Το αυγό του φιδιού

Το αυγό του φιδιού επωάζεται στην αγκαλιά του κράτους. Στρατόπεδα συγκέντρωσης οργανώνονται σε ολόκληρη τη χώρα. Θα «φιλοξενήσουν», λένε, τους «λαθραίους». Εννοούν τους χιλιάδες ανέστιους πρόσφυγες και μετανάστες από τις ρημαγμένες, τις καταληστεμένες από την αποικιοκρατία και το ΔΝΤ ή τις ξεκληρισμένες από τους πόλεμους και τις «ανθρωπιστικές επεμβάσεις» χώρες της Ασίας, της Αφρικής, των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης. Όλοι αυτοί, άνθρωποι διωγμένοι, ταλαιπωρημένοι, που αναζητούν μια νέα αρχή στη ζωή τους, όταν φτάνουν έχοντας περάσει τα μύρια όσα στην Ελλάδα, εγκλωβίζονται σε ένα παράλογο σύστημα καφκικής γραφειοκρατίας που τους αποκλείει ακόμα και από τη στοιχειώδη επιβεβαίωση της ύπαρξής τους. Χωρίς χαρτιά, χωρίς χρήματα, χωρίς στέγη, χωρίς εργασία, χωρίς δίκτυο κοινωνικών σχέσεων να τους στηρίζει, άλαλοι αφού δεν μιλούν παρά τη γλώσσα της πατρίδας τους οι πιο πολλοί, βολοδέρνουν σαν φαντάσματα στα σοκάκια των συνοικιών του κέντρου της μητρόπολης, κυνηγημένοι που παίζουν διαρκώς ένα επικίνδυνο κρυφτό με την αστυνομία και τις ομάδες των φασιστών και των ξενόφοβων.
Παρακολουθούμε δύσθυμοι τους πολιτικούς να συναγωνίζονται στη σκληρότητα, λες και τώρα ανακάλυψαν την αθλιότητα. Είναι το «μήνυμα της κάλπης» που ερμήνευσαν με κοντόθωρο τρόπο: ότι «η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο» και ότι «κάτι πρέπει να γίνει». Ο λόγος τους, διανθισμένος με ακροδεξιές κορώνες, συγκαλυμμένες άτσαλα πίσω από τις «ρεαλιστικές προτάσεις για να λυθεί το πρόβλημα», ανακυκλώνει την ξενοφοβία και τον ρατσισμό και ανάβει το πράσινο φως στις φρικαλεότητες. «Μηδενική ανοχή» ζητά ο ένας (για τους «παράνομους» φυσικά…), «άμεσα και δραστικά μέτρα» υπόσχεται ο άλλος, εξαπολύοντας ένα ανελέητο ανθρωποκυνηγητό. Η «τελική λύση» φαντάζει τώρα ελκυστική, και κάποιοι δεν διστάζουν να την προτείνουν, ζητώντας μας να συμμεριστούμε την «δίκαιη αγανάκτησή» τους.
Στο μεταξύ η ΕΛ.ΑΣ., με υψηλό φρόνημα και αίσθηση του καθήκοντος και της αποστολής της, πιστή στις παραδόσεις και τη φήμη της, επιδίδεται καθημερινά σε ένα όργιο βιαιοτήτων και καταπατήσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε συνεργασία με οργανωμένες ομάδες «αγανακτισμένων πολιτών» και φασιστών εκκαθαρίζει τις συνοικίες και τις γειτονιές του κέντρου από τα «σκουπίδια». (Κανείς δεν αναρωτιέται πώς στοιβάζονται αυτές οι εκατοντάδες ανθρώπων που τσουβαλιάζονται σωρηδόν, κρατούμενοι υπό άγνωστες συνθήκες, ένας θεός ξέρει πού. Και τι θα απογίνουν;) Επιβεβαιώνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο ότι η «τελική λύση» είναι εφικτή, αρκεί να υπάρχει η απαραίτητη συναίνεση: που σημαίνει ότι όλοι κάνουμε τα στραβά μάτια.
Το αυγό του φιδιού το επωάζουμε στην αγκαλιά μας.

