Θέσεις για την παραγωγή αληθινών γεγονότων [Θέσεις 7-13]

[Θέσεις 1-6]


«Οι περιστάσεις φτιάχνουν τους ανθρώπους, όπως ακριβώς οι άνθρωποι φτιάχνουν τις περιστάσεις.»
Καρλ Μαρξ - Φρίντριχ Έγκελς

7

Το αληθινό γεγονός εκφράζει πρωτίστως την άρνηση των υποκειμένων να επικυρώσουν την «δυναμική της προόδου» ως θεμελιωτικό αξίωμα νομιμοποίησης και επιβολής του υπάρχοντος συστήματος. Είναι η άρνηση να συμπεριληφθούμε ως υποκείμενα στην πολυδιαφημισμένη τεχνολογική εποποιία του cyborg υπεράνθρωπου που τώρα ζει την υπερπλεονασματική πραγμάτωση των επιθυμιών του καλωδιωμένος στο πανοπτικό πολυθέαμα, στην πολυσημία των προσταγών της αυθεντίας, στην ευωχία της κατανάλωσης και τη λήθη της επικοινωνιακής σφαίρας. Το αληθινό γεγονός, εντέλει, δεν είναι παρά η έκφραση της αντίστασης των υποκειμένων μπροστά στην επέλαση μιας ολοένα και πιο αυτοκαταστροφικής ανάπτυξης του καπιταλισμού και διεύρυνσης των συνθηκών κυριαρχίας πάνω στον άνθρωπο και στη φύση από την τεχνοεπιστήμη, το κράτος και το κεφάλαιο που, ως γνωστόν, είχαν ανέκαθεν συμβιωτική σχέση.
Το ψευδές γεγονός είναι η πράξη μιας συνείδησης πάντοτε πρόθυμης να πληρώσει με κάθε θυσία το «δικαίωμά» της να απολαμβάνει μακάρια την «ηδονή» και την «ασφάλεια» – ακόμα και με την συναίνεση στον βάρβαρο αφανισμό της. Το ψευδές γεγονός είναι η εκδήλωση με την οποία η συνείδηση αποδέχεται ότι το υπάρχον σύστημα είναι ιστορικά ανυπέρβλητο – οριζόμενο ως ντετερμινιστική, δηλαδή αναπόδραστη, εξελικτική πορεία του καπιταλισμού που χαράζεται από την ίδια τη διαλεκτική δυναμική της ανατροφοδότησής του από τις κρίσεις και το ξεπέρασμά τους με τον συνεχή μετασχηματισμό του. Θέτοντας ένα νομοτελειακά ανυπέρβλητο πλαίσιο, εγκλωβίζει τη δράση και καταδικάζει εκ των προτέρων στην αποτυχία κάθε απόπειρα να εγκατασταθεί οποιαδήποτε κριτική σε ένα έδαφος «έξω» από την οριοθετημένη περιοχή του υπαρκτού, στην ενδεχομενικότητα και το εν δυνάμει που οι ίδιες οι συνθήκες περικλείουν.


8

Το αληθινό γεγονός αποκαλύπτει την ορμή των «υπόγειων ρευμάτων που κυλούν αέναα κάτω από την επιφάνεια της πολιτικής ιστορίας, ρεύματα των οποίων κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει το αποτέλεσμα» (Τζον Μέιναρντ Κέινς). Φέρνει στην επιφάνεια και αναδεικνύει με κάθε τρόπο την ενδεχομενικότητα – το αληθινό γεγονός γίνεται έτσι «οντολογία του μη-είναι-ακόμη» (Ερνστ Μπλοχ).
Το ψευδο-γεγονός αποκρύπτει κάθε άλλη δυνατότητα, κάθε αντίρροπη δυναμική που ανταγωνίζεται το status quo. Το ψευδές γεγονός γίνεται κατ’ αυτό τον τρόπο η οντολογία του έτσι-μόνο-μπορεί-να-είναι.


