Κοινωνική έκρηξη και πολιτικό νόημα

Του Φώτη Τερζάκη

H αιφνίδια κοινωνική έκρηξη των τελευταίων ημερών έσπειρε σε όλους μας ρίγη τρόμου και ανησυχίας – για διαφορετικούς λόγους. Πολλοί τρόμαξαν από την αγριότητα και τον τυφλό χαρακτήρα που όλο και περισσότερο παίρνουν τέτοια συλλογικά φαινόμενα στις ημέρες μας, σαν μια πυρκαγιά που καίει αδιακρίτως οτιδήποτε βρει μπροστά της• άλλοι όμως τρομάξαμε από τους όρους με τους οποίους συνεχίζει να παίζεται το παιχνίδι από τους εκπροσώπους του πολιτικού συστήματος και τους επαγγελματίες διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Θυμάμαι το κλίμα των ημερών όπου στο επίκεντρο των συζητήσεων ήταν η λεγόμενη τρομοκρατία (της «17ης Νοέμβρη») όταν, με τον ίδιο τρόπο, πριν εκφέρεις δημόσια κρίση όφειλες να περάσεις από το ταπεινωτικό τελετουργικό της αποκήρυξης και της καταδίκης. Να υπογράψεις δήλωση νομιμοφροσύνης δηλαδή, πράγμα που ανατρίχιασα όταν είδα και πάλι να το ζητούν –και με τον τρόπο που το ζητούσαν– αυτές τις ημέρες από εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ.
Όχι φυσικά ότι πιστεύει κανένας πως ο ΣΥΡΙΖΑ είχε οποιαδήποτε επιρροή στους εξεγερμένους και μία δήλωσή του θα άλλαζε την έκβαση των γεγονότων. Το θέμα ήταν να κατασκευαστεί εκείνη η συναίνεση του πολιτικού συστήματος (γι’ αυτό το ΚΚΕ επαινέθηκε τόσο γενναιόδωρα) που θα επέτρεπε στο μεν πρακτικό πεδίο τη μεθόδευση δοκιμασμένων πρακτικών καταστολής, στο δε θεωρητικό την απόκρυψη των κοινωνικών αιτίων της έκρηξης. Σαν να λέμε, είμαστε όλοι στο πλευρό των μαθητών που διαδηλώνουν ειρηνικά για τον θάνατο του συμμαθητή τους αλλά θα πατάξουμε ανελέητα οιοδήποτε ξεχείλισμα οργής ενάντια στην κοινωνία• επικρίνουμε την αυθαιρεσία της αστυνομίας, τα δημοκρατικά ελλείμματα των υπηρεσιών, την αναποτελεσματικότητα της παρούσας κυβέρνησης, κλπ. αλλά θα διασύρουμε οιονδήποτε τολμήσει να καταγγείλει το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του και μιλήσει για το ψεύδος της «δημοκρατίας» που τσακίζει τη δυνατότητα διαφανών διαβουλεύσεων στη δημόσια σφαίρα, που συσσωρεύει τον κοινωνικό πλούτο σε όλο και λιγότερα χέρια, που παράγει αποκλεισμό για όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της κοινωνίας πετώντας τα απλώς να πεθάνουν στον δρόμο – εν ολίγοις, για το ότι η ίδια η κοινωνία έχει προ πολλού διαλυθεί, λειτουργώντας ως αγορά με μοναδική κινητήρια δύναμη το κεφαλαιοκρατικό κέρδος.