Το «μήνυμα της κάλπης»

Για τις ευρωεκλογές της 7ης Ιουνίου 2009

Η χώρα είναι πλέον πολιτικά διχασμένη. Η πρωτοφανής μαζική «απόδραση» του 48% των ψηφοφόρων από τις κάλπες στις πρόσφατες ευρωεκλογές δηλώνει κατάφορα την απαξίωση του πολιτικού συστήματος και την επιτακτική απαίτηση για ριζικές αλλαγές, τόσο σε πρόσωπα όσο και στην πολιτική των κομμάτων.
Μπορεί κάποιοι να ισχυριστούν ότι η αποχή είναι συγκυριακό φαινόμενο. Δεν έχουν ζυγίσει σωστά την πραγματική της σημασία, ακόμα κι αν δεχτούμε όπως αυτοί ότι πρόκειται για εξαίρεση που δεν την πιάνει το ζύγι.
Η μαζική απήχηση της αποχής δείχνει όμως ολοκάθαρα ότι η ζυγαριά γέρνει πια προς το πολιτικό και όχι προς την πολιτική. Μετράει δηλαδή κάτι άλλο, με ιδιαίτερα σημαντικό βάρος, που δεν αφορά στη διαχείριση των προβλημάτων, αλλά στην ίδια την ανέφικτη συναίνεση για τον προσδιορισμό και την διαχείρισή τους. Η πολύπλοκη νέα συνθήκη που διαμορφώνεται στο κοινωνικό πεδίο δεν αντιστοιχεί πια στη σύσταση της πολιτικής αντιπροσώπευσης, όπως λίγο πολύ συνέβαινε έως τώρα. Υπάρχει πια ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ πραγματικότητας και πολιτικού συστήματος, στο οποίο καταβαραθρώνονται οι όποιες προσπάθειες για την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.
Η απονομιμοποίηση και η αποδυνάμωσή της κυρίαρχης συντακτικής εξουσίας, η οποία λειτουργεί σαν ένας μηχανισμός ενσωμάτωσης και αποκλεισμού, διευρύνει και εμβαθύνει το πεδίο των κοινωνικών ανταγωνισμών. Νέοι ανταγωνισμοί αλλάζουν διαρκώς την πολυσύνθετη εικόνα του κοινωνικού μωσαϊκού. Το μετα-φορντιστικό, ευέλικτο καθεστώς κεφαλαιακής συσσώρευσης, υποτίμησε την αξία της εργασίας και υπέσκαψε τις «παραδοσιακές» εργασιακές σχέσεις (μόνιμη απασχόληση, ασφάλιση, ωράριο, κ.λπ.). Για τους περισσότερους ανθρώπους αυτό μεταφράζεται σε φτώχεια, ανασφάλεια, ανεργία, υποβάθμιση της καθημερινότητας, αποκλεισμός.
Καταστροφικές εκδηλώσεις οργής ανεβάζουν κάθε τόσο επικίνδυνα το θερμόμετρο, καταρρακώνοντας την αποτελεσματικότητα του διαμεσολαβητικού ρόλου που διατείνεται ότι εγγυάται το σύστημα. Ακόμα και η «δημόσια σφαίρα» των μμε δεν μπορεί να παίξει πια αυτό τον ρόλο, να αποτελεί σημείο κοινής αναφοράς, σε μια πολυφυλετική, πολύγλωσση και πολυπολιτισμική πραγματικότητα. Όλα είναι ρευστά και ανοιχτά στο ενδεχόμενο, αφού η συνοχή δεν μπορεί να υποκατασταθεί από τις αυτοϋπονομευόμενες ιδεολογικές κατασκευές.
Αυτή η νέα κοινωνική συνθήκη καθιστά τη διαχείριση των αλλεπάλληλων και σύνθετων κρίσεων όλο και πιο δύσκολη υπόθεση και ωθεί το κράτος να υιοθετεί συχνότερα μέτρα αστυνομικού τύπου, στη συνεχή προσπάθειά του να ελέγξει και να τιθασεύσει τους απείθαρχους πληθυσμούς, το εργατικό δυναμικό και την κατακερματισμένη πραγματικότητα με την αυστηρή και βίαιη επιβολή του νόμου και της τάξης. Οι αντικειμενικές δυσκολίες και τα εμπόδια που προκύπτουν σε συνδυασμό με τις υποκειμενικές και συλλογικές αντιστάσεις ανατροφοδοτούν την αντίδραση σε αυτού του είδους τις πολιτικές, προκαλώντας τη διαλεκτική κορύφωση της έντασης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολύ περισσότερα προβλήματα απ’ όσα πιθανώς επιλύονται. Δημιουργούνται όμως και ρήγματα, συμβάντα που επιδρούν καθοριστικά στη ροή των πραγμάτων και στη συνείδηση των ανθρώπων, όπως έγινε με τις εξεγέρσεις του περασμένου Δεκέμβρη.
Είναι προφανές πια, μετά τα όσα έχουν συμβεί και συμβαίνουν από τότε, ότι ένα τμήμα του πληθυσμού εκδηλώνει με κάθε τρόπο την απαρέσκειά του για το καπιταλιστικό σύστημα, την αντιπροσωπευτική δημοκρατία και τους θεσμούς της. Οι άνθρωποι αυτοί, δίχως να έχουν κοινό ιδεολογικό υπόβαθρο, πόσο μάλλον κοινούς στόχους, απαιτούν να συμμετέχουν στις αποφάσεις που αφορούν τη ζωή τους και δεν δέχονται να παραχωρήσουν το δικαίωμα αντιπροσώπευσής τους σε κανέναν επαγγελματία πολιτικό και σε κανένα οργανωμένο κόμμα. Διεκδικούν δυναμικά το δικαίωμά τους στην πόλη και την ελεύθερη πρόσβασή τους στα κοινά (γνώση, πόροι, υποδομές, αγαθά), την χειραφέτησή τους από ένα βάρβαρο σύστημα καταπίεσης και εκμετάλλευσης. Εκτιμούν ότι η αυτοοργάνωση είναι πιο αποτελεσματικής τρόπος πολιτικής δράσης. Προτιμούν την παρέμβαση στη ροή του γίγνεσθαι και όχι τη θεμελίωση του είναι.