9

Το αληθινό γεγονός είναι η άρνηση της κοινωνίας ιδωμένης ως ένα αυτοαναφορικό ή αυτοποιητικό σύστημα, που αποκτάει μια «εσωτερική ολότητα» ώστε να συντηρεί τον κλειστό χαρακτήρα ή την αυτονομία του πλαισίου του (Niklas Luhmann). Αυτή είναι μια διττή άρνηση: από τη μία, αμφισβητεί ριζικά την επιβολή του συστήματος ως «φυσικό» πλαίσιο αναπαραγωγής και ρύθμισης της ζωής· από την άλλη, αμφισβητεί κάθε επίκληση στον συντηρητικό «κοινοτισμό» και στη μυθολογία του «απολεσθέντος παραδείσου». Το αληθινό γεγονός είναι η θετική ενέργεια της ολότητας, όχι του ολοκληρωτισμού.


10

Αν το αληθινό γεγονός είναι η έκφραση της πραγματικής κοινότητας των ελεύθερων ανθρώπων, το ψευδές γεγονός είναι ένα σύμπτωμα στην παθολογία της «ανοίκειας κοινότητας» των αλλοτριωμένων υποκειμένων. «Σ’ αυτόν τον κόσμο κάθε δεσμός διαλύεται σε διαδοχικές συναντήσεις, κάθε ταυτότητα σε διαδοχικά φορεμένες μάσκες και κάθε βιογραφία σε μια σειρά από επεισόδια που η μοναδική και μόνιμη σημασία τους είναι η εφήμερη μνήμη τους» (Zygmunt Bauman). Το ψευδές γεγονός εκφυλίζει τις διυποκειμενικές σχέσεις, χλευάζει, και με κάθε τρόπο υπονομεύει την αλληλεγγύη και τη συμπόνια· διαλαλεί, με κάθε του έκφραση, ότι homo hominy lupus. Το ψευδές γεγονός, εν τέλει, διασπείρει και ενδυναμώνει τον ασυνείδητο τρόμο που το ίδιο ισχυρίζεται ότι χειραγωγεί. Στην ανοίκεια κοινότητα όλοι είναι τρομαγμένοι και βρίσκονται εκεί αναζητώντας μάταια καταφύγιο. Καμία τέτοια συνθήκη δεν μπορεί να είναι ανεκτή – το αληθινό γεγονός επιδιώκει να τη διαρρήξει και να αποκαλύψει τα σαθρά θεμέλιά της.


11

Το ψευδές γεγονός κατακερματίζει συστηματικά την εμπειρία για να την ανασυστήσει εκ νέου ως «εμπειρία». Να την επαναφέρει ως θέαμα, ως αναπαράσταση, ως προσομοίωση. Το ψευδές γεγονός διακωμωδεί κάθε έννοια συγκροτημένης, ορθολογικής δράσης προς έναν σκοπό που αφορά στην ολότητα. Το ψευδές γεγονός είναι ένα γεγονός που δεν έχει συνέπειες που να διαρκούν πέρα από όσο διαρκεί το ίδιο· δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα «επεισόδιο» σε μια αλληλουχία γεγονότων, σε μια γραμμική αφήγηση της «προόδου» και της «εξέλιξης».
Το αληθινό γεγονός είναι ολοποιητικό. Είναι μια προσπάθεια να συνδεθεί το επιμέρους με το όλον και να καταδειχτεί η διαλεκτική τους σχέση. Απέναντι στην απωθητική δύναμη της ατέρμονης διαφοροποίησης προτάσσει την ελκτική δύναμη της συμβιωτικής ενότητας.