Για πρώτη φορά όμως η μεθόδευση απέτυχε παταγωδώς. Και απέτυχε κυρίως λόγω της μαζικότητας και του βάθους της διαμαρτυρίας, που ήταν ο όντως απρόβλεπτος παράγοντας: διότι «200-300 κουκουλοφόρους» μπορείς εύκολα να τους απομονώσεις, να τους σπιλώσεις, αν χρειαστεί και να τους πυροβολήσεις, δεν μπορείς όμως να ποινικοποιήσεις μερικές χιλιάδες ανθρώπους από άκρη σε άκρη της χώρας… Ακόμα και το μείζον στρατήγημα του κατεξουσιασμού, το «διαίρει και βασίλευε» που στρέφει τη μία κοινωνική ομάδα εναντίον της άλλης, μπλοκάρισε, όταν είδαμε ακόμη και ανθρώπους των οποίων τα υλικά συμφέροντα θίχτηκαν να διστάζουν να συνταχθούν με τους μηχανισμούς οι οποίοι ήδη με πολλούς τρόπους τούς συνθλίβουν. Βεβαίως, καθένας με στοιχειώδη κρίση αντιλαμβάνεται ότι σε ένα ξεχείλισμα μαζικής δυσφορίας δεν μπορούν να χαραχτούν ευδιάκριτες διαχωριστικές ανάμεσα στους ειρηνικούς διαδηλωτές, εκείνους που απαντούν δυναμικά στις προκλήσεις της καταστολής, τους εξαγριωμένους από τη στέρηση που δρουν με τυφλή μανία και όσους επωφελούνται πλιατσικολογώντας ένα μηδαμινό ξύσμα της ευτυχίας που προορίζεται πάντα για άλλους… Ακόμα περισσότερο, αντιλαμβάνεται ότι η πολιτική σημασία των συλλογικών πράξεων δεν ταυτίζεται με ό,τι οι ίδιοι οι δρώντες λένε (ή είναι ανίκανοι να πουν) αλλά αναδύεται εκ των υστέρων μέσ’ από τον μεθοδικό φωτισμό των κινήτρων τους, που είναι σε τελευταία ανάλυση κοινωνικά καθορισμένα και σπανίως ολότελα διαφανή στους ίδιους. Μόνο έτσι μπορούμε να μεταφράσουμε την κοινωνική έκρηξη σε πολιτικό νόημα και πολιτικό λόγο – και είναι αυτό ακριβώς που χρειάζεται τώρα να κάνουμε.
Ό,τι, δηλαδή, ούτε μπορούν ούτε θέλουν να κάνουν οι κατεστημένες πολιτικές δυνάμεις. Επί μία τουλάχιστον εβδομάδα η κυβέρνηση δεν πατούσε πουθενά και θα μπορούσε με ένα ελάχιστο φύσημα να πέσει – αν δεν τη στήριζε το ίδιο το πολιτικό σύστημα, δηλαδή η «μείζων αντιπολίτευση» και οι εξ αντικειμένου συνοδοιπόροι της. Αγορασμένες σύσσωμες από τις πραγματικές (και αθέατες) κεφαλαιοκρατικές ελίτ, οι κυβερνητικές «πλειοψηφίες» φαίνονται ανίκανες να συλλάβουν οιοδήποτε κοινωνικό μήνυμα και να εξαγάγουν τις απαιτούμενες πολιτικές σημασίες. Οπότε, τι μέλλει γενέσθαι; Είναι το πιο δύσκολο ν’ απαντήσει κανείς• όλα δείχνουν ωστόσο ότι ελάχιστα πράγματα μπορούν να γίνουν μεμονωμένα, σε εθνικό επίπεδο. Το καλύτερο που έχουμε να ελπίσουμε είναι μια αλυσίδα διαδοχικών εξεγέρσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη –η οποία έχει τα μάτια στραμμένα τούτη την ώρα στην Ελλάδα και πασχίζει να αντλήσει μαθήματα– που, πιέζοντας αφόρητα τις κυρίαρχες ελίτ, θα ανοίξουν μια πιθανότητα αναδιαπραγμάτευσης με την κοινωνική βάση: μια επαναφορά της πολιτικής, δηλαδή, την οποία έχει σήμερα εκτοπίσει η άνωθεν τεχνοκρατική διεύθυνση... Αλλιώς δεν θα μπορούμε καν να μιλάμε πλέον για «κοινωνικές εξεγέρσεις» αλλά μάλλον για κοινωνικό πόλεμο, χωρίς λόγο και χωρίς κανόνες, χωρίς αυτοσυντηρητικούς μηχανισμούς, μέσα στον οποίον θα καταποντιστούν οι κοινωνίες της θεσμοποιημένης ανισότητας μαζί με το ίδιο το λεηλατημένο περιβάλλον.

