, κάτι που ακόμη και ο δικτάτορας της Υεμένης Ali Abdullah Saleh, έχει προσέξει. Πρόσφατα, σε μια έκρηξη δημαγωγίας και αποκρουστικής υποκρισίας σε μια διάσκεψη στην πρωτεύουσα Σαναά, δήλωσε ότι όλα αυτά τα γεγονότα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια προσπάθεια του Τελ Αβίβ να αποσταθεροποιήσει τον αραβικό κόσμο, ότι όλα «ελέγχονται από τον Λευκό Οίκο».[8] Το είπε επειδή ξέρει τη βαθιά δυσαρέσκεια της περιοχής για τη σύμμαχό του ΗΠΑ και προσπαθεί κυνικά να το εκμεταλλευτεί - ενώ στις τσέπες του μπαίνει ετησίως το καθαρό ποσόν των $300 εκατομμυρίων δολαρίων από το Λευκό Οίκο για τη συμβολή του στον «Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας». Κανείς στον αραβικό κόσμο δεν εντυπωσιάστηκε από αυτή την αδέξια δημαγωγία, έστω και αν φαίνεται ότι έξω από τον αραβικό κόσμο είχε κάποια αποτελέσματα, μεταξύ ορισμένων τομέων της αριστεράς, ιδίως λόγω των γεγονότων στη Λιβύη.[9]
Η επανάσταση στις αραβικές χώρες δεν έχει τελειώσει, ούτε στην Τυνησία ούτε στην Αίγυπτο. Πράγματι, ίσως ακόμα λιγότερο στις δύο αυτές χώρες. Η επανάσταση, αυτή η γιγαντιαία αφύπνιση των αραβικών λαών, μόλις έχει αρχίσει, όπως αποδεικνύεται από τις διαδηλώσεις που τις τελευταίες εβδομάδες έχουν αναγκάσει την παραίτηση δύο πρόσφατα διορισμένων πρωθυπουργών - του Mohammed Ghannouchi στην Τυνησία (μαζί με πέντε μέλη του υπουργικού του συμβουλίου) και του Ahmed Shafik στην Αίγυπτο. Οι λαϊκές διαμαρτυρίες συνεχίζουν να απαιτούν την απομάκρυνση όλων των στοιχείων του παλαιού καθεστώτος, την εξάρθρωση των σωμάτων ασφαλείας και την ικανοποίηση ενός πολύ μεγάλου καταλόγου λαϊκών αιτημάτων.
Όπως μας θυμίζει η εμπειρία της Αργεντινής, αυτές οι περίοδοι της ανοικτής κρίσης είναι αρκετά ρευστές, οι πολιτικές μεταβάσεις είναι συνηθισμένες, και εάν οι εναλλακτικές προτάσεις του λαού δεν νικήσουν, τότε αυτό θα το πετύχουν σύντομα οι εναλλακτικές λύσεις των ισχυρών ανακτώντας το έδαφος που είχαν χάσει. Αυτό που δεν είναι βιώσιμο είναι μια οποιαδήποτε μακροπρόθεσμη πολιτική κρίση. Και εδώ είναι που πρέπει να θυμόμαστε τα λόγια του συντρόφου μας από τη Συρία Mazen Kamalmaz, ο οποίος είπε ότι «οι λαϊκές επιτροπές πρέπει να αποτελέσουν το θεμέλιο μιας νέας ζωής, δεν είναι μόνο ένα προσωρινό μέτρο».[10]
Οι επιτροπές αυτές αποτελούν τη βάση μιας νέας δημοκρατίας του λαού που είναι άμεση, συμμετοχική, βασισμένη στις συνελεύσεις και δημιουργημένη από τους άνδρες και τις γυναίκες μέρα με τη μέρα στις αραβικές επαναστάσεις.
Όμως οι προκλήσεις δεν είναι καθόλου εύκολες. Πώς μπορούμε να προβάλλουμε αυτές τις εμπειρίες με την πάροδο του χρόνου, ώστε να μπορέσουν να είναι κάτι περισσότερο από ένα σποραδικό επεισόδιο στον αγώνα, το φύτρο της νέας κοινωνίας; Πώς θα εξασφαλιστεί ότι οι ασυντόνιστες, συντεχνιακές προτάσεις μπορούν να ωριμάσουν σε ένα εναλλακτικό κοινωνικό σχέδιο; Οι αραβικές μάζες έχουν τη δυνατότητα να εμβαθύνουν και να ριζοσπαστικοποιήσουν το κίνημα, πέρα από την τρέχουσα κρίση. Είναι δύσπιστες όσον αφορά τις διακοσμητικές μεταρρυθμίσεις αυτών των «μεταβατικών κυβερνήσεων» γνωρίζοντας ότι είναι, τελικά, μόνο ένας τρόπος κατευνασμού των μαζών. Μόνο ο χρόνος θα δείξει πώς θα λυθεί η κρίση ή οι κρίσεις, αλλά αυτό που είναι σαφές είναι ότι τίποτα δεν θα είναι το ίδιο από εδώ και πέρα για τον αραβικό ή και τον υπόλοιπο κόσμο.
José Antonio Gutiérrez D.
12 Μάρτη 2011
[1] http://www.anarkismo.net/article/18678
[2] http://alainet.org/active/44376
[3] http://www.socialistproject.ca/bullet/467.php#continue
[4] http://www.economist.com/node/18290470?story_id=18290470
[5] http://www.irishtimes.com/newspaper/world/2011/0304/1224291282861.html
[6] http://english.peopledaily.com.cn/90001/90780/91343/7308634.html
[7] Το αστείο με τον Λίβυο δικτάτορα, ο οποίος μέχρι πρόσφατα ήταν ο καλύτερος φίλος της Δύσης και ένα μοντέλο για την πρώην υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Condoleezza Rice, είναι ότι η Δύση τον μετέτρεψε τόσο γρήγορα σε ένα φιλοαμερικανό κλόουν στα μάτια του λαού του. Επιπλέον, σε χώρες όπου οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται να μεταδώσουν την αναταραχή όπως στη Συρία και το Ιράν, οι διαμαρτυρίες είναι πολύ αδύνατες, οι διαδηλώσεις είναι χλιαρές ή δεν υπάρχουν. Αυτό επιβεβαιώνει την άποψή μας για τις διαφορετικές δυναμικές.
[8] The Economist, 5-11 March 2011, σελ. 45. http://www.economist.com/node/18291501 [9] Αναφέρομαι εδώ σε ένα θαυμάσιο άρθρο του Roland Astarita, που παραθέτει κάποιες από τις συζητήσεις στο χώρο της λατινοαμερικανικής αριστεράς για το θέμα. Ακόμα και εάν διαφωνείτε σε κάτι με αυτό, νομίζω ότι είναι σωστή προσέγγιση. Ο τίτλος είναι «La izquierda y Libia» και δημοσιεύεται στο http://rolandoastarita.wordpress.com/2011/03/07/la-izquierda-y-libia/ ενώ μια απάντηση στο http://rolandoastarita.wordpress.com/2011/03/10/criticos-nacionales-y-libia/
[10] http://www.anarkismo.net/article/18923
* Αγγλική μετάφραση Γραφείο Διεθνών Σχέσεων της ιταλικής FdCA. Ελληνική μετάφραση «Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης» 17 Μάρτη 2011.
Οι Άραβες δικτάτορες αρχίζουν τη μεγαλύτερη επίθεσή τους ενάντια στις μάζες
Του Mazen Kamalmaz
Η κατάσταση φαίνεται αρκετά ζοφερή για το μέλλον των αραβικών λαϊκών επαναστάσεων: η επίσημη μηχανή της καταστολής εκ μέρους των καθεστώτων έχει ήδη εξαπολυθεί σε αρκετές χώρες, απειλώντας να συντρίψει με κτηνώδη δύναμη τις εξεγέρσεις των λαών στη Λιβύη, το Μπαχρέιν και την Υεμένη. Η αλληλεγγύη μας με τη μορφή της δράσης χρειάζεται τώρα!