12

Το ψευδές γεγονός περιγράφει τον κόσμο με τη γλώσσα της τεχνοεπιστήμης, «ουδέτερα» και «αντικειμενικά», εγκλωβίζοντας την επιθυμία στον κανόνα και τον νόμο. Το ψευδές γεγονός μιλάει με τη γλώσσα της εξουσίας, μια μη μεταφορική γλώσσα, μια «γλώσσα του συγκεκριμένου», μια γλώσσα εντολών και διαταγών. Έτσι, το βιωμένο γίνεται χειραγωγούμενο, μετρήσιμο και ελέγξιμο από την εξουσία υιοθετώντας τη γλώσσα της. Για να είναι «έγκυρο», κάθε ψευδές γεγονός οφείλει να είναι υποταγμένο στην «επαληθευσιμότητα». Οφείλει να μετατρέπει το υποκείμενο «σε παθητικό όργανο για να γράφει αισθητηριακές εντυπώσεις, σε μία απλή καταγραφική και επικοινωνιακή συσκευή» (Λιούις Μάμφορντ). Στην επικράτεια του ψευδούς γεγονότος, ευδοκιμεί η εργαλειακή χρήση της γλώσσας και η έκφραση παίρνει τη μορφή της αλλοτριωμένης επιθυμίας. Όλα είναι προς ανταλλαγή και τα ονόματα η κωδικοποίηση της τιμής τους. Η οικονομία είναι η κυρίαρχη γλώσσα και το εμπόριο η μοναδική επικοινωνία. Η αναγκαία συνθήκη της ύπαρξης γίνεται το χρήμα. Η γλώσσα-χρήμα είναι η γλώσσα των ουσιαστικών και των μετοχών, των αντικειμένων και των ετερόνομων πράξεων. Η γλώσσα της αλλοτρίωσης.
Μόνο η γλώσσα του αληθινού γεγονότος εκπληρώνει μια πραγματικά απελευθερωτική επιθυμία του υποκειμένου. Το ποιητικό και αυτοποιητικό δυναμικό που συγκροτεί την έλλογη υποκειμενικότητα είναι ριζωμένο βαθειά στη γλώσσα του αληθινού γεγονότος. Η σωματική όσο και η διανοητική έκφραση, ως προϋποθέσεις αυτοανάπτυξης, επιθυμούν την ελευθερία. Η δυνατότητα της γλώσσας μάς παρέχει τη δυνατότητα της απελευθέρωσης. Το αληθινό γεγονός αναδύεται όταν η γλώσσα συντονίζεται με την πράξη. Γλώσσα και πράξη δεν είναι αποκομμένες, τις μεσολαβεί διαλεκτικά η επιθυμία, που εκφράζεται ως γλώσσα και που εκπληρώνεται ως πράξη.

13

Το αληθινό γεγονός δεν συγκροτείται με όρους νομοτέλειας. Είναι η δυναμική της συντονισμένης πράξης που διαμορφώνει τη συνείδηση και της αποκαλύπτει την δυνατότητα του λόγου να ορίζει το πεδίο της ελευθερίας, να το υπερασπίζεται και να το διεκδικεί συνεχώς. Έτσι προκύπτει η διαλεκτική της αυτονομίας. Της διεκδίκησης δηλαδή ίσης συμμετοχής στη συγκρότηση του λόγου που οριοθετεί και σημασιοδοτεί το πεδίο της πράξης και διαμορφώνει τις σχέσεις με τον κόσμο και τα πράγματα ως έκφραση και όχι ως κυριαρχία.
Το αληθινό γεγονός είναι το πραξιακό πεδίο όπου εκφράζεται η επιθυμία της εκπλήρωσης των δυνατοτήτων μας. Το αληθινό γεγονός παράγεται αποκλειστικά μέσα στον κοινωνικό ανταγωνισμό και στην ταξική πάλη. Αν θέλουμε να ζήσουμε ελεύθεροι, δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να γίνουμε οι παραγωγοί των αληθινών γεγονότων που θα αλλάξουν ριζικά τον κόσμο.

Τεχνολογία και Πάλη των Τάξεων

[Πηγή: το ισπανόφωνο φανζίν Ecotopia #2]