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Futura,


Είχα διαβάσει λίγο στα πεταχτά το άρθρο του Φώτη Τερζάκη. Το ξαναδιάβασα με μεγαλύτερη προσοχή στην δική σου αναδημοσίευση. Τρεις σύντομες παρατηρήσεις:

1) "Για πρώτη φορά η μεθόδευση απέτυχε παταγωδώς". Υπεραισιοδοξία; "Εκβιασμός" μιας, έστω και μικρής νίκης για όσους εξεγέρθηκαν και γι' αυτούς που δηλώνουν αλληλέγγυοι; Έκφραση επιθυμίας;

Δεν μπορώ να υποδυθώ αυτόν "που είναι στο μυαλό του Φώτη Τερζάκη", οπότε κρατώ τις εκτιμήσεις μου για τον εαυτό μου. Όμως:

α) Αν "(......) η πολιτική σημασία των συλλογικών πράξεων (......) αναδύεται εκ των υστέρων (......)", γιατί άραγε δεν ισχύει το ίδιο για την διαπίστωση του αντίκτυπου τέτοιου τύπου συλλογικών πράξεων στο κοινωνικό σώμα;

β) Είναι σίγουρο πως η μεθόδευση αφορούσε τον διασυρμό οποιουδήποτε "(......) τολμούσε να καταγγείλει το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του (......)"; Έχω την αίσθηση πως το κύριο ζητούμενο της μεθόδευσης το εξέφρασε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο Βορίδης στην χθεσινοβραδυνή εκπομπή του Πρετεντέρη: "Ε, αφού λέτε ότι οι εξεγέρσεις συνοδεύονται πάντα από βία κι αφού λέτε ότι είστε κατά της βίας, ας σταματήσουμε τις εξεγέρσεις"!

2) "Δήλωση νομιμοφροσύνης"; Ασφαλώς όχι! Αλλά ούτε και λευκή επιταγή στις "πρωτοπόρες" ομάδες μόνο και μόνο επειδή είναι κομμάτι της εξεγερμένης μάζας!

3) "Το καλύτερο που έχουμε να ελπίσουμε είναι μια αλυσίδα διαδοχικών εξεγέρσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη (......)". Δηλαδή, η πολιτική και οργανωμένη Αριστερά ρίχνει λευκή πετσέτα στο ριγκ; Παραιτείται από την προσπάθεια να συναντηθεί με τις υπό εξέγερση μάζες, να "διδάξει" και να "διδαχθεί" από αυτές; Και τότε ποιός είναι ο ρόλος της; Να δηλώνει την συμπαράστασή της; Να καταθέτει ως μάρτυρας υπεράσπισης στα δικαστήρια που θα στηθούν; Ή να υμνεί το "αυθόρμητο" αυτοακυρωνόμενη και καθιστώντας τον εαυτό της τραγικό και κωμικό μαζί μουσειακό έκθεμα του πάλαι ποτέ ηρωϊκού παρελθόντος της;


Χαιρετώ.

Ανώνυμος είπε...

Καμιά φορά η αντικατάσταση του ancient regime αποφερει χειρότερα αποτελέσματα από την διατήρηση του. Αλλά αυτό που συμβαίνει συχνότερα είναι ότι με την λογική του «όλα η τίποτα» δεν προκύπτει απολύτως τίποτα. το καθεστώς παραμένει . Η πλήρης συναισθηματική αμφισβήτηση είναι ο ασφαλέστερος τρόπος για να διατηρηθούν οι μηχανισμοί της εξουσίας . φτάνω το σημείο να αναρωτιέμαι καμία φορά αν τελικά είμαστε αφελείς η το κάνουμε ενσυνείδητα. Θεωρώ ότι όσο προσπαθείς να εμβαθύνεις στο σύνολο αυτών των ζητημάτων τόσο περισσότερο απομακρύνεσαι από τους τρόπους επίλυσης του. Φαίνεται επίσης ότι αγνοείς ότι στο βάθος αυτό που ενδιαφέρει τους «Αθλίους » των βόρειων προαστίων όπως και τις αγέλες των χούλιγκαν είναι ο χαβαλές. Θρασύδειλοι που κάνουν «ντου» και μετά το σκάνε. Αδιαφορούν πλήρως για τα ερωτήματα σου /μας. Σε θεωρούν κουλτουριάρη και το αποδεικνύουν περίτρανα και στους τοίχους «Κάψτε τους κουλτουριάρηδες». Μετά τους μπάτσους και τους δημοσιογράφους έρχονται οι κουλτουριάρηδες.
Κωστής Βελώνης