Λιβύη
Στη Λιβύη, οι δυνάμεις του καθεστώτος Καντάφι προελαύνουν προς τα ανατολικά προσβάλλοντας τη σθεναρή αντίσταση των ανταρτών μέσω της εκτεταμένης χρήσης βομβαρδιστικών από τη θάλασσα, τζετ από τον αέρα και πυραύλων εδάφους από την ξηρά. Η αμερικανική και μερικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, που αρχικά έδειχαν ενθουσιασμό για το ενδεχόμενο μιας άμεσης στρατιωτικής επέμβασης, τώρα λένε ότι η δημιουργία μιας απαγορευτικής ζώνης στις πτήσεις πάνω από τις περιοχές των εξεγερμένων δεν είναι δυνατή. Αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό μόνο υπό το φως της άρνησης των εξεγερμένων Λίβυων κάθε άμεσης εξωτερικής στρατιωτικής επέμβασης στη χώρα τους. Από κάθε πλευρά έχει γίνει τώρα ξεκάθαρο ότι η ελευθερία, η πραγματική ελευθερία του λιβυκού λαού, δεν είναι το ενδιαφέρον τους και έτσι οι λιβυκές μάζες πρέπει να εξαρτηθούν μόνο από τις δικές τους δυνάμεις και την αφοσίωση ενάντια στις ανώτερές τους δυνάμεις του καθεστώτος Καντάφι.
Ο Καντάφι θέτει στο λαό του το δίλημμα: σκλαβιά ή θάνατος. Οι ΗΠΑ, από την πλευρά τους, έκαναν ξεκάθαρο με τη στάση τους τον τρόπο με τον οποίο καταλαβαίνουν τη λύση στην κρίση: είτε ο Καντάφι είτε οι ΗΠΑ. Είναι βέβαιο ότι οι Λίβυοι αντάρτες διατηρούν παρ΄ όλα αυτά υψηλό ηθικό, αλλά είναι, επίσης, βέβαιο ότι η τύχη της επανάστασης, μαζί και η τύχη κάθε Λίβυου που εξεγέρθηκε για την ελευθερία του/της, φαίνεται τώρα αβέβαιη.
Υεμένη
Στην Υεμένη δύο μέρες πριν, οι δυνάμεις του καθεστώτος εξαπέλυσαν μιας μεγάλης κλίμακας επίθεση ενάντια στους φοιτητές του Πανεπιστημίου της Σαναά στην πλατεία Taqeer (Πλατεία Αλλαγής) κοντά στο ίδρυμα. Επτά διαδηλωτές σκοτώθηκαν και αρκετοί άλλοι τραυματίστηκαν. Είναι αρκετά αποκαλυπτικό το ότι την ίδια μέρα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ομπάμα, κάλεσε την αντιπολίτευση της Υεμένης να δεχθεί την πρόταση του δικτάτορα Ali Saleh να δώσει ένα τέρμα στην εξέγερση και να δεχθεί κάποιες μικρές αλλαγές στην πολιτική δομή του καθεστώτος. Την ίδια στιγμή, ο Saleh, υποσχέθηκε να προστατεύσει τη ζωή της εξεγερμένης νεολαίας, αλλά ξανά, την τελευταία νύχτα, τα καθάρματα (baltajia) του καθεστώτος Saleh επιτέθηκαν στον κόσμο. Ωστόσο, η πλατεία βρίσκεται ακόμα στον έλεγχο της εξεγερμένης νεολαίας.
Αρκετές αναφορές λένε τώρα ότι μεγάλη αστυνομική δύναμη και μπράβοι του καθεστώτος ετοιμάζονται για μεγάλης κλίμακας επίθεση στην πλατεία Taqeer, όπου για μια ακόμα φορά η νεολαία έχει ταχθεί με την υπεράσπιση της επανάστασης.
Μπαχρέιν
Τα τελευταία νέα από το Μπαχρέιν μιλούν για επέμβαση πάνω από 1000 στρατιωτών από τη γειτονική Σαουδική Αραβία και μερικές άλλες χώρες του Κόλπου σε υποστήριξη του καθεστώτος. Τι μπορούμε να περιμένουμε από αυτό το λουτρό αίματος; Η σαουδαραβική μοναρχία παίζει το ρόλο των πιο αντιδραστικών καθεστώτων ενάντια στις περιφερειακές εξεγέρσεις, όπως ακριβώς έκανε και η τσαρική τυραννία ή οι Πρώσοι ενάντια στις ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 19ου αιώνα, ενεργώντας ως μισθοφόροι… Ο Σαουδάραβας βασιλιάς, παρά την αρρώστια του, κάλεσε τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ομπάμα για να του ασκήσει κριτική για το ότι άσκησε αυτός κριτική στο καθεστώς Μουμπάρακ και επειδή βοήθησε στο να τερματιστεί το καθεστώς του Αιγύπτιου δικτάτορα.
Στο Μπαχρέιν στεγάζεται μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ στην περιοχή και στον κόσμο, έτσι δεν υπάρχει κανείς να ισχυριστεί ότι η σαουδαραβική παρέμβαση γίνεται χωρίς την αμερικανική έγκριση. Η σημασία αυτού του γεγονότος είναι ότι τα καθεστώτα, οι δικτατορίες της περιοχής, έχουν σκοπό να ασκήσουν την πιο κτηνώδη και σκληρή καταστολή ενάντια στους λαούς τους που έχουν εξεγερθεί, για να δώσουν ένα τέλος στο κύμα αυτό των εξεγέρσεων και διαδηλώσεων που έχουν αιτήματα για ελευθερία, εργασία, ισότητα, πολιτική συμμετοχή, αξιοπρεπή ζωή και άλλα.
Καμιά εμπιστοσύνη σε ανατολικές και δυτικές δυνάμεις
Δεν υπάρχει λόγος να σχολιάσουμε τη στάση δυτικών και ανατολικών δυνάμεων που υποστηρίζουν είτε ανοιχτά είτε έμμεσα τις κτηνώδεις αυτές κατασταλτικές δικτατορίες. Είναι ξεκάθαρο ότι οι επαναστάσεις μπορεί είτε να νικήσουν είτε να ηττηθούν παρά την ευφορία των αρχικών νικών στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Η ήττα τους είναι ο απώτερος στόχος όλων των ελίτ, των δικτατοριών, των καταστολέων και των εκμεταλλευτών, όχι μόνο στη Μέση Ανατολή ή τη Βόρεια Αφρική, αλλά παντού, από τις ΗΠΑ μέχρι την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και τη Ρωσική Ομοσπονδία.
Είναι ξεκάθαρο ότι μερικές φορές εξαιτίας της κτηνωδίας της καταστολής εκ μέρους των καθεστώτων ή της αδυναμίας των λαών, δεν μπορούν οι επαναστάσεις να είναι νικηφόρες χωρίς τη διεθνή αλληλεγγύη και υποστήριξη των μαζών παντού. Στην πραγματικότητα, ισχύει εδώ κάτι παραπάνω από ένα απλό κάλεσμα αλληλεγγύης ή προσωρινής υποστήριξης. Είναι το κάλεσμα για από κοινού δράσεις ενάντια στους ίδιους εχθρούς. Εάν αληθεύει ότι μερικές επαναστάσεις δεν μπορούν να είναι νικηφόρες εξαρτώμενες μόνο από τις τοπικές μάζες, τότε είναι, επίσης, αλήθεια ότι οι δικτατορίες αυτές δεν μπορούν να επιζήσουν ή να διατηρήσουν την καταστολή τους χωρίς την υποστήριξη των μεγάλων δυνάμεων του κόσμου, των κέντρων της παγκοσμιοποιημένης “νέας τάξης”, των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Είναι σύμμαχοι, έτσι είμαστε κι εμείς επίσης σύμμαχοι στους αγώνες μας, εμείς οι εκμεταλλευόμενες μάζες του κόσμου. Είναι ξεκάθαρο τώρα ότι οι λαοί μας αντιμετωπίζουν τους ίδιους εχθρούς και ότι έτσι ενδεχόμενη νίκη μας θα είναι και δική σας ή ενδεχόμενη ήττα μας θα είναι και δική σας.
Θυμόμαστε την αναταραχή με το αντιπολεμικό κίνημα κατά τη διάρκεια της εισβολής των ΗΠΑ και της Βρετανίας στο Ιράκ, αλλά αυτή δεν στάθηκε ικανή να αλλάξει την πορεία των γεγονότων που ακολούθησαν. Αυτό ήταν αλήθεια εν μέρει, κυρίως εξαιτίας της φύσης αυτών που αντιστέκονταν τότε στην ιμπεριαλιστική επίθεση. Δυστυχώς, αυτοί που αντιστέκονταν ήσαν το ίδιο το πρώην καταπιεστικό καθεστώς που ήταν μισητό από το λαό του και έτσι η ήττα του ήταν αναπόφευκτη δίνοντας ένα τέλος σ’ αυτή την αναταραχή. Τώρα, οι μάζες που αγωνίζονται έχουν διαφορετικό όραμα. Πρέπει να γνωρίζει κάποιος το κουράγιο και την αφοσίωση όλων αυτών που βγήκαν στους δρόμους ενάντια στις πιο κτηνώδεις και αιματοβαμμένες δικτατορίες της γης, της Αιγύπτου, της Τυνησίας, της Λιβύης, της Υεμένης, του Μπαχρέιν, του Ιράκ και ακόμα των ανατολικών επαρχιών της Σαουδικής Αραβίας. Εκατοντάδες σκοτώθηκαν (χιλιάδες στη Λιβύη), χιλιάδες τραυματίστηκαν στον αγώνα αυτό, που συνεχίζεται σχεδόν παντού στην περιοχή. Ο λαός πάλεψε γενναία στους δρόμους, με γυμνά χέρια, με μολότοφ και με την αφοσίωσή του στη κατάκτηση της ελευθερίας του ενάντια σε πλήρως εξοπλισμένες αστυνομίες και μπράβους των κυβερνήσεων, ακόμα και το στρατό σε ορισμένες περιπτώσεις.
Κάλεσμα διεθνιστικής αλληλεγγύης και δράσης
Είναι σίγουρο ότι η αλληλεγγύη σας χρειάζεται περισσότερο από ποτέ, αλλά νομίζω ότι είναι η ώρα να περάσουμε σε πλατύτερες δράσεις και διαδηλώσεις σε υποστήριξη των εξεγερμένων λαών της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Οι διαδηλώσεις αυτές δεν πρέπει να γίνονται μόνο ενάντια στις τοπικές δικτατορίες, αλλά επίσης ενάντια στους πάτρωνές τους… Αυτό σημαίνει ακόμα ότι πρέπει να διαδηλώσουμε ενάντια στις πολιτικές μανούβρες των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, των ίδιων δυνάμεων που επιζητούν να αναγκάσουν τους εργάτες της Δύσης να πληρώσουν για την κρίση που δημιούργησε η δική τους απληστία.
Οι μάζες παντού είναι έτοιμες για μεγαλύτερους αγώνες, έναν αγώνα για την τύχη και την ελευθερία τους καθώς και για την απαρχή μιας αντεπίθεσης ενάντια στους εκμεταλλευτές τους. Νομίζω ότι όπως έγινε στην Τυνησία, την Αίγυπτο και αλλού στην περιοχή μας, ο κόσμος παντού έχει μπουχτίσει και έχει τη θέληση να αγωνιστεί πιο σκληρά από ποτέ. Επίσης, με τις απαιτούμενες δράσεις αλληλεγγύης σας ελπίζω ότι μπορείτε να αρχίσετε να παίρνετε πρωτοβουλίες διαδηλώσεων και διαμαρτυριών πιο μεγάλης κλίμακας και μορφών άμεσης δράσης, μεγαλύτερων από ό,τι πριν, ενάντια στους κοινούς μας εχθρούς για την υπεράσπιση των κοινών μας συμφερόντων.
Ανήκω στην ελευθεριακή αριστερά, και είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι ο συνεχιζόμενος αγώνας των μαζών στη Μέση Ανατολή έχει ξεκάθαρα ελευθεριακά χαρακτηριστικά, αλλά αυτή δεν είναι η ώρα για σεχταρισμούς από την πλευρά της επαναστατικής διεθνούς αριστεράς και των αντικαπιταλιστικών οργανώσεων και αγωνιστών. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι θα αντικαταστήσουμε τους ελευθεριακούς στόχους και τα μέσα αγώνα με εξουσιαστικά, αλλά πρέπει να δώσουμε αυτή τη μάχη από κοινού με όλες τις αντικαπιταλιστικές επαναστατικές δυνάμεις και αγωνιστές και, πάνω απ’ όλα, με βάση το κοινό επίπεδο των συμφερόντων των μαζών παντού. Καταλαβαίνω ότι οι επαναστάσεις σημαίνουν αγώνα και εκεί είτε μπορεί να νικήσουμε είτε να ηττηθούμε. Αλλά εκεί που οι νίκες στην Τυνησία και την Αίγυπτο φάνηκαν εύκολες τώρα βρισκόμαστε στην πιο δύσκολη φάση του αγώνα στην οποία έχει βρεθεί από την απαρχή του το εργατικό κίνημα, και ένας τέτοιος αγώνας πρέπει να αποβεί νικηφόρος σε διεθνές επίπεδο.
Ο συνεχιζόμενος αγώνας δεν αποτελεί εξαίρεση. Φυσικά, οι αγώνες αυτοί δεν είναι καθαρά προλεταριακοί και το τοπικό προλεταριάτο έπαιξε μέχρι τώρα μικρό ρόλο σ’ αυτούς. Αλλά η αλήθεια είναι ότι τέτοιοι αγώνες εμπεριέχουν μια πολύ μεγάλη δυνατότητα δημιουργίας μαζικού και δυναμικού ανεξάρτητου εργατικού κινήματος. Αυτή τη στιγμή, εν μέσω της στρατιωτικής σαουδαραβικής κατοχής, τα τοπικά συνδικάτα του Μπαχρέιν κάλεσαν σε γενική απεργία, ενώ διαδηλωτές μπλοκάρουν μεγάλους δρόμους σε μια τόσο μικρή χώρα. Εργάτες στην Τυνησία, στην πόλη των ορυχείων Metlaoui, συγκρούονται με την αστυνομία για τα αιτήματά τους και υπάρχουν ήδη δύο νεκροί εργάτες και η τυνησιακή κυβέρνηση κήρυξε το στρατιωτικό νόμο στην περιοχή. Τα πράγματα, επίσης, σκληραίνουν στην Σαναά στην πλατεία Taqeer στην Υεμένη και η δικτατορία φαίνεται ότι προετοιμάζεται για μακελειό μεγάλης κλίμακας.
Οι διαδηλωτές στη Λιβύη, την Υεμένη και το Μπαχρέιν, θα είναι πιο δυνατοί εάν μπορούν να αισθανθούν την αλληλεγγύη σας. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να κάνουμε την πραγματική διαφορά αυτή την κρίσιμη στιγμή για τον αγώνα των αραβικών μαζών για την ελευθερία τους.
Mazen Kamalmaz
Σύρος αναρχικός
* Ελληνική μετάφραση «Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης», 16 Μάρτη 2011.
Η κατάσταση φαίνεται αρκετά ζοφερή για το μέλλον των αραβικών λαϊκών επαναστάσεων: η επίσημη μηχανή της καταστολής εκ μέρους των καθεστώτων έχει ήδη εξαπολυθεί σε αρκετές χώρες, απειλώντας να συντρίψει με κτηνώδη δύναμη τις εξεγέρσεις των λαών στη Λιβύη, το Μπαχρέιν και την Υεμένη. Η αλληλεγγύη μας με τη μορφή της δράσης χρειάζεται τώρα!