Η ανάπτυξη της τεχνολογία στα τελευταία 40 χρόνια, η πυρηνική βιομηχανία, η κυβερνητική, η πληροφορική, η βιοτεχνολογία και η γενετική μηχανική, έχουν καταφέρει βαθιές αλλαγές στο κοινωνικό πεδίο. Οι μέθοδοι εκμετάλλευσης και κυριαρχίας έχουν μετασχηματιστεί, και για τον λόγο αυτό οι παλιές ιδέες πάνω στη φύση της πάλης των τάξεων δεν μπορεί να αποτελούν ακόμη ικανά εργαλεία ανάλυσης της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί. Ο μαρξιστικός και συνδικαλιστικός εργατισμός δεν μπορούν πια να χρησιμεύουν ως φόρμες μιας επαναστατικής πρακτικής. Αυτό δεν σημαίνει κι ότι η ανίχνευση του σύγχρονου περιεχομένου της τάξης δεν είναι μια αναγκαιότητα απέναντι στην κατάσταση αυτή, μιας και έτσι θα χάναμε τη βάση μιας συνεκτικής κατανόησης της παρούσας πραγματικότητας και άρα του τρόπου να της επιτεθούμε.
Η εκμετάλλευση σήμερα, όχι μόνο συνεχίζεται ακάθεκτη, αλλά έχει εντατικοποιηθεί ακριβώς χάρη στην νέα τεχνολογία. Η κυβερνητική έχει κάνει εφικτή την αποκέντρωση της παραγωγικής διαδικασίας, διασπείροντας τις διάφορες παραγωγικές μονάδες στο κοινωνικό πεδίο. Ο αυτοματισμός έχει μειώσει δραστικά τον αριθμό των εργαζομένων που είναι απαραίτητοι για μια οποιαδήποτε εργασία. Η κυβερνητική επίσης δημιουργεί τις μεθόδους για να επιτευχθεί κέρδος χωρίς πραγματική παραγωγή προϊόντων, επιτρέποντας με αυτόν τον τρόπο στο κεφάλαιο να αναπαραχθεί παρακάμπτοντας τη κόστος της συντήρησης μιας εργατικής δύναμης.

Επιπλέον, οι νέες τεχνολογίες απαιτούν μια εξειδικευμένη γνώση που δεν μπορεί να την έχει ο πολύς κόσμος. Αυτή η γνώση τείνει να γίνει και ο πραγματικός πλούτος της κυρίαρχης τάξης της εποχής μας. Μέσα στο βιομηχανικό σύστημα, μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε την πάλη των τάξεων σαν τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων και των κατόχων των μέσων παραγωγής. Αυτό δεν επαρκεί πλέον. Όσο οι νέες τεχνολογίες προχωρούν, οι εκμεταλλευόμενοι θα πέφτουν σε θέσεις ολοένα και πιο επισφαλείς. Το παλιό εξασφαλισμένο πόστο στη φάμπρικα εφ’ όρου ζωής, θα αντικαθίσταται με τα ευκαιριακά μεροκάματα, την παροχή υπηρεσιών, την προσωρινή εργασία, την ανεργία, την μαύρη εργασία, την παράνομη εργασία, την παρανομία, την φυλακή... Αυτή η επισφάλεια εξασφαλίζεται από τον τοίχο που υψώνουν οι νέες τεχνολογίες ανάμεσα στους εκμεταλλευομένους και τους εκμεταλλευτές διαρκώς και αδιάλειπτα.
Ωστόσο η ουδετερότητα της τεχνολογίας φαίνεται να στοιχειώνει τα μυαλά πολλών από τους εκμεταλλευομένους. Αν η πιο πρόσφατη βιομηχανική ανάπτυξη επικεντρώθηκε στην επινόηση τεχνικών για την μαζική παραγωγή αγαθών τυποποιημένων και χαμηλού κόστους με αντάλλαγμα πολλές ώρες εργασίας, η νέα τεχνολογική ανάπτυξη δεν θα επιμείνει τόσο στην παραγωγή αγαθών όσο στην ανάπτυξη των μέσων κοινωνικού ελέγχου, σε βαθμό ολοκληρωτικό. Η πυρηνική βιομηχανία, εκτός από τις εξειδικευμένες γνώσεις, απαιτεί υψηλά επίπεδα ασφάλειας που αναδεικνύουν ως αρμόδιο για την ανάπτυξή της απ’ ευθείας το κράτος που βασίζεται σε μια στρατιωτική υποδομή για την διατήρησή της, μιας και είναι τόσο απαραίτητη για τον ίδιο τον στρατό. Η ικανότητα της κυβερνητικής να επεξεργάζεται, να συλλέγει, να διαχωρίζει, και να διοχετεύει τις πληροφορίες στη στιγμή, εξυπηρετεί στις αναγκαιότητες του κράτους να καταγράφει και να παρακολουθεί τους υπηκόους του, όσο και της ανάγκης του να καταπολεμά την πραγματική επικοινωνία αυτών τους οποίους κυβερνά, επιτρέποντας μια ψηφιακή αναπαράστασή της, στερώντας τους όμως την ουσιαστική συνεννόηση. Η βιοτεχνολογία προσφέρει στο κράτος τον βασικό έλεγχο πάνω σε μια από τις κυριότερες διαδικασίες της ζωής μας, να επιλέγει το είδος των φυτών, των ζώων, και με τον καιρό, των ανθρώπων που θα επιτρέπεται να υπάρχουν.
Δεδομένου του ότι οι τεχνολογίες αυτές απαιτούν μια εξειδικευμένη γνώση για να αναπτυχθούν, και ότι σκοπός της ανάπτυξής τους αυτής είναι η ένταση του ελέγχου πάνω στις ζωές μας, η εκμεταλλευόμενη τάξη μπορεί τώρα να καταλάβει ποιοι θα είναι αυτοί που θα εξοριστούν από την εξειδικευμένη γνώση και από τη συμμετοχή σε αυτή τη δομή εξουσίας. Η κυρίαρχη τάξη είναι, σε ότι την αφορά, ενιαία με όσους βρίσκονται σε αυτό το οικοδόμημα της εξουσίας αν και αυτό δεν σημαίνει κι ότι τα όρια ανάμεσα σε αυτούς που θα συμπεριλαμβάνονται και σε αυτούς που θα εξορίζονται είναι σαφή, κι έτσι σε πολλές περιπτώσεις θα έχουμε πολυάριθμα κομμάτια του πληθυσμού που θα προλεταριοποιούνται, καθώς θα χάνουν την ικανότητα να επιλέγουν οι ίδιοι για τις συνθήκες της δικής τους ύπαρξης.