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Κώστα,


Το συμβάν μιάς κοινωνικής έκρηξης ή εξέγερσης, πες το όπως θέλεις, είναι μία εξαιρετική κατάσταση και ως τέτοια πιστεύω πρέπει να την βλέπουμε. Είναι νομίζω αδιέξοδος - ίσως και επικίνδυνος - δρόμος να την αντιπαραθέσουμε στην καθημερινότητα, έστω και σ' αυτήν την υπονομευμένη κι έτοιμη να "πάρει φωτιά" καθημερινότητα που ζούμε αυτήν την περίοδο.

Υπ' αυτό το πρίσμα δεν μπορείς όντως - κι εδώ συμφωνώ με τον Τερζάκη - να διαχωρίσεις όπως την τρίχα από το ζυμάρι είτε τους "Αθλίους" των Βορείων προαστίων, είτε τους χουλιγκάνους του χαβαλέ. Ο μόνος τρόπος να πετύχεις κάτι τέτοιο είναι να ακολουθήσεις την προτροπή του Βορίδη, λειτουργώντας ως πυροσβέστης της κοινωνικής έκρηξης. Κι εδώ πάλι, από άλλο δρόμο, καταλήγουμε στην αυτοακύρωση.

Άρα η θέση μας πιστεύω είναι εκεί, μέσα στο συμβάν της κοινωνικής έκρηξης. Όχι όμως ως μία από τις "συνιστώσες" του, όχι ως μία από τις πολλές "φυλές του Ισραήλ" που ενοποιούνται προς στιγμή μετέχοντας σ' αυτό. Κι εδώ είναι που θέλησα να τραβήξω μιά "υποσημείωση", έναν αστερίσκο που λέμε, στα γραφόμενα από τον Τερζάκη. Μου φαίνεται ότι διακρίνω εδώ, υπόρρητα, μία ορισμένη - και λάθος κατά την άποψή μου - αντίληψη μέρους της Αριστεράς, που έχοντας καεί στον χυλό των Πρωτοσοσιαλιστικών καθεστώτων, φυσάει και το γιαούρτι. Μ' άλλα λόγια: Ταυτίζει την προσπάθεια να προσδώσει πολιτική ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ στην κοινωνική έκρηξη, να την καταστήσει κάτι ανάλογο με τις Ελεγχόμενες Εκρήξεις Κατεδάφισης, με "στραγγαλισμό" του αυθόρμητου. Έτσι η Αριστερά γίνεται μέρος του τοπίου. Ο ρόλος της όμως είναι να το "χρωματίσει". Αυτό ξεχνάμε πολλοί. Κι έχω την υποψία, ότι μερικοί από όσους το ξεχνάνε αυτό προσπαθούν, υποσυνείδητα ίσως, να μετατρέψουν αυτήν την αδυναμία της Αριστεράς σε "ρεύμα σκέψης", που τους διαχωρίζει από τα άλλα θραύσματα της κατακερματισμένης Αριστεράς.

Δεν γίνεται όμως φίλε Κώστα να "χρωματίσει" το τοπίο, αν δεν καταλάβει ποιά είναι τα "χρώματα" της κοινωνικής πολυμορφίας των καιρών μας. Και για να το καταλάβει πρέπει να τα γνωρίσει, να συζητήσει μαζί τους (να συζητήσει ακούγοντας, όχι μονολογώντας) και
- γιατί όχι; - να μάθει. Γιατί αν δεν μαθαίνουμε από την κοινωνία, από πού θα μάθουμε;

Κι ένας τρόπος να μάθουμε είναι και να διαβάζουμε προσεκτικότερα τα συνθήματα. Το λέω αυτό, γιατί μου φαίνεται αδίκησες λίγο τον άγνωστο εμπνευστή του συνθήματος "Σκατά στους κουλτουριάρηδες". Όχι όσο ο Δοξιάδης, ο Θεοδωρόπουλος και ο Μάρκαρης, που διέκριναν σ' αυτό "ναζιστική υφή". Προφανώς τους θύμισε την ρήση του Γκαίρινγκ
"Όποτε ακούω 'κουλτούρα' τραβάω πιστόλι!". Παραβλέποντας, ότι εκείνος μίλησε για την "κουλτούρα", ενώ το σύνθημα αναφέρεται στους "κουλτουριάρηδες".