Λιβύη
Στη Λιβύη, οι δυνάμεις του καθεστώτος Καντάφι προελαύνουν προς τα ανατολικά προσβάλλοντας τη σθεναρή αντίσταση των ανταρτών μέσω της εκτεταμένης χρήσης βομβαρδιστικών από τη θάλασσα, τζετ από τον αέρα και πυραύλων εδάφους από την ξηρά. Η αμερικανική και μερικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, που αρχικά έδειχαν ενθουσιασμό για το ενδεχόμενο μιας άμεσης στρατιωτικής επέμβασης, τώρα λένε ότι η δημιουργία μιας απαγορευτικής ζώνης στις πτήσεις πάνω από τις περιοχές των εξεγερμένων δεν είναι δυνατή. Αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό μόνο υπό το φως της άρνησης των εξεγερμένων Λίβυων κάθε άμεσης εξωτερικής στρατιωτικής επέμβασης στη χώρα τους. Από κάθε πλευρά έχει γίνει τώρα ξεκάθαρο ότι η ελευθερία, η πραγματική ελευθερία του λιβυκού λαού, δεν είναι το ενδιαφέρον τους και έτσι οι λιβυκές μάζες πρέπει να εξαρτηθούν μόνο από τις δικές τους δυνάμεις και την αφοσίωση ενάντια στις ανώτερές τους δυνάμεις του καθεστώτος Καντάφι.
Ο Καντάφι θέτει στο λαό του το δίλημμα: σκλαβιά ή θάνατος. Οι ΗΠΑ, από την πλευρά τους, έκαναν ξεκάθαρο με τη στάση τους τον τρόπο με τον οποίο καταλαβαίνουν τη λύση στην κρίση: είτε ο Καντάφι είτε οι ΗΠΑ. Είναι βέβαιο ότι οι Λίβυοι αντάρτες διατηρούν παρ΄ όλα αυτά υψηλό ηθικό, αλλά είναι, επίσης, βέβαιο ότι η τύχη της επανάστασης, μαζί και η τύχη κάθε Λίβυου που εξεγέρθηκε για την ελευθερία του/της, φαίνεται τώρα αβέβαιη.
Υεμένη
Στην Υεμένη δύο μέρες πριν, οι δυνάμεις του καθεστώτος εξαπέλυσαν μιας μεγάλης κλίμακας επίθεση ενάντια στους φοιτητές του Πανεπιστημίου της Σαναά στην πλατεία Taqeer (Πλατεία Αλλαγής) κοντά στο ίδρυμα. Επτά διαδηλωτές σκοτώθηκαν και αρκετοί άλλοι τραυματίστηκαν. Είναι αρκετά αποκαλυπτικό το ότι την ίδια μέρα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ομπάμα, κάλεσε την αντιπολίτευση της Υεμένης να δεχθεί την πρόταση του δικτάτορα Ali Saleh να δώσει ένα τέρμα στην εξέγερση και να δεχθεί κάποιες μικρές αλλαγές στην πολιτική δομή του καθεστώτος. Την ίδια στιγμή, ο Saleh, υποσχέθηκε να προστατεύσει τη ζωή της εξεγερμένης νεολαίας, αλλά ξανά, την τελευταία νύχτα, τα καθάρματα (baltajia) του καθεστώτος Saleh επιτέθηκαν στον κόσμο. Ωστόσο, η πλατεία βρίσκεται ακόμα στον έλεγχο της εξεγερμένης νεολαίας.
Αρκετές αναφορές λένε τώρα ότι μεγάλη αστυνομική δύναμη και μπράβοι του καθεστώτος ετοιμάζονται για μεγάλης κλίμακας επίθεση στην πλατεία Taqeer, όπου για μια ακόμα φορά η νεολαία έχει ταχθεί με την υπεράσπιση της επανάστασης.
Μπαχρέιν
Τα τελευταία νέα από το Μπαχρέιν μιλούν για επέμβαση πάνω από 1000 στρατιωτών από τη γειτονική Σαουδική Αραβία και μερικές άλλες χώρες του Κόλπου σε υποστήριξη του καθεστώτος. Τι μπορούμε να περιμένουμε από αυτό το λουτρό αίματος; Η σαουδαραβική μοναρχία παίζει το ρόλο των πιο αντιδραστικών καθεστώτων ενάντια στις περιφερειακές εξεγέρσεις, όπως ακριβώς έκανε και η τσαρική τυραννία ή οι Πρώσοι ενάντια στις ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 19ου αιώνα, ενεργώντας ως μισθοφόροι… Ο Σαουδάραβας βασιλιάς, παρά την αρρώστια του, κάλεσε τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ομπάμα για να του ασκήσει κριτική για το ότι άσκησε αυτός κριτική στο καθεστώς Μουμπάρακ και επειδή βοήθησε στο να τερματιστεί το καθεστώς του Αιγύπτιου δικτάτορα.
Στο Μπαχρέιν στεγάζεται μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ στην περιοχή και στον κόσμο, έτσι δεν υπάρχει κανείς να ισχυριστεί ότι η σαουδαραβική παρέμβαση γίνεται χωρίς την αμερικανική έγκριση. Η σημασία αυτού του γεγονότος είναι ότι τα καθεστώτα, οι δικτατορίες της περιοχής, έχουν σκοπό να ασκήσουν την πιο κτηνώδη και σκληρή καταστολή ενάντια στους λαούς τους που έχουν εξεγερθεί, για να δώσουν ένα τέλος στο κύμα αυτό των εξεγέρσεων και διαδηλώσεων που έχουν αιτήματα για ελευθερία, εργασία, ισότητα, πολιτική συμμετοχή, αξιοπρεπή ζωή και άλλα.
Καμιά εμπιστοσύνη σε ανατολικές και δυτικές δυνάμεις
Δεν υπάρχει λόγος να σχολιάσουμε τη στάση δυτικών και ανατολικών δυνάμεων που υποστηρίζουν είτε ανοιχτά είτε έμμεσα τις κτηνώδεις αυτές κατασταλτικές δικτατορίες. Είναι ξεκάθαρο ότι οι επαναστάσεις μπορεί είτε να νικήσουν είτε να ηττηθούν παρά την ευφορία των αρχικών νικών στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Η ήττα τους είναι ο απώτερος στόχος όλων των ελίτ, των δικτατοριών, των καταστολέων και των εκμεταλλευτών, όχι μόνο στη Μέση Ανατολή ή τη Βόρεια Αφρική, αλλά παντού, από τις ΗΠΑ μέχρι την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και τη Ρωσική Ομοσπονδία.
Είναι ξεκάθαρο ότι μερικές φορές εξαιτίας της κτηνωδίας της καταστολής εκ μέρους των καθεστώτων ή της αδυναμίας των λαών, δεν μπορούν οι επαναστάσεις να είναι νικηφόρες χωρίς τη διεθνή αλληλεγγύη και υποστήριξη των μαζών παντού. Στην πραγματικότητα, ισχύει εδώ κάτι παραπάνω από ένα απλό κάλεσμα αλληλεγγύης ή προσωρινής υποστήριξης. Είναι το κάλεσμα για από κοινού δράσεις ενάντια στους ίδιους εχθρούς. Εάν αληθεύει ότι μερικές επαναστάσεις δεν μπορούν να είναι νικηφόρες εξαρτώμενες μόνο από τις τοπικές μάζες, τότε είναι, επίσης, αλήθεια ότι οι δικτατορίες αυτές δεν μπορούν να επιζήσουν ή να διατηρήσουν την καταστολή τους χωρίς την υποστήριξη των μεγάλων δυνάμεων του κόσμου, των κέντρων της παγκοσμιοποιημένης “νέας τάξης”, των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Είναι σύμμαχοι, έτσι είμαστε κι εμείς επίσης σύμμαχοι στους αγώνες μας, εμείς οι εκμεταλλευόμενες μάζες του κόσμου. Είναι ξεκάθαρο τώρα ότι οι λαοί μας αντιμετωπίζουν τους ίδιους εχθρούς και ότι έτσι ενδεχόμενη νίκη μας θα είναι και δική σας ή ενδεχόμενη ήττα μας θα είναι και δική σας.