Έχει σημασία να σημειώσουμε πως καθώς αυτές οι νέες τεχνολογίες έχουν δημιουργηθεί με σκοπό να δώσουν στους κατόχους τους εξουσία πάνω στους εκμεταλλευομένους και στο φυσικό πλούτο της Γης, δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για το «καλό της ανθρωπότητας». Η πολυπλοκότητα και η εξειδίκευση συνδυαζόμενες με την μη-προβλεψιμότητα των δομικών υλικών τους -ιδιαίτερα όσον αφορά ατομικά ή υπο-ατομικά μεγέθη- κύματα φωτός, γονίδια και χρωμοσώματα, κλπ. μπορούν να εγγυηθούν ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να προβλέψει ακριβώς πώς λειτουργούν. Εδώ αναδύεται μια τεχνολογική προοπτική στην υπάρχουσα οικονομική δυσχέρεια που μαστίζει τους περισσότερους από εμάς. Χωρίς υπερβολή, αυτή η υποδομή τεχνολογικής καταστροφής και ελέγχου στοχεύει ρητά στον έλεγχο των εκμεταλλευμένων από την εξουσία, κι όταν πού και πού θα γεννάει κι άλλα Chernobil, κι άλλα γενετικά τερατουργήματα και αποτυχημένα εργαστηριακά πειράματα, θα καθησυχάζει τον ανίδεο κόσμο μέσω των λεγόμενων ειδικών. Επιπλέον, το κράτος, που είναι υπεύθυνο για την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών για την στρατιωτική δύναμή του, ενδέχεται να παρουσιάζει τον εαυτό του σαν ένα καταφύγιο ενάντια στην αχαλίνωτη ανάπτυξη των τεχνολογιών αυτών. Έτσι, αυτό το τερατώδες, εγκληματικό και ανεξέλεγκτο έκτρωμα θα παρουσιάζεται στην υπηρεσία των εκμεταλλευομένων προσπαθώντας να διατηρήσει τα προσχήματα στην ανάπτυξη των τεχνολογιών, ελέγχοντας τις εναντίον τους αντιδράσεις. Και τι μπορούν να κάνουν οι εκμεταλλευόμενοι για να προφυλαχθούν από τις επερχόμενες καταστροφές, όταν ο πλούτος και η εξουσία έχουν αποκλείσει κάθε έξοδο κινδύνου;