Όσοι δεν πήγαν να ψηφίσουν στις ευρωεκλογές δεν το έκαναν ως συνειδητή πολιτική πράξη, και αν ακόμα το έκαναν, δεν είχαν προφανώς όλοι τα ίδια κίνητρα ούτε τους ίδιους λόγους για την επιλογή τους. Πολλοί, ίσως οι περισσότεροι, τα έγραψαν απλώς στα παλιά τους τα παπούτσια, αδιαφορώντας παντελώς για τις «χαλαρές» εκλογές και το θλιβερό προεκλογικό σόου των ημερών.
Το κατά πόσο είναι συγκυριακή ή όχι η μαζική αποχή των ψηφοφόρων θα φανεί στις προσεχείς εθνικές εκλογές. Αν το ποσοστό της αποχής διατηρηθεί σε υψηλό ποσοστό, θα επιβεβαιωθεί μια συνειδησιακή μεταστροφή με πολύ βαθιά κοινωνικά χαρακτηριστικά που θα οδηγήσει σίγουρα σε νέες πολιτικές εξελίξεις, απρόβλεπτες για την ώρα.
Ακόμα και τώρα όμως, προτού τα πιο ζοφερά σενάρια ενδεχομένως επιβεβαιωθούν, οι πολιτικοί και τα κόμματα νιώθουν τη γη κάτω από τα πόδια τους να τρέμει. Το «μήνυμα της κάλπης» είναι σαφές και ξεκάθαρο• και απευθύνεται προς όλους: Η ανοχή και η υπομονή έχουν τα όριά τους. Και πολλοί τα έχουν ξεπεράσει…