Θυμόμαστε την αναταραχή με το αντιπολεμικό κίνημα κατά τη διάρκεια της εισβολής των ΗΠΑ και της Βρετανίας στο Ιράκ, αλλά αυτή δεν στάθηκε ικανή να αλλάξει την πορεία των γεγονότων που ακολούθησαν. Αυτό ήταν αλήθεια εν μέρει, κυρίως εξαιτίας της φύσης αυτών που αντιστέκονταν τότε στην ιμπεριαλιστική επίθεση. Δυστυχώς, αυτοί που αντιστέκονταν ήσαν το ίδιο το πρώην καταπιεστικό καθεστώς που ήταν μισητό από το λαό του και έτσι η ήττα του ήταν αναπόφευκτη δίνοντας ένα τέλος σ’ αυτή την αναταραχή. Τώρα, οι μάζες που αγωνίζονται έχουν διαφορετικό όραμα. Πρέπει να γνωρίζει κάποιος το κουράγιο και την αφοσίωση όλων αυτών που βγήκαν στους δρόμους ενάντια στις πιο κτηνώδεις και αιματοβαμμένες δικτατορίες της γης, της Αιγύπτου, της Τυνησίας, της Λιβύης, της Υεμένης, του Μπαχρέιν, του Ιράκ και ακόμα των ανατολικών επαρχιών της Σαουδικής Αραβίας. Εκατοντάδες σκοτώθηκαν (χιλιάδες στη Λιβύη), χιλιάδες τραυματίστηκαν στον αγώνα αυτό, που συνεχίζεται σχεδόν παντού στην περιοχή. Ο λαός πάλεψε γενναία στους δρόμους, με γυμνά χέρια, με μολότοφ και με την αφοσίωσή του στη κατάκτηση της ελευθερίας του ενάντια σε πλήρως εξοπλισμένες αστυνομίες και μπράβους των κυβερνήσεων, ακόμα και το στρατό σε ορισμένες περιπτώσεις.
Κάλεσμα διεθνιστικής αλληλεγγύης και δράσης
Είναι σίγουρο ότι η αλληλεγγύη σας χρειάζεται περισσότερο από ποτέ, αλλά νομίζω ότι είναι η ώρα να περάσουμε σε πλατύτερες δράσεις και διαδηλώσεις σε υποστήριξη των εξεγερμένων λαών της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Οι διαδηλώσεις αυτές δεν πρέπει να γίνονται μόνο ενάντια στις τοπικές δικτατορίες, αλλά επίσης ενάντια στους πάτρωνές τους… Αυτό σημαίνει ακόμα ότι πρέπει να διαδηλώσουμε ενάντια στις πολιτικές μανούβρες των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, των ίδιων δυνάμεων που επιζητούν να αναγκάσουν τους εργάτες της Δύσης να πληρώσουν για την κρίση που δημιούργησε η δική τους απληστία.
Οι μάζες παντού είναι έτοιμες για μεγαλύτερους αγώνες, έναν αγώνα για την τύχη και την ελευθερία τους καθώς και για την απαρχή μιας αντεπίθεσης ενάντια στους εκμεταλλευτές τους. Νομίζω ότι όπως έγινε στην Τυνησία, την Αίγυπτο και αλλού στην περιοχή μας, ο κόσμος παντού έχει μπουχτίσει και έχει τη θέληση να αγωνιστεί πιο σκληρά από ποτέ. Επίσης, με τις απαιτούμενες δράσεις αλληλεγγύης σας ελπίζω ότι μπορείτε να αρχίσετε να παίρνετε πρωτοβουλίες διαδηλώσεων και διαμαρτυριών πιο μεγάλης κλίμακας και μορφών άμεσης δράσης, μεγαλύτερων από ό,τι πριν, ενάντια στους κοινούς μας εχθρούς για την υπεράσπιση των κοινών μας συμφερόντων.
Ανήκω στην ελευθεριακή αριστερά, και είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι ο συνεχιζόμενος αγώνας των μαζών στη Μέση Ανατολή έχει ξεκάθαρα ελευθεριακά χαρακτηριστικά, αλλά αυτή δεν είναι η ώρα για σεχταρισμούς από την πλευρά της επαναστατικής διεθνούς αριστεράς και των αντικαπιταλιστικών οργανώσεων και αγωνιστών. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι θα αντικαταστήσουμε τους ελευθεριακούς στόχους και τα μέσα αγώνα με εξουσιαστικά, αλλά πρέπει να δώσουμε αυτή τη μάχη από κοινού με όλες τις αντικαπιταλιστικές επαναστατικές δυνάμεις και αγωνιστές και, πάνω απ’ όλα, με βάση το κοινό επίπεδο των συμφερόντων των μαζών παντού. Καταλαβαίνω ότι οι επαναστάσεις σημαίνουν αγώνα και εκεί είτε μπορεί να νικήσουμε είτε να ηττηθούμε. Αλλά εκεί που οι νίκες στην Τυνησία και την Αίγυπτο φάνηκαν εύκολες τώρα βρισκόμαστε στην πιο δύσκολη φάση του αγώνα στην οποία έχει βρεθεί από την απαρχή του το εργατικό κίνημα, και ένας τέτοιος αγώνας πρέπει να αποβεί νικηφόρος σε διεθνές επίπεδο.
Ο συνεχιζόμενος αγώνας δεν αποτελεί εξαίρεση. Φυσικά, οι αγώνες αυτοί δεν είναι καθαρά προλεταριακοί και το τοπικό προλεταριάτο έπαιξε μέχρι τώρα μικρό ρόλο σ’ αυτούς. Αλλά η αλήθεια είναι ότι τέτοιοι αγώνες εμπεριέχουν μια πολύ μεγάλη δυνατότητα δημιουργίας μαζικού και δυναμικού ανεξάρτητου εργατικού κινήματος. Αυτή τη στιγμή, εν μέσω της στρατιωτικής σαουδαραβικής κατοχής, τα τοπικά συνδικάτα του Μπαχρέιν κάλεσαν σε γενική απεργία, ενώ διαδηλωτές μπλοκάρουν μεγάλους δρόμους σε μια τόσο μικρή χώρα. Εργάτες στην Τυνησία, στην πόλη των ορυχείων Metlaoui, συγκρούονται με την αστυνομία για τα αιτήματά τους και υπάρχουν ήδη δύο νεκροί εργάτες και η τυνησιακή κυβέρνηση κήρυξε το στρατιωτικό νόμο στην περιοχή. Τα πράγματα, επίσης, σκληραίνουν στην Σαναά στην πλατεία Taqeer στην Υεμένη και η δικτατορία φαίνεται ότι προετοιμάζεται για μακελειό μεγάλης κλίμακας.
Οι διαδηλωτές στη Λιβύη, την Υεμένη και το Μπαχρέιν, θα είναι πιο δυνατοί εάν μπορούν να αισθανθούν την αλληλεγγύη σας. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να κάνουμε την πραγματική διαφορά αυτή την κρίσιμη στιγμή για τον αγώνα των αραβικών μαζών για την ελευθερία τους.
Mazen Kamalmaz
Σύρος αναρχικός
* Ελληνική μετάφραση «Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης», 16 Μάρτη 2011.
Labels:
Αλληλεγγύη,
αραβικές εξεγέρσεις,
Καταστολή,
Πολιτική
Η λεύγα μετράει αποστάσεις κάθε δίμηνο…
…με σημείο εκκίνησης τον Μάρτιο του 2011.
Κυκλοφόρησε το νέο περιοδικό λεύγα.
Στις σελίδες του πρώτου τεύχους το κίνημα των ανέργων στη Γαλλία συναντά τους εργάτες της ΝΕΟΓΑΛ στη Δράμα, ο Ντάριο Φο περπατά στην οδό Εργασίας στη Νέα Ιωνία, το Εργατικό Κέντρο Αθήνας βλέπει σκεπτικό τον νέο ελληνικό κινηματογράφο, σκηνές επιστημονικής φαντασίας περιγράφουν μια εξέγερση που απλώνεται στο παρόν, διάλογοι σε ένα βαγόνι του ηλεκτρικού μπερδεύονται με τη ρητορεία των ιδιοκτητών της προόδου, η υπεράσπιση της περίπλοκης σκέψης συνομιλεί με τα αδιέξοδα των ριζοσπαστών διανοουμένων. Από κοντά κόμιξ, επιλεγμένες διαφημίσεις, αντιπαρατιθέμενες απόψεις, διάβολοι που κηρύττουν την εγκράτεια, ηγεμόνες και τρελοί σε παράλληλους μονολόγους.