Η νέα τεχνολογία και οι σύγχρονες συνθήκες περιθωριοποίησης και επισφάλειας που επιφυλάσσει στους εκμεταλλευομένους, θέτουν υπό αμφισβήτηση το παλιό όραμα του «να πάρουμε τα μέσα». Αυτή η τεχνολογία -ανεξέλεγκτη και πηγή ελέγχου η ίδια- δεν μπορεί να εξυπηρετήσει κανέναν «ανθρώπινο σκοπό» και δεν έχει καμία θέση σε έναν κόσμο ελεύθερων υποκειμένων που δημιουργούν τις ζωές τους σύμφωνα με τις επιθυμίες τους. Έτσι οι παραληρηματικές ουτοπίες των συνδικαλιστών και των μαρξιστών δεν μας χρησιμεύουν πια (Σ.τ.Μ. έχει πάντως ενδιαφέρον η σχεδόν θρησκευτική πίστη ορισμένων μαρξιστών πως η μετάβαση στο σοσιαλισμό θα είναι προϊόν της ολοένα αυξανόμενης ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, που (...κατά τας γραφάς) θα σπάσουν τα δεσμά των καπιταλιστικών συνθηκών παραγωγής! Κάπως ανάλογα ο σοσιαλισμός αντικαταστάθηκε από τους μπολσεβίκους όπως-όπως με τον εξηλεκτρισμό, ενώ ακόμα και σήμερα σταλινικά απολιθώματα παραληρούν που ο Πατερούλης μετέτρεψε την αγροτική Ρωσία σε μια εκβιομηχανισμένη υπερδύναμη, με τα πυρηνικά της και τα όλα της... Χωρίς να σημαίνει αυτό ότι και κάποιοι αναρχικοί είναι λιγότερο αξιοθρήνητοι όταν καμαρώνουν για την ανάκαμψη της παραγωγής ή της αυτοκινητοβιομηχανίας υπό τη διοίκηση της «δικής μας» CNT). Γιατί να επαναλάβουμε το ίδιο λάθος; Οι νέες τεχνολογίες στοχεύουν συγκεκριμένα στον έλεγχο, ενώ ολόκληρη η τεχνολογική ανάπτυξη βασίστηκε πάνω στην αναγκαιότητα του ελέγχου των εκμεταλλευομένων. Το εργοστάσιο δημιουργήθηκε για να ρυθμίζονται καλύτερα οι εργασίες των παραγωγών. Η γραμμή παραγωγής για την εκμηχάνιση αυτής της ρύθμισης. Κάθε νέα τεχνολογική πρόοδος της βιομηχανίας θέτει το χρόνο και τις κινήσεις του εργαζόμενου κάτω από ακόμα μεγαλύτερο έλεγχο. Συνεπώς, η ιδέα που ήθελε τους εργαζόμενους να μπορούν να χειραφετηθούν οι ίδιοι, παίρνοντας τα παραγωγικά μέσα υπό τον έλεγχό τους, ήταν πάντοτε μια αυταπάτη. Μια αυταπάτη κατανοητή, όσο ο τεχνολογικός σχεδιασμός είχε σαν πρώτη του προτεραιότητα των παραγωγή αγαθών. Πλέον, που ο αντικειμενικός σκοπός του είναι ξεκάθαρα ο κοινωνικός έλεγχος, η φύση του αγώνα μας πρέπει να είναι ξεκάθαρη: η καταστροφή κάθε συστήματος ελέγχου - του κράτους, του κεφαλαίου και του τεχνολογικού συστήματος, το τέλος της προλεταριακής συνθήκης και η ελεύθερη δημιουργία των ζωών μας, ως υποκείμενα ικανά να καθορίσουμε το πώς θα ζήσουμε. Ενάντια στην τεχνολογία αυτή, το μεγαλύτερο όπλο που έχουν οι εκμεταλλευόμενοι είναι κι αυτό που χρησιμοποιούν από την βιομηχανική εποχή: Το Σαμποτάζ!


[Μετάφραση: ...για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας, Γενάρης 2007.]

Η γέννηση της αντικουλτούρας

Κυκλοφόρησε το βιβλίο του Τheodore Roszak. Η γέννηση της αντικουλτούρας. Στοχασμοί γύρω από την τεχνοκρατική κοινωνία και τη νεανική αμφισβήτησή της. Πρόκειται για ένα σημαντικό βιβλίο, γραμμένο στα τέλη της «θερμής» δεκαετίας του ’60, που επισκοπεί, με κριτικό βλέμμα, την πρόσφατη ανάδυση της νεανικής αντικουλτούρας.

