Η μάχη της γλώσσας της καθημερινότητας


Η γλώσσα δεν είναι ποτέ ουδέτερη, πόσο μάλλον εκφράσεις που επαναλαμβάνονται κατά κόρον στην καθημερινότητα με την μορφή προτροπής ή ευχής. Αυτές οι κοινότοπες εκφράσεις είναι δείκτες της ψυχικής δομής και της κουλτούρας των μελών μιας κοινωνίας. Μας δείχνουν ανάγλυφα τα συναισθήματα, τα πάθη και τις αγωνίες τους, τις επιθυμίες και τις ανάγκες τους, τις εμμονές και τις αυταπάτες τους, τις σκέψεις και το πνεύμα τους. Ταυτόχρονα, η γλώσσα, πέρα από το ότι συνιστά έκφραση, παράγει σημασίες και νοήματα, δημιουργεί κοινωνικές σχέσεις, ασκεί βιοεξουσία, αποτελεί προνομιακό πεδίο άσκησης βιοπολιτικής. Μ' αυτή την έννοια, η γλώσσα της καθημερινότητας και η κουλτούρα εν γένει είναι ένα πεδίο μάχης, ένα πεδίο διαρκούς ανταγωνισμού. Η επικράτηση συγκεκριμένων εκφράσεων έναντι άλλων δεν θα έπρεπε να μας αφήνει αδιάφορους, όλους εμάς που αρνούμαστε την υπάρχουσα ζοφερή κατάσταση των πραγμάτων.
Μετά από αυτή τη μικρή εισαγωγή, ας περάσουμε στις συγκεκριμένες εκφράσεις που θα μας απασχολήσουν: «να περνάς/άμε/άτε καλά» και «να είσαι/είμαστε/είστε καλά στην υγεία σου/μας/σας πάνω απ' όλα». Η πρώτη έκφραση ήταν μέχρι πρότινος κυρίαρχη στην ελληνική κοινωνία. Ήταν μόνιμη επωδός της δεκαετίας του ΄90 και του πρώτου μισού των '00ς. Αντιστοιχούσε σε μια διαταξική (κάθε τάξη ανάλογα με την ισχύ της σε χρήμα, σε κύρος και σε άλλα συμβολικά προνόμια) κουλτούρα ατομικισμού, κυνισμού, ελευθερίας χωρίς όρια, ηδονισμού, καταναλωτισμού, πλαστής ευμάρειας, ψευδοευδαιμονισμού, απατηλής λάμψης της ματαιοδοξίας και ατέλειωτου φαν. Σε μια περίοδο όπου το Άτομο και τα θέλω του ήταν παντοδύναμα. Σχεδόν τίποτα δεν μπορούσε να τους σταθεί εμπόδιο. Όποιος είχε ηθικούς ή άλλους ενδοιασμούς, όποιος «πήγαινε με το σταυρό στο χέρι», όποιος απόκλινε έμπρακτα από το μέσο κοινωνικό όρο ήταν «ο μαλάκας» της υπόθεσης, «ο αφελής», «το κορόιδο», «ο περίεργος», «ο αντικοινωνικός». Τα τελευταία χρόνια όμως, και ειδικά μ.Κ. (μετά την Κρίση), μετά δηλαδή από την θεαματική κατεδάφιση του greek dream, μια κρίσιμη μετατόπιση έλαβε χώρα. Αυτό που ακούγεται διαρκώς από ολοένα και περισσότερα χείλη, και μάλιστα από ανθρώπους όλων των ηλικιών και των τάξεων, από ανθρώπους που δεν έχουν απαραίτητα την εμπειρία μιας ασθένειας είτε άμεση είτε έμμεση (στο οικογενειακό ή φιλικό περιβάλλον τους), είναι το δεύτερο. Η υγεία, η εύρυθμη βιολογική λειτουργία ανεβαίνει στο θρόνο του υπέρτατου αγαθού, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι υποχώρησαν ο ατομικισμός και ο κυνισμός, ή η δίψα για εύκολο χρήμα. «Να 'χουμε την υγειά μας, και όλα τ' άλλα είναι δευτερεύοντα». Η περιστολή και αναγωγή της ζωής στα απλά βιολογικά της δεδομένα, η ζωή ως βιολογία, η γυμνή ζωή. Υγιείς πνεύμονες, υγιή συκώτια, υγιή στομάχια, υγιείς μήτρες. Το πώς ζει κανείς τη ζωή του, η βιωμένη εμπειρία του, οι αξίες και οι αρχές του δεν έχουν δα και τόση σημασία. Αρκεί να επιβιώνουμε, να μην αρρωσταίνουμε, να μην ψοφάμε. Αυτή είναι η αγωνία μας. Ακόμα και ριζοσπάστες θα γράψουν τον Δεκέμβρη του '08: «ΥΓΕΙΑ - ΚΑΥΛΑ - ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ».