Περισσότερα στο http://www.levga.gr/
Κυκλοφόρησε το νέο περιοδικό λεύγα.
Στις σελίδες του πρώτου τεύχους το κίνημα των ανέργων στη Γαλλία συναντά τους εργάτες της ΝΕΟΓΑΛ στη Δράμα, ο Ντάριο Φο περπατά στην οδό Εργασίας στη Νέα Ιωνία, το Εργατικό Κέντρο Αθήνας βλέπει σκεπτικό τον νέο ελληνικό κινηματογράφο, σκηνές επιστημονικής φαντασίας περιγράφουν μια εξέγερση που απλώνεται στο παρόν, διάλογοι σε ένα βαγόνι του ηλεκτρικού μπερδεύονται με τη ρητορεία των ιδιοκτητών της προόδου, η υπεράσπιση της περίπλοκης σκέψης συνομιλεί με τα αδιέξοδα των ριζοσπαστών διανοουμένων. Από κοντά κόμιξ, επιλεγμένες διαφημίσεις, αντιπαρατιθέμενες απόψεις, διάβολοι που κηρύττουν την εγκράτεια, ηγεμόνες και τρελοί σε παράλληλους μονολόγους.
Περισσότερα στο http://www.levga.gr/
Labels:
αντιπληροφόρηση,
Εκδόσεις,
λεύγα,
Πολιτική
Η αλλαγή του κόσμου
Του Γιάννη Ιωαννίδη
Αναδημοσίευση από τον Πύραυλο των υπογείων
Εδώ και δεκαετίες, αλλά πολύ πιο καθαρά σήμερα λόγω της οξυμένης κρίσης, το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα κι ο λόγος που η κοινωνία μας φαίνεται να οδηγείται από αδιέξοδο σε αδιέξοδο, είναι η αδυναμία να διατυπωθεί απέναντι στα πράγματα ένας πολιτικός λόγος, που θα είναι και λογικά πειστικός αλλά και συγκινησιακά παρακινητικός. Ένας λόγος που θα απευθύνεται τόσο στο θυμικό, όσο και στο λογικό, καταφέρνοντας έτσι να συμπαρασύρει το βουλητικό των ανθρώπων προς μια έλλογη διέξοδο.
Μια σημαντική αιτία που ένας τέτοιος λόγος απουσιάζει, είναι, κατά τη γνώμη μου, ότι οι προσπάθειες αντιπολίτευσης στο κυρίαρχο αδιέξοδο διακατέχονται από τα φαντάσματα προηγούμενων, περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένων, απελευθερωτικών στιγμών. Κάποιοι θέλουν να βλέπουν το σήμερα με όρους 1789, άλλοι με όρους 1821, άλλοι σαν 1917, ή 1940, ή 1968, ή 1973. Έτσι, ανάλογα με την οπτική καθενός, καλούν σε μια αποτίναξη π.χ. μιας «τυραννίας» από ένα «πεινασμένο λαό», ή σε μια επανάσταση εναντίον μιας «απολυταρχίας» που «ποδοπατάει αλύπητα τα ανθρώπινα δικαιώματα», σε ένα «ταξικό αγώνα» εναντίον της «πλουτοκρατίας», ή σε μια «πάλη της εργατικής τάξης» ενάντια στην επιβολή «μεσαιωνικών συνθηκών» από τους καπιταλιστές, σ’ ένα εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα εναντίον «δυνάμεων κατοχής και δοσίλογων κυβερνήσεων», ή σε μια «εξέγερση με μπροστάρη τη νεολαία ενάντια σε μια χουντική κυβέρνηση».
Παρ’ όλο που όψεις πραγματικότητας υπάρχουν σε όλες αυτές τις οπτικές, η καθεμιά από μόνη της και όλες μαζί ή σε οποιοδήποτε μεταξύ τους συνδυασμό, είναι λαθεμένες∙ δηλαδή δεν καταφέρνουν να καταδείξουν αυτό που προσδιορίζει τη σημερινή κοινωνία και το οποίο διαφέρει από εκείνο που την προσδιόριζε σε όλες αυτές τις ένδοξες ιστορικές στιγμές. Την ίδια στιγμή, και για τον ίδιο λόγο, αποτυχαίνουν να αναδείξουν την ιστορική ιδιαιτερότητα ενός σημερινού υποκειμένου της αλλαγής, ή της ανατροπής, σε σχέση με τα προηγούμενα.
Σήμερα δεν βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος με μια απολυταρχία ή μια τυραννία, εδραιωμένη πάνω σε «μεσαιωνικές», δηλαδή κάθετα και απολυτοκρατικά ιεραρχημένες, συνθήκες δουλειάς και ζωής∙ ούτε με ένα πλουτοκρατικό καπιταλισμό θεμελιωμένο πάνω σε μια βιομηχανική, δηλαδή συγκεντρωτική και συντηρητική, οργάνωση της εργασίας και της κοινωνίας. Ούτε καν με μια κλασική αστική δημοκρατία, στην οποία δεν εκπροσωπούνται τα λαϊκά κι εργατικά στρώματα. Σήμερα έχουμε να κάνουμε με μια ολιγαρχική δημοκρατία εδραιωμένη πάνω σε μια άκρως εκτεχνικευμένη − δηλαδή νεωτεριστική, εξατομικευμένη και εκλαϊκευμένη/μαζική συνάμα − κοινωνία, η οποία διυλίζεται και διαμορφώνεται ολοένα και περισσότερο από ένα τεχνικό Σύστημα.
Παρά τις πάμπολλες αυταρχικές όψεις και τυραννικές συμπεριφορές της, λοιπόν, πρέπει να γνωρίζουμε, πως η σημερινή ολιγαρχική δημοκρατία διαφέρει από την τυραννία, την απολυταρχία ή τη χούντα, σε ένα πολύ κρίσιμο σημείο: στο ότι κάνει το λαό διαρκώς συμμέτοχο, και έτσι «συνένοχο», στις καίριες πολιτικές επιλογές και πρακτικές της, πράγμα που τη βοηθάει να διασπείρει την «συνενοχή» και για τις επιμέρους πράξεις της.
Επιπλέον, παρά τους συντηρητισμούς και τους ανορθολογισμούς της, την ίδια στιγμή η ακραία εκτεχνίκευση της τριλεκτικής «παραγωγή-κατανάλωση-διοίκηση», και η καλπάζουσα − χάρη στην Πληροφορική ως πράξη και ως ιδεολογία − καρκινογένεση ενός τεχνικού Συστήματος εντός της σημερινής κοινωνίας, κάνουν το λαό διαρκώς συμμέτοχο, και έτσι «συνένοχο», όχι μόνο στις πολιτικές επιλογές και πρακτικές της ολιγαρχικής τάξης αλλά, επίσης, στην κυρίαρχη οπτική των πραγμάτων και στα κυρίαρχα ήθη, που έχουν πάψει να είναι αστικά και συντηρητικά. Για παράδειγμα, σε ό,τι αφορά τα ήθη αξίζει να προσεχτεί, πως οι κυρίαρχες τάξεις ασπάζονται ανοιχτά και με ολοένα και μεγαλύτερη άνεση «στιλ» που έως πριν δυο δεκαετίες προσδιόριζαν το περιθώριο, ακόμα και τον λεγόμενο υπόκοσμο, δηλαδή στιλ απενοχοποιημένου μηδενισμού... ενώ την ίδια στιγμή τα λαϊκά στρώματα θεωρούν τίτλο τιμής το ότι κατορθώνουν ν’ αποτινάξουν τις παραδόσεις τους και να εκμοντερνιστούν κατά το πρότυπο των κυρίαρχων τάξεων, καταλήγοντας έτσι να ασπάζονται, και αυτά, «στιλ» απενοχοποιημένου μηδενισμού. Και σε ό,τι αφορά την οπτική των πραγμάτων, θα έλεγα πως δεν είναι τυχαίο λ.χ. ότι σε μεγάλο βαθμό ακόμα και οι αμεσοδημοκρατικές ριζοσπαστικές επικλήσεις εμπνέονται κατά βάθος από έναν ευφρόσυνο τεχνικό ουτοπισμό, στο βαθμό που στη θέση του συμβολικού πεδίου γράφουν «μηδέν» και υπολογίζουν ότι το κοινό δεν (θα) είναι συμβολικός Κοινός Λόγος αλλά αμοιβαίος συντονισμός δράσεων μέσω του διαδικτύου.