«Κύριο μέλημα της αντικουλτούρας είναι να εξαγγείλει έναν νέο ουρανό και μια νέα γη τόσο απέραντα, τόσο θαυμαστά ώστε οι άμετρες αξιώσεις της τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης να εξαναγκαστούν σε οπισθοχώρηση, περιοριζόμενες σε μια δευτερεύουσα και περιθωριακή θέση στη ζωή των ανθρώπων»: με αυτά τα λόγια ο Theodore Roszak εξαγγέλλει το πρόγραμμα που στη δεκαετία του ’60 επρόκειτο να γεννήσει την ελπιδοφόρα αντιπαράθεση ανάμεσα σε έναν πολιτισμό της νεανικής αμφισβήτησης και στο κύριο ρεύμα των κοινωνιών μας που διορατικά ονομάζει «τεχνολογικό ολοκληρωτισμό». Ξεκινώντας από μια τέτοια αφετηρία, σε αυτό το έργο-μανιφέστο του 1969 όπου εκ των υστέρων αναγνωρίζουμε μία λαϊκή καρποφορία της Διαλεκτικής του διαφωτισμού των Horkheimer και Adorno, εξετάζει τις μείζονες διαμορφωτικές επιρροές της νεανικής αντικουλτούρας –Herbert Marcuse και Norman Brown, Allen Ginsberg και Alan Watts, Timothy Leary και Paul Goodman– δείχνοντας με ποιον τρόπο βοήθησαν στην αμφισβήτηση του τρέχοντος επιστημονικού κοσμοειδώλου και με τον τρόπο αυτό υπέσκαψαν, στερώντας τους τη θεωρητική νομιμοποίηση, τα θεμέλια της τεχνοκρατίας.
Εν συνεχεία στρέφει τον φακό της κριτικής του στον «μύθο της αντικειμενικής συνείδησης», δείχνοντας ότι ένας πολιτισμός που καθυποτάσσει ή υποβιβάζει την οραματική εμπειρία διαπράττει το αμάρτημα μιας τρομακτικής αποπτώχευσης τής ύπαρξης. Διότι το ερώτημα που σήμερα αντιμετωπίζουμε δεν είναι «Πώς μπορούμε να γνωρίσουμε;» αλλά «Πώς αξίζει να ζούμε;». Προκειμένου να δώσουμε απάντηση, θα χρειαστεί να επανακτήσουμε το μαγικό κοσμοόραμα από το οποίο εκπορεύεται όλη η ανθρώπινη δημιουργικότητα και η κοινότητα. Διότι αλλιώς, «αν η αντίσταση της αντικουλτούρας αποτύχει, φοβάμαι πως δεν θα έχει απομείνει πλέον για μας τίποτα εκτός από εκείνο που ανήγγειλαν αντι-ουτοπιστές όπως ο Huxley και ο Orwell – μολονότι δεν έχω καμία αμφιβολία πως οι επερχόμενοι δεσποτισμοί θα είναι πολύ πιο ευσταθείς και αποτελεσματικοί απ’ ό,τι προέβλεψαν οι ζοφεροί προφήτες τους. Και αυτό επειδή θα είναι εξοπλισμένοι με τεχνικές εσωτερικής χειραγώγησης αδιαπέραστα λεπτούς σαν τους ιστούς της αράχνης».

Ο Theodor Roszak γεννήθηκε το 1933 στο Σικάγο, σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες και έλαβε το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον το 1958. Υπήρξε για πολλά χρόνια μέλος του τμήματος Ιστορίας του California State College στο Hayword, και ήταν ο εμπνευστής και επιμελητής του τόμου The Dissenting Academy. Δημοσίευσε μεγάλο αριθμό άρθρων και κριτικών σε περιοδικά όπως τα The Nation, Liberation, New Politics και The New American Review.

Σειρά «Ιανός - Πολιτισμικές Διασταυρώσεις». Υπεύθυνος σειράς: Φώτης Τερζάκης
Μετάφραση- επιμέλεια: Φώτης Τερζάκης
347 σελ. / 13,5
x 21 εκ. / 20,90 euro
ISBN 978-960-6654-68-8