Και σε ρωτάω φίλε Κώστα να μου πεις με το χέρι στην καρδιά: Πόσες φορές - εσύ, αλλά και όλοι μας - έχεις και έχουμε χρησιμοποιήσει με κυμαινόμενους βαθμούς απαξίωσης τον ίδιο όρο;


Χαιρετώ ευχόμενος Χρόνια Πολλά.

Ανώνυμος είπε...

Με αφορμή το σχόλιο του Κωστή Βελώνη:

Τη στιγμή που υπάρχουν τόσα προβλήματα γύρω μας τα οποία ερμηνεύονται εύκολα αν λάβουμε υπόψη τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, η αντιμετώπιση των εξεγερμένων ως «χούλιγκανς που κατεβαίνουν για χαβαλέ» και «θρασύδειλων που κάνουν "ντου" και μετά το σκάνε» δείχνει έλλειψη επαφής με το κοινωνικό γίγνεσθαι, αδιαφορία για την ουσία των τεκταινομένων ή μεροληψία.

Σχετικά με το σύνθημα «κάψτε τους κουλτουριάρηδες», πόθεν προκύπτει ότι αναφέρεται συλλήβδην σε όσους ασχολούνται με τις τέχνες, τα γράμματα και γενικά τον χώρο του πνεύματος;

Όσο για τα «ερωτήματα που δεν συμμερίζεται ο κόσμος», θα έπρεπε να λάβουμε υπόψη μας δύο πράγματα. Το ένα είναι η υποβάθμιση του γενικού μορφωτικού επιπέδου μέσω της συστηματικής εξαθλίωσης της παιδείας με σκοπό την παραγωγή χειραγωγήσιμων υποκειμένων. Το δεύτερο είναι ότι ορισμένοι άνθρωποι του πνεύματος έχουν με δική τους ευθύνη αποστασιοποιηθεί από την κοινωνία και επομένως δεν δικαιούνται να παραπονούνται ότι η κοινωνία δεν τους καταλαβαίνει.

Σε τελική ανάλυση, ποιος μπορεί να πει στον εξαθλιωμένο για τι ΠΡΕΠΕΙ να ενδιαφέρεται; Πώς αυτός να ενδιαφερθεί για την *εννοιολογική μεταμόρφωση του ξύλου σε δεύτερη χρήση* όταν τον απασχολούν άλλα πολύ πιο ζέοντα ζητήματα, όπως το ότι γίνεται καθημερινά αντικείμενο στυγνής εκμετάλλευσης, το ότι του ανήκουν πολλά περισσότερα από όσα έχει και το ότι βαρέθηκε να ζει στον πάτο χωρίς ελπίδα διαφυγής; Η περιφρόνηση όποιου δεν μας καταλαβαίνει είναι πολύ εύκολη αλλά αδιέξοδη οπτική.

Ανώνυμος είπε...

Μα αν δεν κάνω λάθος ΄΄ τα ξύλα μεταμορφώνονται σε ΄΄μετα-υλικά΄΄ καθημερινά στο δρόμο, και ο καθένας μπορεί να το διαπιστώσει -αν φυσικά καταφέρει να βρεθεί κάπου εκεί.
΄΄Παραδοσιακά΄΄ το ίδιο ακριβώς έκαναν και οι ντανταιστές- μιας και τραβάμε και αισθητικο-ιστορικά ζόρια απ΄ότι φαίνεται- όταν μετέτρεπαν τα ΄΄γάντια φετίχ΄΄ σε αληθινά χαστούκια στο πρόσωπο του νεκρού Ανατόλ Φρανς στο Πάνθεον (εκείνο το κτήριο δίπλα στο jardin de luxembourg). Και φυσικά υπήρξαν συλλήψεις...που αργότερα , μεταπολεμικά για την ακρίβεια, έγιναν σύμβολα- relics στις προθήκες των μουσείων. Και βέβαια materialization of ideology για κάποιους σύγχρονους φιλότεχνους που εκλαμβάνουν τον εαυτό τους -ελέω συλλέκτη- για καλλιτέχνη.