Κατόπιν όλων αυτών, εκείνο που εδώ θέλω να τονίσω, είναι ότι η σημερινή εδραίωση μιας ολιγαρχικής δημοκρατίας πάνω σε μια άκρως εκτεχνικευμένη/εκλαϊκευμένη κοινωνία που διυλίζεται και διαμορφώνεται ολοένα και περισσότερο από ένα τεχνικό Σύστημα, συνεπάγεται και μια ριζική αλλαγή σε ό,τι αφορά το υποκείμενο της κοινωνικής αλλαγής. Πρόκειται για μια αλλαγή, την οποία διαισθάνονται όλοι όσοι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, βεβαιώνουν πως είναι πλέον δύσκολο «να διακρίνει κανείς με σαφήνεια τον εχθρό» − και αυτή τη δυσκολία νομίζω ότι προσπαθούν να υπερφαλαγγίσουν, αλλά λιγάκι κλείνοντας τα μάτια και χωρίς να ζοριστούν, όσοι προτιμούν να βλέπουν το σήμερα σαν ένα είδος αναβίωσης παλιότερων ένδοξων στιγμών υψώνοντας, έτσι, παλιές σημαίες κι ανασκάβοντας παλιά χαρακώματα.
Η αλλαγή του υποκειμένου της αλλαγής για την οποία μιλώ, προσδιορίζεται από το γεγονός ότι, εκείνο που συντηρεί την αδικία και την ανελευθερία των σύγχρονων κοινωνιών, δεν είναι πια μια τάξη συγκροτημένη έξω από το λαό (όπως ήταν η αριστοκρατία, ή η αστική τάξη των πρώτων αιώνων της κυριαρχίας της), ώστε να μιλάμε για «ταξικό εχθρό» και «ταξικό αγώνα» όπως έως τα μέσα με τέλη του 20ού αιώνα. Ούτε βεβαίως μια εξωτερική δύναμη κατοχής (όπως η οθωμανική αυτοκρατορία, ή οι φασιτικές και ναζιστικές δυνάμεις κατοχής του Β΄ ΠΠ), για να μιλάμε για «εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα».
Έτσι το σημερινό υποκείμενο της αλλαγής προσδιορίζεται από το γεγονός της σημερινής συμμετοχής/«συνενοχής» του λαού στις κυρίαρχες πολιτικές επιλογές, στην κυρίαρχη οπτική του κόσμου και στα κυρίαρχα ήθη της εκτεχνικευμένης ολιγαρχικής δημοκρατίας και, επομένως, έχει να συγκροτηθεί από τη σύγκλιση δυο δεδομένων:
1. από το ότι οφείλει να είναι σε θέση και διάθεση να αλλάζει όχι μόνο τον κόσμο αλλά και τον εαυτό του∙ και
2. από το ότι ο άνθρωπος αυτών των κοινωνιών έχει μπουκώσει πια από την «απενοχοποιημένη» υπερτροφία της εξατομίκευσης χωρίς ωστόσο να επιθυμεί, ακόμα, μια επιστροφή/υποστροφή σε κάποιον προ-εξατομικευτικό κολλεκτιβισμό.
Για να είμαι πιο ακριβής, γνώμη μου είναι ότι το υποκείμενο της αλλαγής δεν είναι απλώς θέμα ότι «οφείλει», «να είναι σε θέση», «να έχει διάθεση» να συγκροτηθεί κάτω από αυτούς τους δύο όρους: δεν μπορεί να υπάρξει, σήμερα, άλλου τύπου υποκείμενο της αλλαγής!
Πάνω σε αυτές τις γραμμές σκέψης θα προσπαθήσω να ακολουθήσουν οι επόμενες αναρτήσεις μου στον καλοτάξιδό μας Πύραυλο. Δεν κρύβω ότι έχω την αίσθηση, πως η κρίση που περνάει σήμερα η ελληνική κοινωνία έχει να κάνει, σε σημαντικό ίσως βαθμό, με την ολοκλήρωση της ένταξής της στις σύγχρονες εκτεχνικευμένες ολιγαρχικές δημοκρατίες και με τις καθυστερήσεις που είχε μέχρι σήμερα επιδείξει προς αυτή την κατεύθυνση - πράγμα που κάνει ακόμα πιο κρίσιμα τα παραπάνω ζητήματα.
http://pyravlosypogeiwn.blogspot.com/2011/03/blog-post.html
Αναδημοσίευση από τον Πύραυλο των υπογείων
Εδώ και δεκαετίες, αλλά πολύ πιο καθαρά σήμερα λόγω της οξυμένης κρίσης, το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα κι ο λόγος που η κοινωνία μας φαίνεται να οδηγείται από αδιέξοδο σε αδιέξοδο, είναι η αδυναμία να διατυπωθεί απέναντι στα πράγματα ένας πολιτικός λόγος, που θα είναι και λογικά πειστικός αλλά και συγκινησιακά παρακινητικός. Ένας λόγος που θα απευθύνεται τόσο στο θυμικό, όσο και στο λογικό, καταφέρνοντας έτσι να συμπαρασύρει το βουλητικό των ανθρώπων προς μια έλλογη διέξοδο.
Μια σημαντική αιτία που ένας τέτοιος λόγος απουσιάζει, είναι, κατά τη γνώμη μου, ότι οι προσπάθειες αντιπολίτευσης στο κυρίαρχο αδιέξοδο διακατέχονται από τα φαντάσματα προηγούμενων, περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένων, απελευθερωτικών στιγμών. Κάποιοι θέλουν να βλέπουν το σήμερα με όρους 1789, άλλοι με όρους 1821, άλλοι σαν 1917, ή 1940, ή 1968, ή 1973. Έτσι, ανάλογα με την οπτική καθενός, καλούν σε μια αποτίναξη π.χ. μιας «τυραννίας» από ένα «πεινασμένο λαό», ή σε μια επανάσταση εναντίον μιας «απολυταρχίας» που «ποδοπατάει αλύπητα τα ανθρώπινα δικαιώματα», σε ένα «ταξικό αγώνα» εναντίον της «πλουτοκρατίας», ή σε μια «πάλη της εργατικής τάξης» ενάντια στην επιβολή «μεσαιωνικών συνθηκών» από τους καπιταλιστές, σ’ ένα εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα εναντίον «δυνάμεων κατοχής και δοσίλογων κυβερνήσεων», ή σε μια «εξέγερση με μπροστάρη τη νεολαία ενάντια σε μια χουντική κυβέρνηση».
Παρ’ όλο που όψεις πραγματικότητας υπάρχουν σε όλες αυτές τις οπτικές, η καθεμιά από μόνη της και όλες μαζί ή σε οποιοδήποτε μεταξύ τους συνδυασμό, είναι λαθεμένες∙ δηλαδή δεν καταφέρνουν να καταδείξουν αυτό που προσδιορίζει τη σημερινή κοινωνία και το οποίο διαφέρει από εκείνο που την προσδιόριζε σε όλες αυτές τις ένδοξες ιστορικές στιγμές. Την ίδια στιγμή, και για τον ίδιο λόγο, αποτυχαίνουν να αναδείξουν την ιστορική ιδιαιτερότητα ενός σημερινού υποκειμένου της αλλαγής, ή της ανατροπής, σε σχέση με τα προηγούμενα.
Σήμερα δεν βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος με μια απολυταρχία ή μια τυραννία, εδραιωμένη πάνω σε «μεσαιωνικές», δηλαδή κάθετα και απολυτοκρατικά ιεραρχημένες, συνθήκες δουλειάς και ζωής∙ ούτε με ένα πλουτοκρατικό καπιταλισμό θεμελιωμένο πάνω σε μια βιομηχανική, δηλαδή συγκεντρωτική και συντηρητική, οργάνωση της εργασίας και της κοινωνίας. Ούτε καν με μια κλασική αστική δημοκρατία, στην οποία δεν εκπροσωπούνται τα λαϊκά κι εργατικά στρώματα. Σήμερα έχουμε να κάνουμε με μια ολιγαρχική δημοκρατία εδραιωμένη πάνω σε μια άκρως εκτεχνικευμένη − δηλαδή νεωτεριστική, εξατομικευμένη και εκλαϊκευμένη/μαζική συνάμα − κοινωνία, η οποία διυλίζεται και διαμορφώνεται ολοένα και περισσότερο από ένα τεχνικό Σύστημα.
Παρά τις πάμπολλες αυταρχικές όψεις και τυραννικές συμπεριφορές της, λοιπόν, πρέπει να γνωρίζουμε, πως η σημερινή ολιγαρχική δημοκρατία διαφέρει από την τυραννία, την απολυταρχία ή τη χούντα, σε ένα πολύ κρίσιμο σημείο: στο ότι κάνει το λαό διαρκώς συμμέτοχο, και έτσι «συνένοχο», στις καίριες πολιτικές επιλογές και πρακτικές της, πράγμα που τη βοηθάει να διασπείρει την «συνενοχή» και για τις επιμέρους πράξεις της.
Επιπλέον, παρά τους συντηρητισμούς και τους ανορθολογισμούς της, την ίδια στιγμή η ακραία εκτεχνίκευση της τριλεκτικής «παραγωγή-κατανάλωση-διοίκηση», και η καλπάζουσα − χάρη στην Πληροφορική ως πράξη και ως ιδεολογία − καρκινογένεση ενός τεχνικού Συστήματος εντός της σημερινής κοινωνίας, κάνουν το λαό διαρκώς συμμέτοχο, και έτσι «συνένοχο», όχι μόνο στις πολιτικές επιλογές και πρακτικές της ολιγαρχικής τάξης αλλά, επίσης, στην κυρίαρχη οπτική των πραγμάτων και στα κυρίαρχα ήθη, που έχουν πάψει να είναι αστικά και συντηρητικά. Για παράδειγμα, σε ό,τι αφορά τα ήθη αξίζει να προσεχτεί, πως οι κυρίαρχες τάξεις ασπάζονται ανοιχτά και με ολοένα και μεγαλύτερη άνεση «στιλ» που έως πριν δυο δεκαετίες προσδιόριζαν το περιθώριο, ακόμα και τον λεγόμενο υπόκοσμο, δηλαδή στιλ απενοχοποιημένου μηδενισμού... ενώ την ίδια στιγμή τα λαϊκά στρώματα θεωρούν τίτλο τιμής το ότι κατορθώνουν ν’ αποτινάξουν τις παραδόσεις τους και να εκμοντερνιστούν κατά το πρότυπο των κυρίαρχων τάξεων, καταλήγοντας έτσι να ασπάζονται, και αυτά, «στιλ» απενοχοποιημένου μηδενισμού. Και σε ό,τι αφορά την οπτική των πραγμάτων, θα έλεγα πως δεν είναι τυχαίο λ.χ. ότι σε μεγάλο βαθμό ακόμα και οι αμεσοδημοκρατικές ριζοσπαστικές επικλήσεις εμπνέονται κατά βάθος από έναν ευφρόσυνο τεχνικό ουτοπισμό, στο βαθμό που στη θέση του συμβολικού πεδίου γράφουν «μηδέν» και υπολογίζουν ότι το κοινό δεν (θα) είναι συμβολικός Κοινός Λόγος αλλά αμοιβαίος συντονισμός δράσεων μέσω του διαδικτύου.
Κατόπιν όλων αυτών, εκείνο που εδώ θέλω να τονίσω, είναι ότι η σημερινή εδραίωση μιας ολιγαρχικής δημοκρατίας πάνω σε μια άκρως εκτεχνικευμένη/εκλαϊκευμένη κοινωνία που διυλίζεται και διαμορφώνεται ολοένα και περισσότερο από ένα τεχνικό Σύστημα, συνεπάγεται και μια ριζική αλλαγή σε ό,τι αφορά το υποκείμενο της κοινωνικής αλλαγής. Πρόκειται για μια αλλαγή, την οποία διαισθάνονται όλοι όσοι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, βεβαιώνουν πως είναι πλέον δύσκολο «να διακρίνει κανείς με σαφήνεια τον εχθρό» − και αυτή τη δυσκολία νομίζω ότι προσπαθούν να υπερφαλαγγίσουν, αλλά λιγάκι κλείνοντας τα μάτια και χωρίς να ζοριστούν, όσοι προτιμούν να βλέπουν το σήμερα σαν ένα είδος αναβίωσης παλιότερων ένδοξων στιγμών υψώνοντας, έτσι, παλιές σημαίες κι ανασκάβοντας παλιά χαρακώματα.
Η αλλαγή του υποκειμένου της αλλαγής για την οποία μιλώ, προσδιορίζεται από το γεγονός ότι, εκείνο που συντηρεί την αδικία και την ανελευθερία των σύγχρονων κοινωνιών, δεν είναι πια μια τάξη συγκροτημένη έξω από το λαό (όπως ήταν η αριστοκρατία, ή η αστική τάξη των πρώτων αιώνων της κυριαρχίας της), ώστε να μιλάμε για «ταξικό εχθρό» και «ταξικό αγώνα» όπως έως τα μέσα με τέλη του 20ού αιώνα. Ούτε βεβαίως μια εξωτερική δύναμη κατοχής (όπως η οθωμανική αυτοκρατορία, ή οι φασιτικές και ναζιστικές δυνάμεις κατοχής του Β΄ ΠΠ), για να μιλάμε για «εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα».
Έτσι το σημερινό υποκείμενο της αλλαγής προσδιορίζεται από το γεγονός της σημερινής συμμετοχής/«συνενοχής» του λαού στις κυρίαρχες πολιτικές επιλογές, στην κυρίαρχη οπτική του κόσμου και στα κυρίαρχα ήθη της εκτεχνικευμένης ολιγαρχικής δημοκρατίας και, επομένως, έχει να συγκροτηθεί από τη σύγκλιση δυο δεδομένων:
1. από το ότι οφείλει να είναι σε θέση και διάθεση να αλλάζει όχι μόνο τον κόσμο αλλά και τον εαυτό του∙ και
2. από το ότι ο άνθρωπος αυτών των κοινωνιών έχει μπουκώσει πια από την «απενοχοποιημένη» υπερτροφία της εξατομίκευσης χωρίς ωστόσο να επιθυμεί, ακόμα, μια επιστροφή/υποστροφή σε κάποιον προ-εξατομικευτικό κολλεκτιβισμό.
Για να είμαι πιο ακριβής, γνώμη μου είναι ότι το υποκείμενο της αλλαγής δεν είναι απλώς θέμα ότι «οφείλει», «να είναι σε θέση», «να έχει διάθεση» να συγκροτηθεί κάτω από αυτούς τους δύο όρους: δεν μπορεί να υπάρξει, σήμερα, άλλου τύπου υποκείμενο της αλλαγής!
Πάνω σε αυτές τις γραμμές σκέψης θα προσπαθήσω να ακολουθήσουν οι επόμενες αναρτήσεις μου στον καλοτάξιδό μας Πύραυλο. Δεν κρύβω ότι έχω την αίσθηση, πως η κρίση που περνάει σήμερα η ελληνική κοινωνία έχει να κάνει, σε σημαντικό ίσως βαθμό, με την ολοκλήρωση της ένταξής της στις σύγχρονες εκτεχνικευμένες ολιγαρχικές δημοκρατίες και με τις καθυστερήσεις που είχε μέχρι σήμερα επιδείξει προς αυτή την κατεύθυνση - πράγμα που κάνει ακόμα πιο κρίσιμα τα παραπάνω ζητήματα.
http://pyravlosypogeiwn.blogspot.com/2011/03/blog-post.html
Labels:
Γιάννης Ιωανίδης,
Κρίση,
Πολιτική,
Τεχνολογία
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)