ΥΓ. 1 Μόνο άστοχες μπορούν να χαρακτηριστούν οι δηλώσεις εκείνων που, κυρίως από το χώρο της αριστεράς, έσπευσαν να φορτώσουν τις ευθύνες για την εκλογική άνοδο του κόμματος του Καρατζαφέρη στην «ανώριμη πολιτική στάση» όσων απείχαν και δεν πήγαν να ψηφίσουν στις ευρωεκλογές. Ακόμα κι αν θεωρήσουμε ότι αυτή καθεαυτή η άνοδος των ποσοστών του ΛΑ.Ο.Σ. σημαίνει κάτι περισσότερο από την αναμενόμενη συσπείρωση των ξενόφοβων λαϊκών στρωμάτων της δεξιάς, που παραμένουν το πλέον καθυστερημένο και συντηρητικό τμήμα της κοινωνίας, έγινε σε μία εκλογή χωρίς προφανές διακύβευμα και δεν είναι τόσο ανησυχητική όσο θέλουν να μας την παρουσιάζουν. Πολλοί από εκείνους που ψήφισαν το ΛΑ.Ο.Σ. είναι οπαδοί της Νέας Δημοκρατίας που θέλησαν με αυτόν τον τρόπο να εκδηλώσουν τη δυσαρέσκειά τους στην κυβέρνηση αλλά δεν θα ψήφιζαν ποτέ ΠΑ.ΣΟ.Κ. ούτε φυσικά κάποιο αριστερό κόμμα. Στις εθνικές εκλογές το πιθανότερο είναι να επιστρέψουν στο κόμμα εξουσίας, μειώνοντας ξανά τα ποσοστά του ΛΑ.Ο.Σ. στο συνηθισμένο επίπεδο. Για μια απάντηση στο επιχείρημα σχετικά με τη «δύναμη» του ΛΑ.Ο.Σ. στην ευρωβουλή και την αποδυνάμωση της αριστεράς βλ. το ΥΓ. 2. Άλλωστε, αν κάνουμε λόγο για τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., έπεσε θύμα των ίδιων των αντιφάσεών του και της προσπάθειας εξισορρόπησης ανάμεσα στις διαφορετικές αντιλήψεις των συνιστωσών του. Με την επαμφοτερίζουσα στάση που κράτησε μετά τον Δεκέμβρη κατάφερε να τους δυσαρεστήσει όλους. Ακόμα και οι νέοι του γύρισαν την πλάτη, όπως και σε όλα τα κόμματα άλλωστε.
Το ΚΚΕ δεν δέχτηκε ανάλογο πλήγμα πιθανώς λόγω της υψηλής συσπείρωσης των οπαδών του η οποία μπορεί να αποδοθεί στον καθαρά ταξικό χαρακτήρα του και στην αντικαπιταλιστική και αντιευρωπαϊκή ιδεολογία του.

ΥΓ. 2 Πολλοί από αυτούς που δεν ψήφισαν είχαν έναν παραπάνω λόγο, εκτός από το χάλι της ελληνικής πραγματικότητας, να απέχουν από τις ευρωεκλογές: αμφισβητούν τις εξουσιαστικές υπερδομές και τους θεσμούς που επιβάλουν ένα συγκεκριμένο πολιτικό-οικονομικό μοντέλο. Ένα μοντέλο που υπερασπίζεται, όπως περίτρανα απέδειξαν οι χειρισμοί της ΕΕ για την αντιμετώπιση της πρόσφατης κρίσης, το κεφάλαιο και τις προνομιούχες τάξεις, φορτώνοντας ολόκληρο το κόστος στις καμπούρες των εργαζόμενων και των φτωχών.
Η ΕΕ είναι εκ συστάσεως ιδεολογικά τοποθετημένη υπέρ του καπιταλισμού, της φιλελεύθερης δημοκρατίας και της ελεύθερης αγοράς. Οι ισορροπίες των πολιτικών δυνάμεων στο ευρωκοινοβούλιο που προκύπτουν μέσα από τις εκλογές, ελάχιστα επηρεάζουν τις θεμελιώδεις παραδοχές της ευρωπαϊκής πολιτικής.