Πώς όμως εξηγείται αυτό; Αναμφίβολα, σημαντικό ρόλο έχουν παίξει τόσο η αύξηση των θανατηφόρων και μη ασθενειών που σχετίζεται άμεσα με τον σύγχρονο, δυτικό τρόπο ζωής όσο και όλη αυτή η δυτική ψύχωση με τον υγιεινισμό, η αδιάκοπη παραγωγή καθεστώτων αληθείας περί υγείας, περί κανονικού και παθολογικού. Τα παραπάνω όμως έχουν θέσει το πολιτισμικό πλαίσιο, έχουν στρώσει το έδαφος, έχουν λειάνει τις υποδοχές. Κάτι άλλο βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια, βαθύτερα, στην ψυχική δομή της ελληνικής κοινωνίας, κάτι που έβαλε σε δεύτερη μοίρα την «ευζωία» και ανέδειξε σε υπέρτατο άρχοντα τη γυμνή ζωή. Είναι ο καταποντισμός των προσδοκιών, η αίσθηση ανημπόριας, ματαιότητας και ζόφου, η επιβεβλημένη στέρηση και λιτότητα, η γενίκευση της ανασφάλειας (όχι μόνο εργασιακής) και της απελπισίας, ο ηθικός πανικός που προκαλεί η συστηματική τρομοκρατία των υπαλλήλων της καπιταλιστικής διακυβέρνησης στα δελτία των 8 και στις φυλλάδες και η διαρκώς επαπειλούμενη χρεοκοπία, η νοσταλγία του παρελθόντος, η υποθήκευση του παρόντος και η ανυπαρξία προοπτικής για το μέλλον. Αυτή η πτώση δεν θα μπορούσε παρά να έχει και το γλωσσικό της αντίστοιχο, το οποίο με τη σειρά του όσο περισσότερο κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα τόσο πιο βαθιά εισέρχεται στο συλλογικό ασυνείδητο και εγκλωβίζει το φαντασιακό. Ο περί υγείας καθημερινός λόγος δεν είναι λοιπόν παρά προϊόν και ταυτόχρονα παραγωγός βιοπολιτικής!
Η έκφραση «την υγειά μας να 'χουμε πρώτα απ' όλα» ως μόνιμη επωδός είναι το αντίστοιχο της φτωχοποίησης σε ψυχολογικό επίπεδο. Όπως η γενίκευση της φτώχειας είναι το όπλο του Κυρίαρχου σε υλικό επίπεδο, το πολεμικό εργαλείο που χρησιμοποιεί για να ασχολούμαστε μονάχα με την επιβίωσή μας, για να πετύχει την καταστροφή των δυνατοτήτων μας και την εξόντωσή μας, εν τέλει για να στήσει ανάχωμα στην επερχόμενη επανάσταση, έτσι και η γενίκευση του «πάνω απ' όλα η υγεία μας» είναι η ήττα μας σε επίπεδο ψυχολογίας και ηθικού, η αποδοχή της μοίρας μας. Και όπως ξέρουμε από την τέχνη του πολέμου, όταν υστερούμε σε ηθικό από τον αντίπαλο η συντριβή είναι αναπότρεπτη. Η διασπορά της έκφρασης αυτής λοιπόν καταδεικνύει την εσωτερίκευση του φόβου και της ανασφάλειας, την έλλειψη ελπίδας, μια μεμψιμοιρία, μια ματαίωση και ένα υπαρξιακό αδιέξοδο. Η τυχούσα επικράτησή της στις γραμμές των υποτελών του 21ου αιώνα θα είναι μια φοβερή πολιτισμική και υπαρξιακή οπισθοχώρηση, μια άνευ όρων παράδοση, μια συντριπτική νίκη των δυνάμεων της προληπτικής αντεπανάστασης. Γιατί όποιος καταφεύγει στην υγεία ως ultimum refugium, όποια ιεροποιεί τη γυμνή ζωή, όποιος εξισώνει τη ζωή με τη βιολογία και όποια σκέφτεται διαρκώς τον θάνατο (όχι βέβαια με έναν τρόπο φιλοσοφικό και υπαρξιακό αλλά με έναν τρόπο ευτελή, ανάγοντάς τον σε απλό βιολογικό δεδομένο), δεν μπορεί να ζήσει, να ερωτευθεί, να εξεγερθεί, να μοιραστεί, να αφοσιωθεί, να εμπιστευθεί, να συμπαρασταθεί, να γλεντήσει, να επαναστατήσει. Ζωή χωρίς θάνατο δεν υπάρχει, αλλά ο θάνατος χωρίς ζωή είναι πιο τραγικός από τον θάνατο που έζησε τη ζωή του με τόλμη και με πάθος, με ελευθερία σκέψης και δημιουργικό ανυπότακτο πράττειν.

Να βγάλουμε το πτώμα απ' το στόμα μας πριν σαπίσει!
Να απενεργοποιήσουμε τους μηχανισμούς της βιοπολιτικής διαχείρισης!
Να ανακτήσουμε την χαμένη μας αυτοπεποίθηση! Να ευχόμαστε ο ένας στον άλλο «καλή δύναμη» και «φτου ξελευθερία»!
Η καθημερινή γλώσσα και οι καθημερινές βιωματικές πρακτικές μας μπορούν να γίνουν ζωντανός πλούτος, και γι' αυτό όπλα στον πόλεμο που μαίνεται!

λάμπε ρατ
ιούλιος 2013

Δεν υπάρχουν σχόλια: